Tα δέντρα

«Η βολίδα που παρήχθη από την πυρηνική έκρηξη έφτασε σε θερμοκρασίες ισοδύναμες με τον ήλιο – εκατομμύρια βαθμούς. Ήταν σαν σεληνιακό τοπίο ή όπως φαντάζομαι ότι μπορεί να μοιάζει η Κόλαση του Δάντη. Οι επιστήμονες προέβλεψαν ότι τίποτα δεν θα αναπτυσσόταν για δεκαετίες. Όμως, παραδόξως, είχαν επιζήσει δύο δέντρα καμφοράς πεντακοσίων ετών. Μόνο το κάτω μισό του κορμού τους είχε απομείνει κι από αυτό τα περισσότερα κλαδιά είχαν σπάσει. Δεν είχε απομείνει ούτε ένα φύλλο στα ακρωτηριασμένα δέντρα. Αλλά ήταν ζωντανά….. Με πήγαν να δω έναν από τους επιζώντες. Τώρα είναι πλέον ένα μεγάλο δέντρο, αλλά ο χοντρός κορμός του έχει ρωγμές και σχισμές, και μπορεί κανείς να δει ότι στο εσωτερικό του είναι όλο μαύρο. Αλλά κάθε άνοιξη αυτό το δέντρο βγάζει νέα φύλλα… Πολλοί Ιάπωνες το θεωρούν ιερό μνημείο ειρήνης και επιβίωσης… και προσευχές, γραμμένες με μικροσκοπικούς χαρακτήρες kanji σε περγαμηνή, είχαν κρεμαστεί από τα κλαδιά στη μνήμη όλων εκείνων που πέθαναν. Στάθηκα εκεί, ταπεινωμένη από την καταστροφή που μπορούμε να προκαλέσουμε εμείς οι άνθρωποι και την απίστευτη ανθεκτικότητα της φύσης». (Jane Goodall. από Το Βιβλίο της Ελπίδας / The Book of Hope)

Πρόσφατα προσπάθησα να συλλέξω πληροφορίες για να δημιουργήσω ένα οικογενειακό δέντρο με την οικογένεια της μητέρας μου. Όμως η αναζήτηση πληροφοριών για τους προγόνους της από το δημοτολόγιο έχει αποβεί άκαρπη μέχρι στιγμής. Πριν από μερικά χρόνια είχα παρακολουθήσει ένα σύντομο διαδικτυακό πρόγραμμα σχετικά με τη συλλογή πληροφοριών και τη δημιουργία οικογενειακών δέντρων. Φυσικά, τα πράγματα δεν είναι τα ίδια σε όλες τις χώρες και η τήρηση αρχείων ποικίλλει. Επειδή όμως στο παρελθόν είχα βρει κάποια καταγεγραμμένα δεδομένα στο σχετικό δημοτολόγιο για την οικογένεια του πατέρα μου [παρόλο που οι πληροφορίες δεν έφθαναν πολλές γενιές πίσω] ήλπιζα ότι δεν θα ήταν δύσκολη η πρόσβαση σε αυτά… Εν πάση περιπτώσει, αυτή η διαδικασία μου θύμισε ένα κεφάλαιο μιας προσωπικής αφήγησης με την οποία ασχολήθηκα περιοδικά τα τελευταία χρόνια:

Τα Δέντρα

“…. Στην πρώτη σελίδα η συγγραφέας Μαργαρίτα Λυμπεράκη γράφει: «Από μικρή λυπόταν τα δέντρα, αισθανόταν γι’ αυτά τρυφεράδα μαζί και έλεος. Θυμόταν πως παιδί ακόμα είχε ρωτήσει τη μάνα της: «Μάνα, γιατί τα δέντρα δεν περπατάνε;» Κι εκείνη είχε αποκριθεί: «γιατί έχουν ρίζες, παιδί μου». Τότε πήγαινε, αγκάλιαζε τους κορμούς τους και τους ψιθύριζε λόγια παρηγοριάς. Κι εκείνα λύγιζαν και βογκούσαν» (Τα Δέντρα, 1995).

…… Τα δέντρα κατοικούν σε πολλές δικές μου ιστορίες κι αναμνήσεις ……. διακοπών σε κατασκήνωση ανάμεσα σε ψηλές λεύκες που δημιουργούσαν ένα απέραντο μωσαϊκό από λαμπυρίζοντα μπαλώματα ηλιακού φωτός στο δέρμα μου και στο έδαφος, όμορφων οπωρώνων με πορτοκαλιές  που έβλεπα από το παράθυρο του αυτοκινήτου καθώς διασχίζαμε την ύπαιθρο της ηπειρωτικής χώρας, του μικρού περιβολιού με τις λεμονιές του θείου μου κοντά στη θάλασσα, τους στίχους ενός παλιού τραγουδιού και της ταινίας Lemon Tree που ο άντρας μου κι εγώ είχαμε παρακολουθήσει μια ζεστή καλοκαιρινή νύχτα σ’ έναν υπαίθριο κινηματογράφο με γιγάντιες βουκαμβίλιες και τραπέζια καφενείου στο κέντρο της Αθήνας. Η ταινία αφορούσε τους φράχτες, το θάρρος και την κοινή ανθρωπιά / common humanity. Ένας άντρας στην ταινία λέει: «Τα δέντρα είναι σαν τους ανθρώπους. Έχουν ψυχές. έχουν συναισθήματα»…….

Όταν ήρθαμε στην Ελλάδα ο πατέρας μου φύτεψε έναν μικρό ελαιώνα. Για χρόνια φρόντιζε τα δέντρα και μάζευε τους καρπούς. Αυτά τα δέντρα αναπτύσσονται σε μαλακή γη που είναι πολύ κοντά στη θάλασσα, στην οποία είναι σχεδόν αδύνατο να κολυμπήσεις, επειδή τα πυκνά φύκια έχουν κατακτήσει επιθετικά τον πυθμένα της. Σε ένα από τα ταξίδια μου εκεί, περπάτησα ανάμεσα στα δέντρα και ένιωσα συνδεδεμένη με τη γη κάτω από τα πόδια μου καθώς άκουγα τις ιστορίες και τους μύθους της. Η ελιά είναι ένα από τα πιο αγαπημένα κι ιερά δέντρα στην Ελλάδα και ο θρύλος λέει ότι ο Δίας πρότεινε έναν αγώνα μεταξύ της Αθηνάς και του Ποσειδώνα για τον έλεγχο της Αθήνας. Ο Ποσειδώνας χτύπησε τον σκληρό βράχο της Ακρόπολης με την τρίαινά του, η οποία απελευθέρωσε μια πηγή με θαλασσινό νερό, ενώ η θεά Αθηνά φύτεψε μια μικρή ελιά, οι Αθηναίοι διάλεξαν το δώρο της Αθηνάς και η ελιά έγινε σημαντικό κομμάτι της ελληνικής ζωής και διατροφής. Στεφάνια ελιάς φορούσαν οι νύφες και απονέμονταν στους Ολυμπιακούς νικητές. Παραδοσιακά, το δέντρο της ελιάς είναι σύμβολο ειρήνης και φιλίας και νομίζω ότι η προέλευση της χρήσης ενός κλαδιού ελιάς ως σύμβολο ειρήνης βρίσκεται στον αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό πολιτισμό. Κάπου διάβασα ότι ένα κλαδί ελιάς συμβολίζει την ειρήνη γιατί λόγω της αργής ανάπτυξής τους, τα ελαιόδεντρα δεν καλλιεργούνται κατά τη διάρκεια του πολέμου, και έτσι πιστεύεται ότι είναι δέντρα της ειρήνης……..

