Η πολιτική διάσταση του τραύματος και η γλώσσα

Η πολιτική διάσταση του τραύματος και η γλώσσα                               

Τόνια Αλεξανδρή, Φεβρουάριος, 2015

‘Γεννημένος εκτός των τειχών (o πατέρας μου) πάλευε όλη του τη ζωή να μπει μέσα. Το ίδιο έγινε και με μένα. Έφαγα τη ζωή μου να περάσω εντός των τειχών μιας άλλης κοινωνίας’ (Μητέρες και Γιοί, Θοδωρής Καλλιφατιδης, 2007)

Έχω γράψει σε διάφορα κείμενα που δημοσιεύονται εδώ σχετικά με τους λόγους πίσω από την απόφασή μου να δημιουργήσω αυτήν την ιστοσελίδα, που ουσιαστικά ήταν απόφαση να σπάσω επιτέλους τη σιωπή.  Ωστόσο, πρέπει να αναφέρω ότι αυτός ο ιστότοπος είναι μόνο μια πτυχή του αγώνα μου για αποκατάσταση και για δικαιοσύνη, και μπορώ πλέον να προσθέσω ότι αυτό το ταξίδι μου επέτρεψε να μετατρέψω απτές αδικίες σε νομικές μάχες. Τελικά είναι όλα μέρος μιας τεράστιας προσπάθειας για αποκατάσταση, επούλωση και δικαιοσύνη και καθώς ο καθένας μας επουλώνει και παλεύει για κάποια δικαιοσύνη, η δυναμική γύρω μας αλλάζει και κάποια μεγαλύτερη αλλαγή πέρα από τη δική μας λαμβάνει χώρα. Το παρόν κείμενο επικεντρώνεται περισσότερο στις πολιτικές διαστάσεις και στο συνεκτικό νήμα των αδικιών που η οικογένειά μου και εγώ έχουμε συνεχώς υποστεί σε πολλαπλά πλαίσια. Τελικά, το τραύμα και η κακοποίηση, οι διακρίσεις, η στόχευση και η παρενόχληση, ο εκφοβισμός και οι παραβιάσεις των δικαιωμάτων είναι πολιτικά. Νομίζω ότι είναι σημαντικό να αναφέρω εδώ ότι η σχετική βιβλιογραφία, οι στατιστικές και τα ευρήματα ερευνών δείχνουν ότι η θυματοποίηση κατά την παιδική ηλικία όχι μόνο ενθαρρύνει αλλά και διευκολύνει την εκ νέου θυματοποίηση και χειραγώγηση στην ενήλικη ζωή. Οι επιζώντες συνήθως στοχοποιούνται και στερούνται των δικαιωμάτων τους σε πολλά διαφορετικά πλαίσια πριν επιτέλους καταφέρουν να σπάσουν τη σιωπή ή να κατανοήσουν τη δυναμική της θυματοποίησης τους. Ωστόσο, παρόλο που δεν θα επεκταθώ σε αυτό το θέμα εδώ, κάνω αναφορά σε αυτές τις μελέτες σε άλλα μέρη αυτής της ιστοσελίδας. Επιπλέον, θα ήθελα να αναφέρω ότι, αν και συχνά χρησιμοποιώ τον όρο ‘επιζώντες’ είναι απαραίτητο να έχουμε κατά νου ότι αυτή η ιδιότητα είναι μόνο μια πτυχή της ταυτότητάς τους.  Οι επιζώντες είναι πολλά περισσότερα πράγματα από τα τραύματα και τις πληγές που έχουν βιώσει. Τέλος, σε αυτήν εδώ την ανάρτηση κάνω μια σύντομη αναφορά στο πώς η γλώσσα μας καθορίζει και πως συνδέεται άρρηκτα με την ταυτότητά μας και επίσης εν μέρει εξηγώ γιατί αυτή η ιστοσελίδα έπρεπε να είναι δίγλωσση, – εκτός από τον προφανή λόγο ότι η χρήση δύο γλωσσών μου δίνει τη δυνατότητα να επικοινωνήσω με ένα ευρύτερο κοινό.

