Το σώμα κρατά το σκορ

‘Το σώμα κρατά το σκορ’, Bessel van der Kolk
(Τόνια Αλεξανδρή-Οκτώβρης 2013)

Θυμάμαι το σοκ μου όταν πριν μερικά χρόνια τελικά κατάλαβα γιατί δεν είχα καμία ανάμνηση ενός μεγάλου μέρους της σχολικής χρονιάς της έκτης τάξης και γιατί δεν υπήρχε το τελικό απολυτήριο του σχολείου μαζί με όλα τα άλλα αποδεικτικά μου, τίποτα που να αποδεικνύει ότι είχα υπάρξει για το μεγαλύτερο μέρος εκείνης της σχολικής χρονιάς. Ήταν σαν κάποιος να με είχε ξεριζώσει από την παιδική μου ηλικία και τη σχολική πραγματικότητα για ένα σχεδόν χρόνο και στη συνέχεια να με είχε τοποθετήσει σε μια άλλη χώρα, για να ξεκινήσω το γυμνάσιο. Όπως συμβαίνει με τους επιζώντες τραυμάτων η μνήμη μου ήταν κατακερματισμένη με κενά ωσάν κομμάτια της ιστορίας της ζωής μου να έλειπαν. Από την άλλη μεριά, πολλά τραυματικά γεγονότα που θυμόμουν ήταν σαν νησιά επώδυνων και θλιβερών εμπειριών που έπλεαν σε σκοτεινά νερά. Και όπως επίσης συμβαίνει με τους επιζώντες επιβίωνα και ανταπεξερχόμουν είτε μέσω της διάσχισης τραυματικών αναμνήσεων και μείωσης της σοβαρότητας του τραύματος, είτε βρισκόμουν σε άρνηση όσον αφορά στις επιπτώσεις των τραυματικών εμπειριών. Αυτό βέβαια είχε ένα ψηλό τίμημα, γιατί ακόμα κι αν συχνά έχουμε μικρή ή καθόλου συνειδητή επίγνωση των τραυματικών εμπειριών μας, οι επιπτώσεις των τραυμάτων συνεχίζουν να εμφανίζονται και να εκδηλώνονται στο σώμα μας. Κι ενώ η μερική αμνησία και η διάσχιση με βοηθούσαν να λειτουργώ ικανοποιητικά στην καθημερινή μου ζωή, το σώμα μου δεν μου επέτρεπε να αγνοώ το τραύμα, θυμίζοντας μου συνεχώς την κακοποίηση, ωσάν η συχνή σωματική δυσφορία και οι πόνοι να ‘γκρίνιαζαν’ για να αντιμετωπίσω την αλήθεια. Εκτός από δυσκολίες στον ύπνο, και υψηλά επίπεδα στρες υπέφερα από ατελείωτους εναλλασσόμενους φυσικούς  πόνους χωρίς καμία οργανική βάση. Τα συμπτώματα ήταν ποικίλα και εναλλάσσονταν με ταχείς ρυθμούς, αλλά αρκετά από αυτά τα υπέμενα ή τα αγνοούσα, αφού είχα αποφασίσει να μην επιτρέπω σε αυτά τα συμπτώματα που δεν είχαν κάποια οργανική βάση, να μου καθορίζουν τη ζωή. Επίσης πλήρωνα υπέρογκους λογαριασμούς σε γιατρούς που συνήθως πρόσφεραν πολύ λίγη βοήθεια και καμία εξήγηση.

Το σώμα μου

‘Η μητέρα μου ήξερε ότι οι πόνοι στο στομάχι μου έκρυβαν μικρές λύπες, και εκείνες τις στιγμές  μου επέτρεπε να φωλιάζω κοντά της’ Kathe Kollwitz http://www.moma.org/collection/artist.php?artist_id=3201