…… Τα δέντρα είναι σαν τους ανθρώπους. Κάποια είναι γερά ριζωμένα και άλλα έχουν διαβρωμένες ρίζες. Αντέχουν στα στοιχεία της φύσης, ταλαντεύονται από δω κι από κει, λυγίζουν και γονατίζουν και μετά στέκονται ξανά όρθια και ανθίζουν και δίνουν καρπούς. Αναπτύσσονται, μερικές φορές ενάντια σε όλες τις πιθανότητες, σε φτωχό έδαφος κι άνυδρη γη. Σαν κι εμάς, υπομένουν,  εξελίσσονται και ρίχνουν το παλιό κι ανεπιθύμητο. Κόβονται, καίγονται, μεταμορφώνονται ή μεταλλάσσονται, χάνουν το σχήμα τους, παίρνουν διαφορετική μορφή ή όνομα. Διακλαδίζονται και επικοινωνούν με άλλα δέντρα κι οι ρίζες τους αγγίζονται και μπλέκονται υπόγεια και μοιράζονται την υγρασία και την τροφή που παρέχει η γη. Τα δέντρα επικοινωνούν και συνδέονται με άλλα δέντρα μέσω ενός δικτύου μυκήτων του εδάφους που επιτρέπει την ανταλλαγή πληροφοριών και θρεπτικών συστατικών. Οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι όταν δέχονται επίθεση από έντομα, μπορούν να πλημμυρίσουν τα φύλλα τους με επιβλαβείς χημικές ουσίες για να απωθήσουν τους ανεπιθύμητους επισκέπτες, αλλά το πιο συναρπαστικό είναι ότι μπορούν να προειδοποιήσουν άλλα δέντρα απελευθερώνοντας χημικές ουσίες στον αέρα και πιθανά και μέσω του δικτύου των ριζών τους…..

Ακόμη πιο εκπληκτικό είναι ότι τα δέντρα ευνοούν τους απογόνους τους. Η οικολόγος Suzanne Simard λέει “Κάναμε ένα πείραμα και καλλιεργήσαμε μητρικά δέντρα με δενδρύλλια συγγενών και ξένων. Και αποδεικνύεται ότι αναγνωρίζουν τους συγγενείς τους. Τα μητρικά δέντρα αποικίζουν τους συγγενείς τους με μεγαλύτερα δίκτυα μυκόρριζων (mycorrhizal networks). Τους στέλνουν περισσότερο άνθρακα κάτω από το έδαφος. Μειώνουν ακόμη και τον δικό τους όγκο ριζών προκειμένου  να κάνουν χώρο για να απλωθούν τα παιδιά τους. Επίσης, όταν τα μητρικά δέντρα τραυματίζονται ή πεθαίνουν στέλνουν μηνύματα σοφίας στην επόμενη γενιά δενδρυλλίων. Έτσι, χρησιμοποιήσαμε ιχνηλασία ισοτόπων για να εντοπίσουμε τον άνθρακα που μετακινείται από ένα τραυματισμένο μητρικό δέντρο κατά μήκος του κορμού του προς το δίκτυο των μυκόρριζων και στα γειτονικά δενδρύλλια,  όχι μόνο σήματα άνθρακα αλλά και αμυντικά σήματα. Κι αυτά τα δύο στοιχεία αυξάνουν την αντοχή αυτών των δενδρυλλίων σε μελλοντικές καταπονήσεις.  Οπότε τα δέντρα μιλούν.”

Ο δασολόγος και συγγραφέας, Peter Wohlleben, βασίζεται σε επιστημονικές ανακαλύψεις για να περιγράψει πώς τα δέντρα είναι σαν τις ανθρώπινες οικογένειες μας: οι γονείς δέντρα επικοινωνούν με τα παιδιά τους, τα υποστηρίζουν καθώς μεγαλώνουν, μοιράζονται θρεπτικά συστατικά με τα άρρωστα ή πιο αδύναμα και προειδοποιούν για επικείμενους κινδύνους. Το παρακάτω είναι ένα σύντομο απόσπασμα από το βιβλίο του: «Όταν τα δέντρα μεγαλώνουν μαζί, τα θρεπτικά συστατικά και το νερό μπορούν να κατανεμηθούν βέλτιστα μεταξύ τους, έτσι ώστε κάθε δέντρο να μεγαλώσει και να γίνει το καλύτερο δέντρο που μπορεί να γίνει. Αν προσπαθήσετε να «βοηθήσετε» μεμονωμένα δέντρα ν’ απαλλαγούν από τον υποτιθέμενο ανταγωνισμό, τα υπόλοιπα δέντρα στερούνται.  Μάταια στέλνουν μηνύματα στους γείτονές τους, γιατί δεν έχει μείνει τίποτα παρά κούτσουρα. Κάθε δέντρο πορεύεται πλέον μόνο του, πράγμα που προκαλεί μεγάλες διαφορές στην παραγωγικότητα. Μερικά δέντρα φωτοσυνθέτουν σαν τρελά έως ότου η ζάχαρη να βγάλει φυσαλίδες κατά μήκος του κορμού τους. Ως αποτέλεσμα, είναι σε φόρμα και μεγαλώνουν καλύτερα, αλλά δεν είναι ιδιαίτερα μακρόβια. Αυτό συμβαίνει γιατί ένα δέντρο μπορεί να είναι τόσο δυνατό όσο το δάσος που το περιβάλλει. Κι έτσι τώρα υπάρχουν πολλοί χαμένοι στο δάσος. Τα πιο αδύναμα μέλη, που κάποτε θα είχαν υποστηριχθεί από τους ισχυρότερους, ξαφνικά μένουν πίσω. Είτε ο λόγος της παρακμής τους οφείλεται στην τοποθεσία τους και την έλλειψη θρεπτικών ουσιών, είτε σε μια παροδική αδιαθεσία ή σε γενετική σύνθεση, τώρα πέφτουν θύματα των εντόμων και των μυκήτων……»

Η ευημερία των δέντρων εξαρτάται από την κοινότητα κι όταν τα υποτιθέμενα αδύνατα δέντρα εξαφανίζονται  αυτό επηρεάζει ολόκληρη την κοινότητα των δέντρων ακόμα και τους γίγαντες. Ο Thich Nhat Hanh λέει ότι «οι άνθρωποι συνήθως τεμαχίζουν την πραγματικότητα, κι έτσι δεν μπορούν να δουν την αλληλεξάρτηση όλων των φαινομένων. Το να βλέπεις το ένα στο σύνολο και το σύνολο στο ένα σημαίνει ότι έχεις υπερβεί το μεγάλο φράγμα που περιορίζει την αντίληψη μας για την πραγματικότητα…». Τα πάντα στη φύση φαίνεται να δείχνουν την πραγματικότητα της αναπόφευκτης αλληλοσύνδεσης κι αλληλεξάρτησης μας, την αξία της διαφορετικότητας και την ανάγκη ενός αξιακού συστήματος συμπόνιας και φροντίδας……”

ΕΛΠΙΔΑ                                                            (Η μετάφραση ολοκληρώθηκε)

«Ας χρησιμοποιήσουμε το δώρο της ζωής μας για να κάνουμε αυτόν τον κόσμο καλύτερο. Για χάρη των παιδιών μας και των δικών τους. Για χάρη αυτών που αντιμετωπίζουν φτώχεια. Για χάρη των μοναχικών. Και για χάρη των αδελφών μας στον φυσικό κόσμο —τα ζώα, τα φυτά, τα δέντρα. Σας παρακαλώ,  ανταποκριθείτε στην πρόκληση, εμπνεύστε και βοηθήστε τους γύρω σας, παίξτε τον ρόλο σας. Βρείτε τους λόγους της ελπίδας σας κι αφήστε τους να σας καθοδηγήσουν προς τα μπρος»  Jane Goodall

 «Το μεγαλύτερο δώρο που μπορείς να κάνεις είναι να είσαι απόλυτα παρών,  κι όταν ανησυχείς για το αν είσαι ελπιδοφόρος ή απελπισμένος ή απαισιόδοξος ή αισιόδοξος, ποιος νοιάζεται; Το σημαντικό είναι ότι είσαι εδώ κι ότι βρίσκεις όλο και μεγαλύτερη ικανότητα να αγαπάς αυτόν τον κόσμο γιατί δεν θα θεραπευτεί χωρίς αυτό. [Η αγάπη] είναι αυτό που θα απελευθερώσει τη νοημοσύνη και την εφευρετικότητά μας και την αλληλεγγύη μας για την επούλωση του κόσμου μας». Joanna Macy