Κατ ‘αρχάς, η εθνικότητα, η πατρίδα, η μετανάστευση, η γλώσσα και η διγλωσσία και η ταυτότητα ήταν πάντα σημαντικά ζητήματα για μένα και συνυφασμένα με τις αδικίες και τις ζημίες που έχω υποστεί. Πολλά από αυτά τα ζητήματα έχουν ανακύψει και στα σχέδια μου, τόσο στο παρελθόν όσο και σε αυτή την τελευταία σειρά σχεδίων. Επίσης έχω ερευνήσει και επεξεργαστεί αυτά τα θέματα σε εκπαιδευτικά πλαίσια. Συγκεκριμένα, έχω ασχοληθεί με τα θέματα της μετανάστευσης, της γλώσσας, της ταυτότητας, της μετάβασης και προσαρμογής σε ένα project  με τίτλο Migration for Love:  ‘A social psychoanalytically informed exploration of identity transitions in women who have immigrated to partners’ country’. Όπως ανέφερα και στην προηγούμενη ανάρτηση, η εμπειρία και η γνώση, η έρευνα και τα δοκίμια βρίσκονται πάντοτε εντός κάποιου χρονικού και χωρικού πλαισίου (situated in context) και ενός συγκεκριμένου θεωρητικού πλαισίου. Η συγκεκριμένη εργασία μου, βρίσκεται εντός ενός κοινωνικό- ψυχαναλυτικού πλαισίου, το οποίο επιτρέπει την εξερεύνηση ασυνείδητων διαδικασιών κατά τη διάρκεια της μετανάστευσης των γυναικών στη χώρα του συντρόφου τους και πώς αυτές μπορεί να διαμορφώνουν την αίσθηση του εαυτού τους. Διεξήχθηκαν συνεντεύξεις (semi-structured interviews), οι οποίες έδιναν στις  ερωτηθείσες την ελευθερία να διηγηθούν την ιστορία τους και επίσης χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της αφηγηματικής συνέντευξης και του ελεύθερου συνειρμού (free-association narrative interview method) προκειμένου να συγκεντρωθούν πιο πολύπλοκες πληροφορίες. Οι δικές μου διαπιστώσεις φάνηκαν να υποστηρίζουν τους ισχυρισμούς του Akhtar και άλλων ότι ορισμένοι παράγοντες όπως η εκμάθηση της νέας γλώσσας, καθώς και η αποδοχή της πολιτιστικής ποικιλομορφίας, μεταξύ πολλών άλλων παραγόντων, μπορεί να διευκολύνει την προσαρμογή και μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση μιας νέας ‘υβριδικής ταυτότητας’, η οποία «δεν αποτελεί μια σύνθεση αλλά ίσως μια πολλαπλότητα εαυτών» (Copelman, 1993, cited in Akhtar, 2004). Συγκεκριμένα, γίνεται δεκτό ότι η γλώσσα δεν είναι ένα ουδέτερο μέσο έκφρασης, αλλά αποτελεί στοιχείο συγκεκριμένου πολιτισμικού πλαισίου (situated in the culture). Είναι  προϊόν συγκεκριμένων πολιτισμών και αντανακλά τη ζωή σε ένα συγκεκριμένο χρόνο και τόπο. Στην πραγματικότητα, οι ερωτηθείσες έδιναν ιδιαίτερη σημασία στην εκπαίδευση και στη γλώσσα. Και οι δύο φοβούνταν ότι ο πολιτισμός και η γλώσσα των συντρόφων τους θα μπορούσε να ‘καταπιεί’ τα παιδιά τους, να επιφέρει απώλεια του εαυτού και να διακόψει τελικά την πολιτισμική συνέχεια. Δεν θα μπω σε αυτά τα θέματα σε βάθος εδώ, ούτε θα αναρτήσω ολόκληρη την εργασία, αλλά ελπίζω ότι έχει γίνει κάπως σαφές ότι η γλώσσα και η ταυτότητα είναι συνυφασμένες. Ως εκ τούτου, οι δύο γλώσσες παίζουν σημαντικό ρόλο στη ζωή μου και αντικατοπτρίζονται στα πράγματα που δημιουργώ. Και οι δύο γλώσσες με καθορίζουν και αμφιταλαντεύομαι μεταξύ τους σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Έχω χρησιμοποιήσει και τις δύο γλώσσες στα σχέδια μου και χάρτες από μέρη που έχω ζήσει απεικονίζονται σε αυτά. Συχνά αισθάνομαι να αιωρούμαι μεταξύ των δύο γλωσσών, των δύο φυσικών χώρων και των δύο κοινωνικό-πολιτισμικών πλαισίων. Οι δύο ταυτότητες και πολιτιστικές επιρροές βρίσκονται σε συνεχή αλληλεπίδραση, όπως συμβαίνει σε όλους τους μετανάστες, τους πρόσφυγες ή δίγλωσσα άτομα.