Αρχικά στην παιδική μου ηλικία εμφανίστηκαν σωματικά συμπτώματα που μεταμφίεζαν την απελπισία και το άγχος μου με τη μορφή σοβαρών κρίσεων άσθματος. Το άσθμα αντανακλούσε τα συναισθήματα μου και την κακοποίηση με μια απτή μορφή και αυτή η εμπειρία και ο φόβος της ασφυξίας απεικονίζονται σε πολλά από τα σχέδιά μου. Σύμφωνα με κάποιες θεωρίες θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι είχα γίνει ο ασθενής της οικογένειας (identified patient)  ή ότι η ευάλωτη υγεία μου είχε ομοιοστατική επίδραση (homeostatic influence) στη δυναμική της οικογένειας.. Από μια διαφορετική άποψη το άσθμα μου ήταν περισσότερο σαν μια κραυγή για βοήθεια και το άμεσο αποτέλεσμα της κακοποίησης και του φόβου, της σύγχυσης και του συνεχούς άγχους που υπέμενα σε τόσο νεαρή ηλικία. Η Stone (2004) γράφει ότι  ‘αν τα παιδιά δεν μπορούν να το πουν με λέξεις, το λένε με τη συμπεριφορά τους’ … ‘φοβούνται να κοιμηθούν, και ξυπνάνε ουρλιάζοντας από εφιάλτες …..  υποφέρουν από άσθμα ….’ , η Lily Pike γράφει ‘όλη μου τη ζωή υπέφερα συχνά από πονόλαιμο, λαρυγγίτιδα και άλλα αναπνευστικά προβλήματα … Αφότου θυμήθηκα το χέρι γύρω από το λαιμό μου που έπνιγε τις κραυγές μου ……. και επούλωσα την ανάμνηση …. σπάνια παθαίνω λοιμώξεις του λαιμού ή χάνω τη φωνή μου’ (cited in Mullinar and Hunt, 1997). Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η αυξημένη πίεση και το άγχος προκαλούν  την απελευθέρωση βλαβερών χημικών ουσιών που μπορούν να αυξήσουν τη φλεγμονή στους πνεύμονες. Εάν ένα παιδί είναι συνεχώς εκτεθειμένο σε ένα αγχωτικό περιβάλλον, αυτή η φλεγμονή μπορεί να γίνει μόνιμη, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε άσθμα (http://www.slideshare.net/pcawv/linkages-between-child-abuse-and-asthma-presentation-to-wvac-may-14-2013). Στην εφηβεία το άσθμα μου μεταμορφώθηκε σε λαρυγγίτιδα, συνεχή κρυολογήματα, πονόλαιμους, κλπ. Αργότερα οι πολλές ώρες διδασκαλίας απλώς χειροτέρευαν τα συμπτώματα και κάποια στιγμή ήταν σαν να ‘είχα  εξαντλήσει τη φωνή μου’. Κάποιος γιατρός μάλιστα μου είχε προτείνει να κάνω εγχείριση στις φωνητικές χορδές μου! Καθώς ξεκίνησα το ταξίδι της επούλωσης και σύνδεσα τα συμπτώματα με τις αναμνήσεις, τα συγκεκριμένα προβλήματα εξαφανίστηκαν ή μειώθηκαν δραστικά. Αργότερα και για πολλά χρόνια κάθε πρωί ξυπνούσα με πόνους σε όλο το σώμα, τους οποίους έμαθα να αντέχω ή να αγνοώ και τους οποίους ‘αποτίναζα’ στη διάρκεια της  ημέρας. Καθώς περνούσαν τα χρόνια ένιωθα σαν αυτοί οι εναλλασσόμενοι πόνοι να ήταν αναπόσπαστο μέρος του εαυτού μου, ραμμένοι στους μύες μου και υφασμένοι στη δομή μου. Τώρα ξέρω ότι  το σώμα μου απλώς θυμόταν και ότι πολλοί από τους σωματικούς πόνους μου ήταν μορφές αναβίωσης του τραύματος – σωματικές αναδρομές στο παρελθόν (somatic flashbacks) – οι οποίες περιελάμβαναν σωματικό πόνο και συμπτωματολογία και οι οποίες συνδέονταν άμεσα με τραυματικές αναμνήσεις.

‘Σωματοποίηση’

‘Αυτό που πληγώνει το μυαλό ή ραγίζει την καρδιά το σώμα το γνωρίζει. γίνεται ένα μουσείο γεμάτο με κειμήλια της παιδικής ηλικίας’ Linda Sanford