«Η απελπισία  / έλλειψη ελπίδας είναι το αντίθετο της δικαιοσύνης…» Dan Siegel

Η σημερινή ανάρτηση αφορά την ΕΛΠΙΔΑ – την ελπίδα ιδωμένη από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Η πρόθεση μου ήταν να μοιραστώ επίσης έναν πίνακα που δουλεύω αυτό το φθινόπωρο, αλλά δεν είναι ακόμη έτοιμος, οπότε αντ’ αυτού μοιράζομαι μερικά ακόμη σκίτσα με μελάνι που έφτιαξα στο μεταξύ. Θα ήθελα επίσης να μοιραστώ τους συνδέσμους του Μέρους 1 και 2 των Wellbeing podcasts με θέμα τις δέκα βασικές ψυχικές δυνάμεις και ψυχολογικές δεξιότητες όπως είναι: η καλοσύνη, η υπομονή,  η περιέργεια κι η αναζήτηση της αλήθειας, η δυνατότητα αυτορρύθμισης, το θάρρος κι η επιμονή , η χαρά, η ικανότητα  αναδόμησης των γνωστικών στρεβλώσεων ή παλιών  εσφαλμένων αντιλήψεων μας, το χιούμορ, η επαφή με το ατίθασο κομμάτι του εαυτού μας [“the wild spirit”] και η εύρεση νοήματος της ζωής μας – που ο Δρ Rick και ο Forrest Hanson πιστεύουν ότι δεν θα μπορούσαν να ζήσουν χωρίς: https://www.youtube.com/ παρακολουθήστε?v=urVXKWhL  και  https://www.youtube.com/watch?v=wS-4g1DkMTg.

Απόσπασμα από τα συγκεκριμένα podcast:

«Και τότε αρχίζεις να συνειδητοποιείς (ότι)  – όλο αυτό είναι μια αποκριάτικη χοροεσπερίδα. Όλοι, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων που σε τρομάζουν ή πιστεύεις ότι πρέπει να τους ευχαριστήσεις ή να κερδίσεις την έγκρισή τους, σηκώνονται από το κρεβάτι τους γυμνοί με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, είναι γυμνοί κάτω από όλα αυτά, και φορούν τις στολές τους, βάζουν το μακιγιάζ τους, φορούν τη φανταχτερή τους κόμμωση και τα αξεσουάρ κεφαλής, αρχίζουν να λένε τα λόγια που τους έχουν δοθεί – τι ηλίθιο παιχνίδι…… Μερικές φορές πρέπει να συμπεριφέρεσαι σαν να το παίρνεις στα σοβαρά, αλλά τις περισσότερες φορές, τι ηλίθιο αστείο…… Το εννοώ σαν θεατρικό έργο, και πώς όλοι έχουμε τους ρόλους μας, τα λόγια μας και τα σενάρια μας…… Και μπορείτε να αρχίσετε να το επεκτείνετε στα πολύ σημαντικά συστήματα. Και όταν σκάψτε μέχρι τον πυρήνα τους, συνειδητοποιείτε ότι δεν ξέρουν όλοι πραγματικά τι συμβαίνει, ίσως κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς συμβαίνει».

 

 

 

 

 

 

 

Θα ξεκινήσω με μια προσωπική ιστορία. Πριν από περίπου οκτώ χρόνια συμμετείχα σε ένα πρόγραμμα υποστήριξης ανέργων. Την πρώτη μέρα που έφτασα στο χώρο όπου θα εργαζόμουν τους επόμενους μήνες, το επιτάφιο επίγραμμα του Νίκου Καζαντζάκη ήταν γραμμένο στον λευκό πίνακα με μεγάλα γράμματα και μόνιμο μελάνι. Έγραφε: «Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβάμαι τίποτα. Είμαι ελεύθερος.” Αναπόφευκτα το αντίκριζα κάθε φορά που έπεφτε το βλέμμα μου στον πίνακα. Έτσι κάθε μέρα το αναλογιζόμουν  σαν Ζεν κόαν. Ο Καζαντζάκης πίστευε ότι πρέπει να αποδεχτούμε τους γνωστικούς μας περιορισμούς όσον αφορά την κατανόηση της πραγματικότητας. να συμφιλιωθούμε με τις δυσκολίες μας όσον αφορά το νόημα της ζωής και να απελευθερωθούμε από την ελπίδα. Ωστόσο, η μετάφραση της συγκεκριμένης φράσης «I hope for nothing  / Δεν ελπίζω τίποτα», που είναι η κυριολεκτική μετάφραση έχει αμφισβητηθεί από μερικούς. Κάποιοι πιστεύουν ότι η φράση «Δεν αναμένω τίποτα» ίσως αποτυπώνει το πνεύμα του Καζαντζάκη καλύτερα. Ο Καζαντζάκης επηρεάστηκε από τις ιδέες του Νίτσε και από τις βουδιστικές διδασκαλίες. Επομένως, μπορεί να αναφερόταν στην εγκατάλειψη των προσδοκιών και επιθυμιών για ιδιαίτερα ευνοϊκά αποτελέσματα και του φόβου και της ανησυχίας για το άγνωστο μέλλον. Μάλλον αναφερόταν στην ανάγκη να είμαστε παρόντες και προσγειωμένοι στην πραγματικότητα και να αποδεχόμαστε  αυτό που υπάρχει στο εδώ και τώρα και όχι στην άρνηση της αισιοδοξίας, της δράσης και της πίστης στην δυνατότητα ή στην αλλαγή. Όπως ο Σωκράτης η αισιοδοξία του ίσως να βασιζόταν στην πραγματικότητα, τη λογική, την καλοσύνη, την ομορφιά και την αλήθεια. Αντί να ασχολούμαστε με απατηλά ελπιδοφόρα σενάρια και παθητικούς ευσεβείς πόθους, πίστευε ότι η γυμνή αλήθεια της ανθρώπινης κατάστασης και της κοινωνίας και η πλήρης αποδοχή της πραγματικότητας ήταν μια πιο γενναία στάση. Ο Καζαντζάκης έγραψε: «Η πίστη που στερείται ελπίδας μου φαινόταν όχι η πιο αληθινή, ίσως, αλλά σίγουρα η πιο γενναία. Θεωρούσα τη μεταφυσική ελπίδα δελεαστικό δόλωμα που οι αληθινοί άντρες δεν καταδέχονται να τσιμπήσουν. Ήθελα ότι ήταν πιο δύσκολο, με άλλα λόγια το πιο άξιο για τον άνθρωπο, τον άνθρωπο που δεν γκρινιάζει, δεν παρακαλεί ή δεν ζητιανεύει».  Είναι αλήθεια ότι η ψεύτικη ελπίδα μπορεί να ενισχύσει την απόγνωση και να μας ακινητοποιήσει κι οι συχνές δόσεις ματαιωμένης ελπίδας μπορούν να οδηγήσουν στην αγωνία και την αποδυνάμωση.

Ενώ αποδεχόμαστε τη δύναμη του έργου του Καζαντζάκη, υπάρχουν πολλές άλλες πτυχές της ελπίδας που μπορούμε να εξερευνήσουμε. Έτσι, σε αυτό το δεύτερο μέρος θα εξερευνήσω αυτήν την πτυχή της ελπίδας που φαίνεται έμφυτη και μέρος των μηχανισμών επιβίωσής μας. Φαίνεται ότι η ικανότητά μας να καλλιεργούμε ελπίδα είναι βαθιά συνυφασμένη με την ικανότητά μας να ανακάμπτουμε από τις αντιξοότητες και τις απώλειες, να επουλώνουμε τραύματα, να αντέχουμε το αφόρητο, να αλλάζουμε και ν’ ανακτούμε την ελεύθερη βούληση μας (agency). Η έλλειψη ελπίδας μπορεί να μας οδηγήσει στην εγκατάλειψη των προσπαθειών μας και μπορεί να μειώσει την ικανότητά μας να επιμείνουμε και να συνεχίσουμε όταν τα πράγματα γίνονται δύσκολα. Η έλλειψη ελπίδας μπορεί να υπονομεύσει την ικανότητά μας να διακρίνουμε ευκαιρίες και δυνατότητες, αλλά και τις πιθανότητες επιβίωσης μας. Κι αν σκεφτούμε την απελπισία  / έλλειψη ελπίδας σε επίπεδο κοινοτήτων ή κοινωνιών, βλέπουμε ότι όσο ψηλότερα είναι τα επίπεδα απελπισίας και απάθειας μεταξύ των ανθρώπων τόσο μεγαλύτερη είναι η παρουσία της αδικίας και της καταπίεσης. Ο Dan Siegel λέει ότι «η απελπισία / έλλειψη ελπίδας είναι το αντίθετο της δικαιοσύνης». Δημιουργείται ένα είδος φαύλου κύκλου καθώς η απελπισία οδηγεί σε παθητικότητα και αποδυνάμωση που με τη σειρά τους επιτρέπουν την άνοδο της καταπίεσης και της αδικίας, που με τη σειρά τους ενισχύουν το αίσθημα της απελπισίας. Έτσι, η καλλιέργεια της ελπίδας έχει τη δυνατότητα να διαταράξει μια κατάσταση και μπορεί να μας παρακινήσει να αναλάβουμε δράση. Στο νέο τους βιβλίο, The Book of Hope: A Survival Guide for Trying Times (Το Βιβλίο της Ελπίδας: Ένας Οδηγός Επιβίωσης σε Δύσκολους Καιρούς), η Jane Goodall και ο Doug Abrams γράφουν: «Η ελπίδα συχνά παρεξηγείται. Οι άνθρωποι τείνουν να πιστεύουν ότι πρόκειται απλώς για παθητικό ευσεβή πόθο: Ελπίζω ότι κάτι θα συμβεί, αλλά δεν πρόκειται να κάνω τίποτα γι’ αυτό. Αυτό είναι πράγματι το αντίθετο της πραγματικής ελπίδας, που απαιτεί δράση και δέσμευση…»