Ερχόμενη να ζήσω σε μια χώρα με την ιστορία της Ελλάδας αυξήθηκαν οι πιθανότητες παραβιάσεων δικαιωμάτων και διακρίσεων με βάση την διαφορετικότητα. Για όσους δεν γνωρίζουν την ελληνική πραγματικότητα θα πρέπει να αναφέρω ότι στην Ελλάδα εξακολουθεί κανείς ακόμη να αντιλαμβάνεται ή να βιώνει τις συνέπειες των συνθηκών που αναπτύχθηκαν μετά τον εμφύλιο πόλεμο που έλαβε χώρα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Πολλοί άνθρωποι έχουν διωχθεί και θυματοποιηθεί για τις πολιτικές απόψεις και γνώμες τους ή για την  διαφορετικότητα τους. Μην ξεχνάμε ότι η Ελλάδα είναι η χώρα της οποίας τα όμορφα νησιά χρησιμοποιήθηκαν ως τόποι εξορίας για πολιτικούς κρατούμενους μέχρι τη δεκαετία του ’70! Τέλος πάντων, για να επιστρέψω στην προσωπική μου εμπειρία, νομίζω ότι είναι καιρός πλέον πολύ σύντομα, να αναφέρω ορισμένες μόνο από τις απτές διακρίσεις και αδικίες. Λόγου χάρη, παρόλο που οι γονείς μου ήταν Έλληνες μετανάστες, σύμφωνα με τα νομικά έγγραφα μου τουλάχιστον, μου στέρησαν την ελληνική ιθαγένεια και μου χορηγήθηκε άδεια παραμονής. Έμεινα σε αυτή την κατάσταση παρά τις επισκέψεις μου στις ελληνικές αρχές και παρά τις υφιστάμενες νομοθεσίες της εποχής (δεκαετία του 1980). Όταν έκλεισα τα 21 μου αρνήθηκαν κατάφωρα το δικαίωμα ψήφου. Υποθέτω ότι οι πολιτικές προτιμήσεις μου δεν ήταν της αρεσκείας τους. Παρά το γεγονός ότι, ήμουν ελληνικής καταγωγής,  απέκτησα την Ελληνική υπηκοότητα μόνο επειδή έτυχε να παντρευτώ Έλληνα πολίτη. Ωστόσο, παρόλο που στερήθηκα την ιθαγένεια και το δικαίωμα ψήφου, σε άλλα πλαίσια δεν με θεωρούσαν μετανάστρια ή ξένη. Για παράδειγμα, συμμετείχα στις εισαγωγικές εξετάσεις του πανεπιστημίου με τους Έλληνες υποψήφιους, όχι τους μετανάστες, τους ξένους ή Κύπριους υποψήφιους, κάτι  που θα μου είχε προσφέρει το πλεονέκτημα περισσοτέρων επιλογών πανεπιστημίων και ευκολότερης πρόσβασης σε αυτά. Πολιτικές διακρίσεις και παραβιάσεις δικαιωμάτων λόγω διαφορετικότητας ή πολιτικών απόψεων έχουν συμβεί σε όλη τη διάρκεια της ζωής μου. Ωστόσο, η στοχοποίηση και καταδίωξη ενός ατόμου λόγω πεποιθήσεων, εθνικότητας ή θρησκείας έχει τεράστιο αντίκτυπο σε όλους τους τομείς της ζωής του.