Είναι πλέον γνωστό ότι το τραύμα και η κακοποίηση είναι φυσιολογικές και ψυχολογικές εμπειρίες, οι οποίες επηρεάζουν το κεντρικό νευρικό σύστημα και προκαλούν βιολογικές αλλαγές που έχουν αντίκτυπο στην σωματική, συναισθηματική και πνευματική ευεξία μας και στην αίσθηση  ασφάλειας. Το τραύμα εκδηλώνεται στο σώμα μας με φυσικά συμπτώματα και ‘το σώμα δεν επιστρέφει αυτόματα στην κανονική του λειτουργία μόνο και μόνο επειδή το τραύμα έχει λήξει’ (Haddock, 2001). Όμως αυτή η σωματοποίηση της κακοποίησης και του τραύματος (που δεν  έχουμε επεξεργαστεί και διαχειριστεί) και που εκδηλώνεται με φυσικούς πόνους και  φυσικά συμπτώματα για τα οποία δεν υπάρχει ιατρική εξήγηση, μπορεί να προκαλέσει μακροπρόθεσμα και σοβαρά προβλήματα υγείας,. Αυτό συμβαίνει επειδή όταν το τραύμα λαμβάνει χώρα, το τμήμα του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για την καταγραφή του χρονικού και χωρικού πλαισίου και για την κατανόηση μιας κατάστασης απενεργοποιείται και ενεργοποιούνται οι πιο πρωτόγονες άμυνες μας. Ως εκ τούτου, το πλαίσιο και η αφήγηση (ιστορία) που συνδέονται με το τραύμα έχει χαθεί, και αυτό που μένει μπορεί να είναι η συμπτωματολογία του μετά-τραυματικού στρες και ιατρικώς ανεξήγητος σωματικός πόνος, πονοκέφαλοι, γυναικολογικά και γαστρεντερικά προβλήματα, χρόνια μυϊκή ένταση, καρδιαγγειακά προβλήματα, κλπ. Πιο συγκεκριμένα, η Herman (1997) υποστηρίζει ότι οι χρονίως τραυματισμένοι άνθρωποι παραπονιούνται για πολλά είδη σωματικών συμπτωμάτων, όπως είναι η ένταση, οι πονοκέφαλοι, οι γαστρεντερικές διαταραχές, οι πόνοι στην κοιλιά και στην πυελική περιοχή, οι πόνοι στην πλάτη, η ταχυκαρδία, η ναυτία, το αίσθημα πνιγμού. Η Engel (1989) υποστηρίζει επίσης ότι σωματικά συμπτώματα που μπορεί να έχουν ψυχολογική βάση περιλαμβάνουν πονόλαιμο, δυσκολία κατάποσης, κολπικό και πρωκτικό πόνο και λοιμώξεις, παθήσεις του δέρματος, μούδιασμα ή μυρμήγκιασμα των άκρων. Οι Levine και Frederick (1997) αναφέρουν ότι ‘η απώλεια της αίσθησης του δέρματος είναι μια κοινή φυσική εκδήλωση του μουδιάσματος και της αποσύνδεσης που βιώνουν οι άνθρωποι μετά από τραύμα’. Η Sanford (2006) επίσης υποστηρίζει ότι ‘εάν το αρχικό τραυματικό γεγονός  αποτελούσε μια εισβολή στο σώμα, το άτομο μπορεί να αισθάνεται έντονο σωματικό πόνο στην τραυματισμένη περιοχή. Επίσης έχει βρεθεί ότι οι άνθρωποι που υποφέρουν από συμπτώματα μετά-τραυματικού στρες μπορεί επίσης να υποφέρουν από πολλαπλά προβλήματα υγείας. Η Rothschild (2000) υποστηρίζει ότι η Διαταραχή του Μετά-Τραυματικού Στρες (PTSD) δεν είναι απλά μια ψυχολογική κατάσταση, αλλά μια διαταραχή με σημαντικές σωματικές συνιστώσες και ότι κατά την επούλωση των τραυματικών εμπειριών είναι σημαντικό να δίνεται προσοχή τόσο στο σώμα όσο και στο μυαλό γιατί τα τραυματικά γεγονότα έχουν αντίκτυπο και στο σώμα και στο νου. Επιπλέον, υπάρχουν αυξανόμενες ενδείξεις ότι το στρες και η διάσχιση επηρεάζουν τη σωματική μας εμπειρία και τις λειτουργίες του σώματος και ότι το χρόνιο άγχος προκαλεί μακροχρόνιες χημικές αλλαγές μέσα στο σώμα, οι οποίες περαιτέρω οδηγούν σε διεργασίες ασθένειας.

Σωματική επίγνωση  και επούλωση

‘Το τραύμα αποθηκεύεται στους ιστούς του σώματος μέχρι την ημέρα που θα εκφραστεί και θα επιλυθεί’ Linda Sanford