Παρομοίως η Joanna Macy μιλά για Ενεργή Ελπίδα σε σχέση με την περιβαλλοντική και κλιματική κρίση.  Συνοψίζει την έννοια αυτής της ελπίδας στο παρακάτω απόσπασμα:

Η ενεργή ελπίδα δεν είναι ευσεβής πόθος.  / Όταν έχουμε ενεργή ελπίδα δεν περιμένουμε κάποιον σωτήρα. / Η ενεργή ελπίδα επιτρέπει την αφύπνιση μας στην ομορφιά της ζωής για λογαριασμό της οποίας μπορούμε να δράσουμε. / Ανήκουμε σε αυτόν τον κόσμο. / Ο ιστός της ζωής μας καλεί αυτή τη στιγμή. / Έχουμε διανύσει πολύ δρόμο και είμαστε εδώ για να παίξουμε τον ρόλο μας. / Με την ενεργή ελπίδα  συνειδητοποιούμε ότι μας περιμένουν περιπέτειες,  /  ανακάλυψη δυνατοτήτων και σύντροφοι για να ενώσουμε τις δυνάμεις μας. / Η Ενεργή Ελπίδα είναι η ετοιμότητα να ανακαλύψουμε τη δύναμη μας και την δύναμη των άλλων / η ετοιμότητα να ανακαλύψουμε τους λόγους που ελπίζουμε και αφορμές γι’ αγάπη. / Η ετοιμότητα να ανακαλύψουμε το μέγεθος και την δύναμη της καρδιάς μας, / την γρηγοράδα του μυαλού μας, την σταθερότητα του σκοπού μας, / τη δική μας εξουσία, την αγάπη μας για τη ζωή, / τη ζωντάνια της περιέργειάς μας, / το ανυποψίαστο βαθύ πηγάδι της υπομονής και της επιμέλειας μας, / την οξύτητα των αισθήσεών μας και την ικανότητά μας να ηγούμαστε. / Τίποτα από όλα αυτά δεν μπορεί να ανακαλυφθεί σε μια πολυθρόνα ή χωρίς ρίσκο».

Η Jane Goodall κατανοεί την ελπίδα όχι τόσο ως συναίσθημα, αλλά ως στρατηγική επιβίωσης, έναν έμφυτο μηχανισμό επιβίωσης.  Ο Chan Hellman, ο οποίος έχει διεξάγει έρευνα σχετικά με την ελπίδα, επίσης πιστεύει ότι η ελπίδα δεν είναι συναίσθημα, αλλά τρόπος σκέψης και με αυτή την έννοια μπορεί να καλλιεργηθεί και να διδαχθεί ακόμη και σε πολύ μικρά παιδιά. Ο Goodall λέει: «Στην πραγματικότητα, είναι ένα χαρακτηριστικό επιβίωσης…… Είναι ένα χαρακτηριστικό ανθρώπινης επιβίωσης και χωρίς αυτό θα εξαφανιστούμε». Λέει ότι η ελπίδα μας δίνει τη δυνατότητα να συνεχίσουμε παρ’ όλες τις αντιξοότητες, αλλά απαιτεί επίσης δράση μαζί με την επιθυμία μας, όταν αυτό είναι δυνατόν, γιατί υπάρχουν και περιπτώσεις όπου δεν είναι δυνατόν να αναλάβουμε δράση. Δίνει ένα παράδειγμα στο βιβλίο της: «Αν είσαι σ’ ένα κελί σε μια φυλακή όπου σε έχουν ρίξει χωρίς λόγο, δεν μπορείς να αναλάβεις δράση, αλλά μπορείς να ελπίζεις ότι θα βγεις από εκεί.  Επικοινωνώ με μια ομάδα οικολόγων που έχουν δικαστεί και καταδικαστεί σε μεγάλες ποινές επειδή έστησαν κάμερες παγίδες για να καταγράψουν την παρουσία της άγριας ζωής. Ζουν με την ελπίδα ότι θα απελευθερωθούν μέσω των πράξεων των άλλων, αλλά δεν μπορούν στην πραγματικότητα να αναλάβουν δράση οι ίδιοι». Ο Anthony Ray Hinton, ένας άντρας που κατηγορήθηκε άδικα για φόνο και καταδικάστηκε σε τρεις δεκαετίες άδικης φυλάκισης, λέει ότι καλλιέργησε την ελπίδα μέσω του οραματισμού. Η φαντασία του επέτρεπε να ξεφεύγει από το περιβάλλον του και τον βοήθησε να υπομείνει το αφόρητο. Ονόμασε την ελπίδα του δανεική ελπίδα. Σε σχέση με φαινομενικά απελπιστικές καταστάσεις, ο Doug Abrams αναφέρει τα λόγια της επιζήσας ενός στρατοπέδου συγκέντρωσης, Edith Eger, η οποία λέει ότι «οι άνθρωποι που αναρωτιούνται πώς μπορεί κανείς να έχει ελπίδα σε φαινομενικά απελπιστικές καταστάσεις, όπως ένα στρατόπεδο θανάτου, μπερδεύουν την ελπίδα με τον ιδεαλισμό. Ο ιδεαλισμός περιμένει ότι όλα θα είναι δίκαια ή εύκολα ή καλά……. ο ιδεαλισμός είναι ένας αμυντικός μηχανισμός που μοιάζει με την άρνηση ή την αυταπάτη. Η ελπίδα…… δεν αρνείται το κακό, αλλά είναι μια απάντηση σε αυτό».