Ο Θοδωρής Καλλιφατίδης έχει ασχοληθεί με αυτά τα θέματα στα βιβλία και τα άρθρα του. Έχει γράψει για τον περιθωριοποιημένο μετανάστη και για ανθρώπους που ζουν στην εξορία, για ζητήματα γλώσσας και ταυτότητας και για βιώματα προσωπικά στην Ελλάδα. Στο βιβλίο Σύγχρονη Ελληνική Λογοτεχνία: Κριτικά Δοκίμια (Modern Greek Literature: Critical Essays), η Monika Kallan γράφει για την έντονη επίδραση που είχε πάνω του η αλλαγή από την πρώτη γλώσσα στην δεύτερη και πως η γραφή σε μια νέα γλώσσα μεταμόρφωσε  το παρελθόν και το παρόν και άλλαξε την ταυτότητα του. Ο Καλλιφατίδης γεννήθηκε στην Ελλάδα σε ένα μικρό χωριό το 1938. Ο πατέρας του ήταν Έλληνας πρόσφυγας από την Τουρκία. Αργότερα, κατά την παιδική του ηλικία, η οικογένεια του αναγκάστηκε να αφήσει το χωριό που είχαν εγκατασταθεί και να μετακομίσει στην Αθήνα, λόγω των πολιτικών απόψεων του πατέρα του. Γράφει ‘Ο πατέρας μου είχε πάρει όρκο να μην ξαναπατήσει το πόδι του στο χωριό.  Είχε δυο πατρίδες και καμία δεν τον χωρούσε. Φυγάς από την Τουρκία έγινε πρόσφυγας στην Ελλάδα. Πως μπόρεσαν οι συγχωριανοί να του φερθούν έτσι όπως του φέρθηκαν; Ποιος ή ποιοι τον είχαν καταδώσει στους Γερμανούς; Μπορούσε να υπάρξει άλλη εξήγηση από το ότι δεν ήταν ντόπιος; Πικραμένος, πληγωμένος και περήφανος αναγκάστηκε να βρει την πατρίδα του μέσα του, ξένος ανάμεσα σε ξένους στην Αθήνα’ (Τα περασμένα δεν είναι όνειρο’, 2012, Εκδόσεις Γαβριηλίδη).  Στις αρχές της δεκαετίας του 60, μετανάστευσε στη Σουηδία, όπου και συνεχίζει να ζει. Γράφει και στις δυο γλώσσες και εξερευνά θέματα που αφορούν την ταυτότητα, τη γλώσσα, την μετανάστευση και τις διακρίσεις που έχουν ως αφετηρία την ιδεολογία και την τάξη.

Τα παρακάτω αποσπάσματα είναι από το βιβλίο του ‘Τα περασμένα δεν είναι όνειρο’, 2012, Εκδόσεις Γαβριηλίδη

‘Στο χωριό ήταν διαφορετικά, τους ήξερα όλους και με ήξεραν όλοι, έλεγα ότι μου ερχόταν, τα λόγια βγαίναν από το στόμα μου ξαφνικά και γρήγορα σαν χελιδόνια. Ίσως αυτό να είχε στο μυαλό του ο Όμηρος όταν μιλούσε για τα πτερόεντα έπη. Δεν το καταλάβαινα τότε. Πολύ αργότερα, μετανάστης στη Σουηδία, μου συνέβη ακριβώς το ίδιο. Το αυτονόητο της ζωής χάθηκε και έγινε μια απώλεια που δεν περιγράφεται. Το αυτονόητο είναι απερίγραπτο, γι’ αυτό είναι αυτονόητο’.