‘Επειδή οι επιπτώσεις του ψυχικού τραύματος επιμένουν μπορεί να προκύψουν σωματικά συμπτώματα από μια τραυματική αντίδραση σε κάποιο γεγονός του παρελθόντος που μπορεί να μην θυμόμαστε’, γιατί πολύ συχνά ‘ακόμα κι αν οι επιζώντες θυμούνται ελάχιστα ή τίποτα από τα γεγονότα εξακολουθούν να μαστίζονται από φυσικές αισθήσεις και συναισθηματικές αντιδράσεις που δεν είναι κατανοητές στο παρόν’(Levine & Frederick, 1997; Rothschild, 2000). Επίσης, οι μνήμες  έχουν αισθητήρια, συναισθηματικά και γνωστικά στοιχεία που μπορεί να βιωθούν ως φυσιολογικά συμπτώματα. Για παράδειγμα, ‘ο τοπικός πόνος μπορεί να εξαρτάται από την επανενεργοποίηση μιας τραυματικής μνήμης που συνδέεται με τις αισθητικοκινητικές αντιδράσεις μιας τραυματικής εμπειρίας του παρελθόντος’ (Bob et αl., 2013). Οπότε ακόμη κι αν οι επιζώντες δεν έχουν συνειδητή ανάμνηση ενός τραυματικού γεγονότος συχνά τα προβλήματα υγείας τους υποδηλώνουν ότι υπάρχει τραύμα σε αναμονή για επίλυση, και ως εκτούτου, η κατανόηση των πόνων μας και των φυσικών αισθήσεων είναι σημαντική προκειμένου να επουλωθούμε. Οι έρευνες συνεχώς αποδεικνύουν ότι το σώμα ‘τηρεί αρχείο’ για το τι έχει συμβεί. Με άλλα λόγια, τα σωματικά συμπτώματα και ο πόνος μπορεί να είναι ενδείξεις για το τι έχει υποστεί το σώμα. Τα σχετικά ευρήματα ερευνών επηρεάζουν τις νέες θεραπευτικές τεχνικές, οι οποίες περιλαμβάνουν και το σώμα έτσι ώστε οι άνθρωποι να αρχίσουν να κατανοούν τους εαυτούς τους, να θεραπεύουν το τραύμα, και να νιώθουν πιο ασφαλείς στο μυαλό και στο σώμα τους.. Οι Levine & Frederick (1997) τονίζουν τη σημασία της επίγνωσης του σώματος και το σημαντικό ρόλο που παίζει η εξερεύνηση των φυσικών αισθήσεων μας, στην κατανόηση, τη θεραπεία και την επούλωση του τραύματος. Ο Van der Kolk επίσης υποστηρίζει ότι για να βοηθήσουμε τους ανθρώπους να επουλωθούν από το τραύμα πρέπει να τους βοηθήσουμε να παραμείνουν στο σώμα τους και να κατανοήσουν τις φυσικές αισθήσεις του τραύματος που αναβιώνουν (cited in Rothschild, 2000). Μέσα από την δική μου προσωπική εμπειρία της επούλωσης  έχω πια συνειδητοποιήσει ότι οι πόνοι μου δημιουργούν έναν οπτικό χάρτη των βιωμάτων μου και ότι τα συμπτώματα και οι πόνοι μέσα στο χρόνο αντικατοπτρίζουν αυτά που έχω υποστεί, ωσάν ομάδες από τραυματικές μνήμες να εμφανίζονται στο σώμα μου με τη μορφή συγκεκριμένων συμπτωμάτων ή αισθήσεων. Και επίσης μέσω της διαδικασίας της επούλωσης έχω μάθει ότι μπορώ είτε να αγνοήσω τα σωματικά συμπτώματα είτε να μείνω με τον πόνο ή τα συμπτώματα και να επεξεργαστώ το υλικό που ανασύρεται και αυτό με τη σειρά του μου επιτρέπει να αποκτήσω βαθύτερη κατανόηση της σχέσης μεταξύ των πόνων, των σωματικών αισθήσεων, των συναισθημάτων, των σκέψεων και των τραυματικών περιστατικών. Η Engel (1989) υποστηρίζει ότι η συναισθηματική και ψυχική διάσπαση από το σώμα, που σήμαινε επιβίωση κατά τη διάρκεια της κακοποίησης τελικά γυρίζει πίσω σαν μπούμερανγκ, και προκειμένου να επουλωθεί κανείς, πρέπει να μάθει ξανά να ενσωματώνει (integrate) το σώμα με το μυαλό και τα συναισθήματα με τις σκέψεις. Στο βιβλίο Το Σώμα Θυμάται: Ψυχοφυσιολογία και Θεραπεία του Τραύματος η Rothschild επίσης υποστηρίζει ότι όταν το τραύμα διασπά το μυαλό και το σώμα, τότε οι άδηλες αναμνήσεις εικόνων, τα συναισθήματα, οι σωματικές αισθήσεις, και οι συμπεριφορές αποσυνδέονται από τα αποθηκευμένα γεγονότα και νοήματα των δηλωτικών αναμνήσεων του τραυματικού γεγονότος, είτε θυμόμαστε συνειδητά αυτά τα συμβάντα είτε όχι, οπότε η επούλωση του τραύματος απαιτεί τη σύνδεση όλων των πτυχών του τραυματικού γεγονότος. Η δηλωτική και άδηλη μνήμη πρέπει να γεφυρωθούν, προκειμένου να δημιουργηθεί μια συνεκτική αφήγηση των γεγονότων, καθώς και να τοποθετηθούν τα γεγονότα στο κατάλληλο χρονικό πλαίσιο στο παρελθόν του πελάτη (Rothschild, 2000).