Η έρευνα για την ελπίδα διαπίστωσε ότι η ελπίδα είναι πολύ διαφορετική από την επιθυμία ή τη φαντασίωση κι ότι είναι ένας από τους πιο σημαντικούς προγνωστικούς παράγοντες της ικανότητάς μας να ευδοκιμούμε ή να πετύχουμε. Η ελπίδα οδηγεί στη μελλοντική επιτυχία με τρόπο που δεν το κάνει η απλή επιθυμία. Ενώ και οι δύο περιλαμβάνουν σκέψη για το μέλλον με πλούσιες εικόνες, μόνο η ελπίδα πυροδοτεί τη δράση που κατευθύνεται προς τον επιθυμητό στόχο. Στο βιβλίο γίνεται αναφορά σε μία μετά-ανάλυση περισσότερων από εκατό μελετών σχετικές με την ελπίδα όπου έχει διαπιστωθεί ότι η ελπίδα οδηγεί σε 12% αύξηση της ακαδημαϊκής επίδοσης, 14% αύξηση των αποτελεσμάτων στο χώρο εργασίας και 14%  αύξηση της ευτυχίας. Η επιστήμη της ελπίδας έχει εντοπίσει τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για μια πιο μόνιμη αίσθηση ελπίδας. Πρώτα πρέπει να έχουμε ρεαλιστικούς στόχους και ρεαλιστικές προσδιορισμένες στρατηγικές  (pathways or identified strategies) για την επίτευξή τους. Χρειαζόμαστε επίσης πίστη και εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και την κοινωνική υποστήριξη που θα μας βοηθήσει να ξεπεράσουμε τις αντιξοότητες στην πορεία. Ο Doug Abrams πιστεύει ότι «Η ελπίδα είναι ένα κοινωνικό δώρο, που γαλουχείται και συντηρείται από τους γύρω μας. Καθένας από εμάς έχει έναν ιστό ελπίδας που μας υποστηρίζει, μας ενθαρρύνει και μας ανυψώνει σε όλη μας τη ζωή». Τέλος χρειαζόμαστε βούληση (agency). Στα Wellbeing podcasts στα οποία αναφέρθηκα  παραπάνω, η βούληση απαιτεί να έχουμε εσωτερική πηγή ελέγχου και την αίσθηση ότι είμαστε αιτία παρά αποτέλεσμα (an inner locus of control, and also, having the sense of being a cause rather than an effect). Να είμαστε ενεργητικοί παρά παθητικοί, να παίρνουμε πρωτοβουλίες και να κατευθύνουμε τη ζωή μας αντί να μας παρασέρνει το ρεύμα. Επίσης, η ελεύθερη βούληση είναι κεντρικής σημασίας, καθώς χωρίς αυτήν, δεν μπορούμε να κινητοποιήσουμε τις απαραίτητες ψυχικές δυνάμεις για να αντεπεξέλθουμε. Το τραύμα και οι αντιξοότητες μπορούν να μας στερήσουν και τη δύναμη και τη θέληση, επειδή όταν είμαστε σε κατάσταση επιβίωσης (έντονου στρες) επηρεάζει το είδος των στόχων που θέτουμε. Ο Chan Hellman υποστηρίζει ότι όταν είμαστε αγχωμένοι ή φοβισμένοι τείνουμε να έχουμε βραχυπρόθεσμους, αποφευκτικούς στόχους, παρά στόχους που οδηγούν σε επιτεύγματα. Δυσκολευόμαστε επίσης να βρούμε μονοπάτια / στρατηγικές και υποστήριξη για να ξεπεράσουμε φραγμούς κι εμπόδια. Το τραύμα και οι αντιξοότητες στη ζωή εξαντλούν κυριολεκτικά την ελεύθερη βούληση μας. Ο Hellman ισχυρίζεται ότι η απώλεια της ελπίδας είναι μια διαδικασία, που περιλαμβάνει θυμό, απόγνωση και τελικά απάθεια. Στερούμαστε ελπίδας μόνο όταν βιώνουμε απάθεια, γιατί ακόμη και κατά τη διάρκεια της απόγνωσης εξακολουθούμε να έχουμε πνευματική δύναμη και βούληση, αλλά οι δρόμοι είναι κλειστοί. Επίσης, συχνά η ελπίδα και η απελπισία είναι ενεργές στη διαδικασία αλλαγής και λειτουργούν σε διαλεκτική σχέση.

Επιπλέον, η ελπίδα ποικίλλει κατά τη διάρκεια της ζωής μας, και όπως αναφέρθηκε παραπάνω, μπορεί να καλλιεργηθεί ανεξάρτητα από το αν είμαστε πιο αισιόδοξοι ή πιο απαισιόδοξοι από την ιδιοσυγκρασία μας. Η Jane Goodall λέει: «Από όλα όσα έχω διαβάσει, υπάρχουν ενδείξεις ότι μια αισιόδοξη προσωπικότητα μπορεί να είναι εν μέρει αποτέλεσμα γενετικής κληρονομικότητας, αλλά αυτό μπορεί σίγουρα να παραγκωνιστεί από περιβαλλοντικούς παράγοντες – ακριβώς όπως όσοι γεννιούνται χωρίς γενετική τάση προς την αισιοδοξία μπορούν να αναπτύξουν μια πιο αισιόδοξη και αυτοδύναμη προοπτική. Σίγουρα υποδεικνύει τη σημασία του περιβάλλοντος και της πρώιμης εκπαίδευσης ενός παιδιού. Ένα υποστηρικτικό οικογενειακό υπόβαθρο μπορεί να έχει σημαντική επίδραση — Ξέρω ότι ήμουν πραγματικά τυχερή με το δικό μου, ειδικά με τη μητέρα μου».

Στο βιβλίο, η Jane Goodall κι ο Abram Douglas συζητούν επίσης την ικανότητά μας για το καλό και το κακό, με άλλα λόγια, τις εγγενείς ικανότητές μας να επιδεικνύουμε καλοσύνη και σκληρότητα, γενναιοδωρία και εγωισμό, τρυφερότητα και επιθετικότητα, που έπρεπε να αναπτύξουμε για να επιβιώσουμε. Σε διαφορετικά περιβάλλοντα και υπό διαφορετικές συνθήκες. Ότι καλλιεργούμε και ενθαρρύνουμε κερδίζει. Η Jane Goodall λέει ότι ως άνθρωποι έχουμε την ικανότητα και για τα δύο και ότι «Οι άνθρωποι είναι απίστευτα προσαρμοστικοί και θα κάνουν ότι απαιτείται για να επιβιώσουν στο περιβάλλον τους. Το περιβάλλον που θα δημιουργήσουμε θα καθορίσει τι θα επικρατήσει. Με άλλα λόγια, αυτό που καλλιεργούμε και ενθαρρύνουμε κερδίζει…. Εάν ζούμε σε μια κοινωνία με λογικό βιοτικό επίπεδο και κάποιο βαθμό κοινωνικής δικαιοσύνης, οι γενναιόδωρες και ειρηνικές πτυχές της φύσης μας είναι πιθανό να επικρατήσουν. ενώ σε μια κοινωνία φυλετικών διακρίσεων και οικονομικής αδικίας, η βία θα ευδοκιμήσει….. Κατά τη διάρκεια των δύο εκατομμυρίων ετών που ήμασταν άνθρωποι, νομίζω ότι γινόμαστε ολοένα και πιο συμπονετικοί και ικανοί να φροντίζουμε τους άλλους. Και παρόλο που υπάρχει πολλή σκληρότητα και αδικία παντού, υπάρχει γενική συμφωνία ότι αυτές οι συμπεριφορές είναι λανθασμένες. Και περισσότεροι άνθρωποι καταλαβαίνουν τι συμβαίνει χάρη στα μέσα ενημέρωσης. Και τελικά, πιστεύω ειλικρινά ότι ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό ανθρώπων είναι βασικά αξιοπρεπείς και καλοί».

Ένα άλλο σημαντικό ερώτημα που διερευνάται στο βιβλίο  είναι πώς θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε την εκπληκτική ανθρώπινη διάνοιά μας με σύνεση σε αυτό το σημείο της ιστορίας;