‘Ο γιος του δασκάλου από τους Μολάους αρνιόταν να αλλάξει αυτά που είχε κληρονομήσει με εκείνο που του πρόσφερε η πόλη και που ποτέ δεν θα γίνονταν δικά του. Αρνιόταν τα πάντα…… Οι φυλακές και τα νησιά εξορίας ήταν ακόμη γεμάτα πολιτικούς κρατούμενους…… Εν ολίγοις ήμουν ακόμη στο χωριό μου, όπου ένας άντρας στέκεται ίσιος σαν κυπαρίσσι κι ακίνητος σαν πέτρα’.

‘Ήταν το 1956. Τα σχέδια για το μέλλον ήταν σαφή. Θα συνέχιζα στο πανεπιστήμιο είτε Νομικά που ονειρευόταν ο πατέρας είτε στη Φιλοσοφική Σχολή που ονειρευόμουν εγώ. Οι περισσότεροι υποψήφιοι πέρασαν με φροντιστήρια. Εγώ ούτε τα αναγκαία οικονομικά είχα για κάτι τέτοιο, ούτε νόμιζα ότι το χρειαζόμουν. Μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν το πιστοποιητικό που έπρεπε να παρθεί από την αστυνομία που θα επιβεβαίωνε ότι ήμουν γνήσιος Έλληνας με μητρώο λευκό σαν την φέτα’.

‘Εγώ δεν θα συνέχιζα την δουλειά του πατέρα. Αντίθετα θα κληρονομούσα τη μοίρα του. Θα γινόμουν κι εγώ φυγάς και ξένος’.

‘Είχα ξαναρχίσει να γράφω, μα κάτι περίεργο συνέβαινε. Τα ελληνικά δεν κολλούσαν με την ζωή μου, με την πόλη, με τον καιρό, με τα δέντρα και τις λίμνες, τον ήλιο, τον ουρανό και τα σύννεφα. Αισθανόμουν σα να τραγουδούσα φάλτσα. Είχα αρχίσει να τα ξεχνώ; Όχι. Κάθε μέρα έκανα παρέα με Έλληνες, διάβαζα εφημερίδες, έβγαζα λόγους σε διάφορες συναντήσεις κατά της χούντας. Όμως τη σουηδική πραγματικότητα δεν μπορούσα να την πλησιάσω με τη γλώσσα μου. Η σουηδική πραγματικότητα είχε τη γλώσσα της’.

References

Akhtar, S (2004) Immigration and Identity: Turmoil, Treatment and Transformation, Oxford, Aronson.

Course Team (2007) in M. Horton-Salway, Project Booklet, The Open University.

Hollway, W. (2009) ‘Applying the ‘Experience-Near’ Principle to Research: Psychoanalytically Informed Methods’, Journal of Social Work Practice, vol.  23, no. 4, pp. 461-474.

Hollway, W. & Jefferson, T. (2000) Doing Qualitative Research Differently: Free-Association Narrative and Interview Method, London, Sage.

Καλλιφατίδης, Θ (2007), Μάνες και Γιοι, Εκδόσεις Γαβριηλίδη

Καλλιφατίδης, Θ (2012), Τα περασμένα δεν είναι όνειρο, Εκδόσεις Γαβριηλίδη

Mercer -Marchetti, M. (2008) ‘South Africans in flux: Exploring the mental health impact of migration on family life,’ African Journal of Psychology 2009, vol. 12, pp. 129-134.

Comments are closed.