Η απάντηση της Goodall είναι: «Πρέπει να ενωθούμε και να λύσουμε αυτές τις υπαρξιακές απειλές για τη ζωή στη Γη. Και για να το κάνουμε αυτό, πρέπει να αντιμετωπίσουμε τέσσερις μεγάλες προκλήσεις….. Πρώτον, πρέπει να ανακουφίσουμε τη φτώχεια. Εάν ζει κανείς σε ακρωτηριαστική φτώχεια, θα κόψει και το τελευταίο δέντρο για να καλλιεργήσει τροφή. Ή θα ψαρέψει το τελευταίο ψάρι επειδή θέλει απεγνωσμένα να ταΐσει την οικογένειά του. Σε μια αστική περιοχή θα αγοράσει το φθηνότερο φαγητό — δεν έχει την πολυτέλεια να επιλέξει ένα προϊόν που παράγεται πιο ηθικά…. Δεύτερον, πρέπει να περιορίσουμε τον μη βιώσιμο τρόπο ζωής των πολύ εύπορων. Ας το παραδεχτούμε, τόσοι πολλοί άνθρωποι έχουν πολύ περισσότερα πράγματα από όσα χρειάζονται ή πραγματικά θέλουν…. Τρίτον, πρέπει να εξαλείψουμε τη διαφθορά, γιατί χωρίς χρηστή διακυβέρνηση και έντιμη ηγεσία, δεν μπορούμε να συνεργαστούμε για να λύσουμε τις τεράστιες κοινωνικές και περιβαλλοντικές μας προκλήσεις….. Και τέλος, πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που προκαλούνται από τους αυξανόμενους πληθυσμούς των ανθρώπων και των ζώων τους. Είμαστε πάνω από επτά δισεκατομμύρια σήμερα, και ήδη, σε πολλά μέρη, έχουμε εξαντλήσει τους πεπερασμένους φυσικούς πόρους της φύσης πιο γρήγορα από ότι η φύση μπορεί να τους αναπληρώσει. Και μέχρι το 2050 προφανώς θα πλησιάζουμε τα δέκα δισεκατομμύρια. Αν συνεχίσουμε ως συνήθως, αυτό σημαίνει το τέλος της ζωής στη Γη όπως την ξέρουμε… ας χρησιμοποιήσουμε την ανθρώπινη διάνοιά μας — μαζί με την καλή κοινή λογική — για να τα λύσουμε. Και, όπως είπα νωρίτερα, αρχίζουμε να σημειώνουμε πρόοδο. Φυσικά, μεγάλο μέρος της επίθεσής μας στη Μητέρα Φύση δεν είναι στην πραγματικότητα λόγω έλλειψη ευφυΐας, αλλά λόγω έλλειψης συμπόνιας για τις μελλοντικές γενιές και την υγεία του πλανήτη: καθαρή εγωιστική απληστία για βραχυπρόθεσμα οφέλη για την αύξηση του πλούτου και της δύναμης κάποιων ατόμων, εταιρειών και κυβερνήσεων. Τα υπόλοιπα οφείλονται σε απερισκεψία, φτώχεια κι έλλειψη εκπαίδευσης. Με άλλα λόγια, φαίνεται να υπάρχει μια αποσύνδεση μεταξύ του έξυπνου εγκεφάλου μας και της συμπονετικής καρδιάς μας. Η αληθινή σοφία απαιτεί να σκεφτόμαστε με το κεφάλι μας και να κατανοούμε με την καρδιά μας».

Θα τελειώσω αυτήν την κάπως  μακροσκελή ανάρτηση με ένα απόσπασμα από ένα ενδιαφέρον βιβλίο με συναρπαστικές πληροφορίες που διαβάζω αυτή τη στιγμή: The Social Instinct /  Το Κοινωνικό Ένστικτο της Nichola Raihani, Βρετανίδας ψυχολόγου και Καθηγήτριας της Εξέλιξης και Συμπεριφοράς στο University College του Λονδίνου. Χρησιμοποιεί την εξελικτική προσέγγιση για να διερευνήσει κοινωνικές συμπεριφορές, όπως η εξέλιξη της συνεργασίας στους ανθρώπους και σε άλλα είδη.

«Δεν μπορεί κανείς παρά να αναρωτηθεί τι επιφυλάσσει το μέλλον για εμάς και τους άλλους κατοίκους αυτού του πλανήτη. πώς μπορεί να μοιάζει η ζωή για τα δικά μας παιδιά και για αυτά που θα ακολουθήσουν. Νομίζω ότι έχουμε δίκιο να ανησυχούμε, να κηρύσσουμε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και να απαιτούμε δράση. Αλλά δεν πρέπει να χάνουμε την ελπίδα μας. Σε αντίθεση με οποιοδήποτε άλλο είδος στη Γη, έχουμε την ικανότητα να βρούμε τον δρόμο μας και να βγούμε από  κοινωνικά διλήμματα. Δεν είμαστε απλώς καταδικασμένοι με τα παιχνίδια που μας δίνει η φύση: μπορούμε να αλλάξουμε τους κανόνες. Υπάρχουν αμέτρητα παραδείγματα της εφευρετικότητας μας σε αυτό το βασίλειο. Είτε αναφερόμαστε σε κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες που αποφασίζουν πώς να μοιραστούν το κρέας, είτε σε παιδιά που αποφασίζουν να μοιραστούν ένα παιχνίδι, είτε σε πολίτες εθνικών κρατών που διαλέγουν ένα σύστημα ψηφοφορίας για την εκλογή πολιτικών εκπροσώπων στην εξουσία, η δημιουργία και η αλλαγή κανόνων είναι το μέσο με το οποίο πετύχαμε την ευθυγράμμιση των συμφερόντων των ατόμων, επιτρέποντάς τους να συνεργάζονται για την παραγωγή μεγαλύτερων δημόσιων αγαθών. Για να έχουμε ελπίδα αντιμετώπισης των παγκόσμιων προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε αυτές τις ικανότητες για να δημιουργήσουμε αποτελεσματικούς θεσμούς – κανόνες, συμφωνίες και κίνητρα – που ευνοούν τη συνεργασία και τη μακροπρόθεσμη άποψη έναντι του ατομικού συμφέροντος και της βραχυπρόθεσμης προσέγγισης. Μπορούμε να προβλέψουμε καλύτερες λύσεις, μπορούμε να οραματιστούμε φωτεινότερους κόσμους και μπορούμε να σχεδιάσουμε τους κανόνες των κοινωνιών μας έτσι ώστε οι άνθρωποι να έχουν κίνητρα για συνεργασία. Ο παγκόσμιος ανθρώπινος πληθυσμός σήμερα ανέρχεται σε σχεδόν 8 δισεκατομμύρια άτομα, ένα εξαιρετικό επίτευγμα για ένα είδος που δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας «αναγνωρισμένος απόγονος ενός πιθήκου».  Για αυτό, μπορούμε να ευχαριστήσουμε το κοινωνικό μας ένστικτο – την προσπάθεια μας να βοηθούμε τη στενή οικογένεια, τους φίλους μας κι αγαπημένα πρόσωπα. Η συνεργασία είναι αναμφίβολα το βασικό συστατικό της επιτυχίας μας. Αλλά η τεράστια παρουσία κι επίδρασή μας στον πλανήτη απαιτεί τώρα να υπερβούμε το ένστικτο και να συνεργαστούμε με διαφορετικούς, λιγότερο φυσικούς τρόπους. Είναι εύκολο –τις περισσότερες φορές– να συνεργαστούμε με τους συγγενείς μας ή μέσα σε καθιερωμένες σχέσεις, αλλά είναι πολύ πιο δύσκολο να εμπιστευτούμε άτομα που δεν γνωρίζουμε – και μπορεί να μην συναντήσουμε ποτέ. Δυστυχώς, η λύση των παγκόσμιων προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε τώρα απαιτεί να κάνουμε ακριβώς αυτό. Έχουμε αναμφίβολα την ικανότητα, την τεχνολογία και την τεχνογνωσία να ανταποκριθούμε σε αυτές τις προκλήσεις. Όμως, οι ιστορίες κοινωνικής κατάρρευσης στην ιστορία μας προειδοποιούν κατά του εφησυχασμού: η αποτυχία είναι μια ρεαλιστική προοπτική. Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι δεν υπάρχει κάποιο θεϊκό σχέδιο για το είδος μας και κανένα προκαθορισμένο αποτέλεσμα. Έχουμε ακόμα μια ευκαιρία να το κάνουμε σωστά, αλλά δεν θα έχουμε άλλη ευκαιρία. Υπάρχει μια σχεδόν παραμυθένια ιδιότητα στον ρόλο της συνεργασίας στην ανθρώπινη ιστορία. Αν χρησιμοποιηθεί καλά θα αποδώσει πλούτη, αλλά σε λάθος χέρια ή με λάθος τρόπους, θα φέρει την καταστροφή. Η συνεργασία μας οδήγησε ως εδώ στο ταξίδι μας, αλλά αν δεν βρούμε τρόπους να γίνουμε καλύτεροι σε αυτήν – για να την κλιμακώσουμε στο επίπεδο των παγκόσμιων προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε – κινδυνεύουμε να γίνουμε θύματα της επιτυχίας μας. Το αν αυτό το παραμύθι θα έχει αίσιο τέλος εξαρτάται από εμάς».

Περισσότερα για την ελπίδα και την Jane Goodall στην ανάρτηση της 25ης Οκτωβρίου

ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΦΑΓΗΤΟΫ  FOOD NARRATIVES

«Εάν το φαγητό αντιμετωπίζεται ως κωδικός, τα μηνύματα που κωδικοποιεί είναι ενσωματωμένα  στο μοτίβο των κοινωνικών σχέσεων που εκφράζονται τόσο εντός όσο και εκτός μιας κοινότητας. Το αποκωδικοποιημένο μήνυμα αφορά την ιεραρχία, την ένταξη και τον αποκλεισμό, τα όρια και τις συναλλαγές πέρα από τις οριοθετήσεις»                 Mary Douglas

«Αφού πρέπει να τρώμε για να ζήσουμε, ας μάθουμε να το κάνουμε έξυπνα και με χάρη και ας προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τη σχέση του φαγητού με τις άλλες πείνες του κόσμου» M. F. K. Fisher

«Όταν ξυπνάς το πρωί, Pooh», είπε τελικά ο Γουρουνάκι, «ποιο είναι το πρώτο πράγμα που λες στον εαυτό σου;» / «Τι υπάρχει για πρωινό;» είπε ο Pooh.  / «Εσύ τι λες, Γουρουνάκι;» / «Λέω, αναρωτιέμαι τι συναρπαστικό θα συμβεί σήμερα;» είπε το Γουρουνάκι. / Ο  Pooh έγνεψε σκεφτικός και είπε «Είναι το ίδιο πράγμα».   A. A. Milne

«Ένας σοφός αρκούδος κρατά πάντα ένα σάντουιτς μαρμελάδας στο καπέλο του σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης» Michael Bond

(Η μετάφραση έχει ολοκληρωθεί)

Όλοι έχουμε μια δική μας ιστορία φαγητού. Προκύπτει μέσω των εμπειριών μας διαχρονικά με το φαγητό και την αίσθηση του εαυτού και της ταυτότητάς μας. Η στοιχειώδης φύση της τροφής και η σχέση της με το σώμα, την υγεία και την αίσθηση του ανήκειν  δημιουργούν μια βαθιά σχέση μεταξύ διατροφής,  φαγητού και ταυτότητας που συχνά είναι μπλεγμένη με κανόνες κι έλεγχο, φόβο, ντροπή, ενοχή και τραύμα. Η προσωπική μας αφήγηση του φαγητού χτίζεται με τις παιδικές αναμνήσεις γευμάτων και φαγητών καθώς κι από τα μηνύματα και τα μηνύματα και τις αφηγήσεις που διαποτίζουν το περιβάλλον και τον πολιτισμό μας. Αν εξετάσουμε τις αφηγήσεις μας σχετικά με την τροφή και το φαγητό, μπορεί να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι περίπλοκες και πολυεπίπεδες. Πιθανόν να δούμε ότι η δημιουργία και η συντήρηση αυτών των ιστοριών βρίσκεται στο σημείο όπου διασταυρώνονται (ή στο σημείο συνάντησης) οι πεποιθήσεις μας, τα συναισθήματα, οι αισθήσεις, η προσωπικότητα,  οι μνήμες της παιδικής ηλικίας, η οικογένεια, η εθνική ταυτότητα, η θρησκεία, η υγεία, η οικονομία, και ούτω καθεξής. Επομένως, για να ρίξουμε φως ή να αλλάξουμε την προσωπική μας αφήγηση πιθανότατα να χρειαστεί να εξερευνήσουμε ορισμένες από αυτές τις περιοχές.

Μια αφήγηση σχετικά με το φαγητό μπορεί να περιλαμβάνει ή να επικεντρώνεται σε ερωτήσεις όπως:

Ποια είναι η δική σας αφήγηση φαγητού; / Τι ρόλο παίζει το φαγητό στις οικογενειακές και φιλικές συγκεντρώσεις σας; Ποια είναι η σχέση σας με το φαγητό και με την προετοιμασία του; / Ποια είναι η δυναμική γύρω από το τραπέζι; / Πόσο επηρεάζουν η κουλτούρα σας και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης γενικότερα αυτό που τρώτε; / Υπάρχουν συνταγές που είναι ιδιαίτερα σημαντικές για εσάς και γιατί; / Πώς επηρεάζει το φαγητό άλλες πτυχές της ζωής σας; / Ποιες είναι μερικές από τις πρώτες και μεταγενέστερες σημαντικές αναμνήσεις που αφορούν φαγητό και γεύματα; / Υπάρχουν τραυματικά περιστατικά που σχετίζονται με το φαγητό; Χρησιμοποιείτε τακτικά το φαγητό ως μηχανισμό αντιμετώπισης στρες ή στενοχώριας;

Η προσωπική μας αφήγηση είναι ενσωματωμένη στον ευρύτερο κοινωνικό λόγο και στις αφηγήσεις που σχετίζονται με το φαγητό. Αυτή τη στιγμή, λόγου χάρη, υπάρχει μια αφήγηση για το σύστημα τροφίμων του κόσμου και ποικίλλει ανάλογα με την πηγή ή το πλαίσιο από το οποίο προέρχεται. Γίνεται πολύς λόγος γύρω από το θέμα της βιωσιμότητας των σημερινών συστημάτων τροφίμων. Αφορά την αναμενόμενη αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού στο εγγύς μέλλον, η οποία θα δημιουργήσει σημαντικές απαιτήσεις στην προσφορά τροφίμων του πλανήτη. Αναπόφευκτα, από τη στιγμή που θα συνειδητοποιήσουμε αυτό το παγκόσμιο ζήτημα, θα ενταχθεί στη προσωπική μας αφήγηση είτε ρητά είτε σιωπηρά, ανάλογα με τις περιστάσεις μας, την ευαισθησία μας σε παγκόσμια ζητήματα κι άλλους παράγοντες.

Οι διατροφικές πρακτικές και αφηγήσεις συνδέουν επίσης τους ανθρώπους ψυχολογικά, κοινωνικά, συναισθηματικά, ιστορικά. Οι ιστορίες οικογενειακών φαγητών και γευμάτων που επαναλαμβάνονται με την πάροδο του χρόνου γίνονται μακροχρόνιες αφηγήσεις και πολλές συλλογικές αφηγήσεις σχετικά με το φαγητό που επαναλαμβάνονται γίνονται πολιτιστικοί μύθοι. Και τα δύο είδη ιστοριών χρειάζεται να επανεξετάζονται γιατί δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τρέχουσες αλήθειες ή και ιστορικές πραγματικότητες. Επίσης, όταν έχουμε περισσότερη επίγνωση κι ενσυνειδητότητα γύρω από το φαγητό, μπορεί να ανακαλύψουμε ότι κουβαλάμε παράλληλα και μια σιωπηρή αφήγηση φαγητού κι επίσης, μπορεί να αποδίδουμε νόημα σε συγκεκριμένα φαγητά και πρακτικές  γύρω από το φαγητό που μπορεί να μην γνωρίζαμε προηγουμένως. Είναι επίσης ενδιαφέρον να εξερευνήσουμε τις διαφορετικές αφηγήσεις φαγητού με άτομα που βρίσκονται στις στενές μας σχέσεις ή με τα άτομα με τα οποία τρώμε συχνά. Για παράδειγμα, ο σύζυγός μου και εγώ έχουμε διαφορετική σχέση με το φαγητό και οι αφηγήσεις μας γύρω από αυτό κατά καιρούς διέφεραν σημαντικά, κι αυτό έχει γίνει πιο σαφές καθώς έχω υιοθετήσει μια πιο στοχαστική και διαλογιστική προσέγγιση της ζωής. Επειδή οι τροφές κι οι διαδικασίες γύρω από το φαγητό είναι ένα σημαντικό μέρος της καθημερινότητάς μας, όχι μόνο για την επιβίωσή μας, αλλά κι επειδή παίζουν σπουδαίο κοινωνικό ρόλο,  σχετίζονται με τη συμμετοχή σε ομάδες και μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως δείκτες ταυτότητας, έχουν χρησιμοποιηθεί ευρέως σε βάθος χρόνου  ως σήματα και κοινωνικοί κώδικες  (Food has widely been used as signs and social codes…)

Στην πραγματικότητα, μπορεί να μην υπάρχει τομέας της ανθρώπινης ζωή μας που να μην επηρεάζεται από το φαγητό. Ο Roland Barthes ισχυρίζεται ότι μέσω του φαγητού καταλαβαίνουμε τη σχέση μας με τον πολιτισμό κι ότι το φαγητό καθορίζει την πολιτιστική μας ταυτότητα, επιτρέπει τη συμμετοχή σε μια (περιφερειακή ή εθνική) συλλογικότητα, χρωματίζει την έμφυλη συμπεριφορά και πολλά άλλα. Οι ιστορίες που συνδέουμε με το φαγητό και τον τρόπο που γευματίζουμε μετατρέπονται μέσω της συμπεριφοράς και του λόγου σε πολιτιστικούς μύθους. Αυτές οι αφηγήσεις λειτουργούν επίσης ως ρητορική δύναμη που χρησιμοποιείται για να πείσει ή να επηρεάσει τους άλλους, κάτι που συχνά συμβαίνει κάτω από τη συνειδητή μας επίγνωση. Επειδή οι αφηγήσεις σχετικά με την τροφή και το φαγητό είναι συνυφασμένες  με τις καθημερινές μας πρακτικές, μπορούν εύκολα να γίνουν μηχανισμοί που επηρεάζουν κι ελέγχουν τις συμπεριφορές και τις επιλογές μας. Η ρητορική χειραγώγηση των σχετικών αφηγήσεων λαμβάνει χώρα σε πολλά πλαίσια και μπορεί να χρησιμεύσει ως μηχανισμός επηρεασμού της συμπεριφοράς,  των καταναλωτικών τάσεων και των πολιτικών επιλογών των ανθρώπων.

Σ’ ένα δοκίμιο που διάβαζα σχετικά με το φαγητό και τις σχετικές αφηγήσεις στον δημόσιο χώρο, η συγγραφέας προτείνει μερικές βασικές ερωτήσεις που μπορούμε να κάνουμε για να διακρίνουμε μηνύματα που μεταδίδονται μέσω αυτών των αφηγήσεων:

Ποια είναι τα μηνύματα; / Ποιος τα στέλνει; / Ποιος είναι ο αποδέκτης αυτών των αφηγήσεων; / Ποια μπορεί να είναι η αδιευκρίνιστη ατζέντα;

Μερικές ακόμη ερωτήσεις που θα μπορούσαμε να κάνουμε είναι:

Ποια είναι τα σιωπηρά μηνύματα; / Ποιες είναι οι συνέπειες αυτών των μηνυμάτων σε συγκεκριμένα πεδία της ζωής μας; / Πώς μπορούν αυτά τα μηνύματα να επηρεάσουν τις συμπεριφορές μας;

Εάν προσεγγίσουμε την όλη διαδικασία του φαγητού με ενσυνειδητότητα κι αρχίσουμε να αναγνωρίζουμε τις δικές μας προσωπικές αφηγήσεις, αλλά και τις ιστορίες που κυκλοφορούν στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, τότε ως άτομα μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε περισσότερο το άρρητο υλικό μας για να θεραπεύσουμε ή να αλλάξουμε αυτό που δεν μας εξυπηρετεί στο παρόν, αλλά κι ως καταναλωτές και πολίτες ν’ αποκτήσουμε περισσότερη επίγνωση της πολιτικής των αφηγήσεων σχετικά με το φαγητό. Είναι λογικό ότι εφόσον το φαγητό καταλαμβάνει μεγάλο μέρος της ύπαρξής μας, θα ήταν χρήσιμο να το αντιμετωπίζουμε με περισσότερη κριτική σκέψη.  Εξάλλου, το φαγητό αντανακλά ατομικές και πολιτιστικές αξίες και οι σχετικές αφηγήσεις μπορούν να ασκήσουν μεγάλη επιρροή. Επομένως, το να μην έχουμε επίγνωση αυτής της πραγματικότητας  μας κάνει ευάλωτους στη χειραγώγηση. Στο δημόσιο τομέα, οι αφηγήσεις γύρω από το φαγητό και τη διατροφή μπορεί να λειτουργήσουν ιδεολογικά για να διατηρήσουν κοινωνικές δομές και πολιτισμικά συστήματα. Σε μια διατριβή που διάβαζα πρόσφατα, υποστηρίζεται ότι οι αφηγήσεις αυτές αποτελούν μέρος των πολιτιστικών μέσων που εκπαιδεύουν τους πολίτες, καλλιεργούν την αίσθηση του ανήκειν κι ενισχύουν την έννοια του πολίτη και της εθνικής ταυτότητας. Για παράδειγμα, όταν ομάδες ανθρώπων κάνουν παρόμοιες συσχετίσεις για τα ίδια φαγητά, τότε αποκτούν μια κοινή αφήγηση. Όταν όμως αυτό επιτυγχάνεται χωρίς τη συνειδητή συμμετοχή των ίδιων των πολιτών, που πρακτικά σημαίνει ότι οι καταναλωτές δεν έχουν επίγνωση αυτής της διαδικασίας πειθούς, τότε είναι ευάλωτοι σε χειραγώγηση. Κι είμαστε όλοι ευάλωτοι στην κρυφή πειστική δυνατότητα των αφηγήσεων φαγητού, επειδή γενικά το φαγητό συνήθως είναι μια συμμετοχική, ευχάριστη και κυρίως μη στοχαστική πρακτική (non-reflective practice).  Λόγου χάρη, οι αφηγήσεις σχετικά με το φαγητό μπορούν να δημιουργήσουν μιαν αίσθηση κοινότητας μεταξύ των ψηφοφόρων και της περιφερειακής ή εθνικής τους ταυτότητας. Μια συγκεκριμένη κουζίνα ή ορισμένα φαγητά και πιάτα μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να αυτοπροσδιοριστούν,  αλλά αυτός ο αυτοπροσδιορισμός μπορεί επίσης να οδηγήσει στη δημιουργία κλειστών ομάδων και «ξένων».

Όπως συμβαίνει με όλα τα πράγματα, όταν η ενασχόληση με το φαγητό, το μαγείρεμα και την διαδικασία των γευμάτων γίνεται με περισσότερη ενσυνειδητότητα μπορεί να μας αποκαλύψει πολλά σχετικά με το παρελθόν, τις προτιμήσεις μας, τυχόν τραυματικές εμπειρίες, ξεπερασμένες ή ψευδείς πεποιθήσεις,  στρατηγικές αντιμετώπισης του στρες, την υγεία και τις σχέσεις μας, τη δυναμική  γευμάτων, τις διατροφικές ανάγκες του σώματός μας, τυχόν επιρροές και μηνύματα που μπορεί να μην γνωρίζουμε, την ευρύτερη πολιτική του φαγητού και πώς χρησιμοποιούνται οι συγκεκριμένες αφηγήσεις για να μας πείσουν στη δημόσια σφαίρα. Η επιλογή του φαγητού μας [όταν έχουμε επιλογή, γιατί για εκατομμύρια ανθρώπους η εξασφάλιση οποιουδήποτε είδος φαγητού είναι η μόνη προτεραιότητα] και οι τρόποι που τρώμε αποκαλύπτουν πολλά για εμάς όπως τα παιδικά μας χρόνια, την καταγωγή μας, το πολιτισμικό μας υπόβαθρο, την κοινωνική μας θέση και τις αξίες μας. Όταν το φαγητό μοιράζεται με άλλους αποκαλύπτει και ιδιότητες της σχέσης που έχουμε μαζί τους. Ο Edward Espe Brown λέει: «Μετά από πολλά χρόνια, ανακάλυψα ότι, αν μπορούσα να σχετιστώ με το φαγητό με εγκάρδια συμπόνια, τελικά θα μπορούσα να μάθω να συμπεριφέρομαι στους ανθρώπους με αγάπη και σεβασμό και θα μπορούσα να αγγίζω τις πληγές μου με τρυφερότητα». Γενικότερα, το να ζεις με περισσότερη ενσυνειδητότητα ή στοχαστικότητα και να αναζητάς γνώση είναι σημαντικό κι επιτρέπει περισσότερη ελευθερία δράσης και αυτό-καθορισμού. Η πιο προσεκτική ενασχόληση με το φαγητό μπορεί να μας ωθήσει σε πιο υγιεινές επιλογές. Μπορεί επιπλέον να φέρει στο προσκήνιο ένα αίσθημα ευγνωμοσύνης και μια αυξημένη επίγνωση της ανάγκης ν’ ανακουφιστούν από την πείνα οι άνθρωποι στον πλανήτη μας.