23 Απριλίου, 2023                                                 Η μετάφραση θα ολοκληρωθεί σε λίγες μέρες

Καθάρισε γη και δημιούργησε……                            

«Φαντάζομαι τον εαυτό μου ως οικοδόμο που χτίζει σπίτια….. Αλλά απαντώ, η φύση του κτισίματος –της δημιουργικότητας– είναι να καθαρίζεις γη και να δημιουργείς». Natalie Goldberg, Thunder and Lightning 

«Και ούτως ή άλλως, δεν είναι αλήθεια ότι οι ψυχές μας συγχωνεύονται και ενσωματώνουν όλους όσους συναντάμε;» Natalie Goldberg,

«Καλλιεργώντας τις νοητικές λειτουργίες της προσοχής, της πρόθεσης και της επίγνωσης, ενισχύουμε την ικανότητά μας να εντοπίζουμε την πηγή του άγχους και στη συνέχεια να αξιοποιούμε την ικανότητά μας να προωθούμε την ενσωμάτωση / ενοποίηση, μετατρέποντας την ενέργεια της απειλής σε ώθηση προς την ανθεκτικότητα και την ηρεμία». Dan J. Siegel, MD

Η σημερινή ανάρτηση θυμίζει εφηβικές ιστορίες, περιλαμβάνει επίσης δυο νέα σχέδια, μια αναφορά στο βιβλίο της Natalie Goldberg, Thunder and Lightning / Κεραυνοί και Αστραπές, κι έναν σύνδεσμο  για το πιο πρόσφατο επεισόδιο του podcast του Being Well: https://www.rickhanson.net/being-well-podcast-releasing-obsessive-thoughts-rumination-ocd-and-dealing-with-fear/ , στο οποίο ο Δρ Rick και ο Forrest Hanson συζητούν την προσπάθεια του εγκεφάλου να λύσει  προβλήματα μέσω του αναμασήματος σκέψεων ως ένα είδος μηρυκασμού  / rumination, τις αρνητικές συνέπειες του υπερβολικού συλλογισμού, τους λόγους που μπορεί να κολλήσουμε σε ορισμένες σκέψεις και πώς μπορούμε να απελευθερώσουμε επαναλαμβανόμενες σκέψεις που μπορεί να μας προκαλούν εμμονή ή άγχος.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Προς το τέλος του βιβλίου η Natalie Goldberg [συγγραφέας, ζωγράφος, δασκάλα γραφής και κάποια που εξασκείται στο Ζεν διαλογισμό] μιλάει για το πώς συχνά μας φιμώνουν πολύ νωρίς μέσα από τις δικές της ιστορίες σχολικών εμπειριών. Το βιβλίο είναι δομημένο γύρω από ερωτήσεις που ενθαρρύνει τους ανθρώπους να κάνουν στον εαυτό τους ως μέρος της συγγραφικής πρακτικής. Στον επίλογο μιλά για μια εβδομάδα συγγραφικής δραστηριότητας  που είχε οργανώσει για τον εαυτό της μακριά από το σπίτι της. Σε σχέση με αυτό το χρονικό διάστημα που αφιέρωσε στη γραφή σε απομόνωση λέει: «…. Μόνη σου σε έναν μοναχικό γκρεμό κρεμασμένη από έναν απόκρημνο βράχο, με τα χέρια σου να αιμορραγούν. Η ίδια πάλη, ανοίγματα, παραίτηση, το ίδιο γδάρσιμο του εαυτού σου, η ίδια ταπεινότητα, η τελική κουρασμένη αποδοχή…» Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου διερεύνησε την ερώτηση: Για ποιον γράφεις; Μας λέει: «… Κι όμως εκείνο το βράδυ επανασυνδέθηκα με τη μοναδική μου αληθινή καταγωγή πριν από όλες τις άλλες: τον εαυτό μου. Την είχα παρακάμψει, προσπάθησα να τη κάψω στη φωτιά όταν έφυγα από το σπίτι στα δεκαοχτώ… Τώρα εκείνο το ορφανό υψωνόταν μπροστά μου. Για ποιον γράφεις; Γράφω για σένα. Για να καταγράψω πώς έβλεπες και ένιωθες πριν σε σωπάσουν. Για ποιον γράφεις; ξαναρώτησα. Γράφω για τον εαυτό μου – και μέσω του εαυτού μου γράφω για όλους…… Να τη θυμάσαι. Μείνε μαζί της. Έχεις αποκαλύψει μια αληθινή ρίζα. Στάσου μαζί της και θα μείνεις σταθερή στα πόδια σου. Δεν θα παραπαίεις. Ένα πέπλο είχε σηκωθεί. Είχα βρει ένα σπίτι πέρα από το σπίτι».

Η ανάγνωση του βιβλίου μου θύμισε πολλές διακριτικές αλλά και πιο έντονες στιγμές φίμωσης στο πέρασμα του χρόνου. Αναπόφευκτα ανασύρθηκαν και μερικές από τις δικές μου σχολικές εμπειρίες. Δεν ξεχνάς πραγματικά, αλλά τα αφήνεις στην άκρη, τελικά, δεν είμαστε σχεδιασμένοι για να έχουμε όλες τις εμπειρίες μας στο προσκήνιο του μυαλού μας, θα ήμασταν ανίκανοι να λειτουργήσουμε, θα καταρρέαμε, αν όλη μας η ζωή ήταν συνεχώς στο προσκήνιο του νου, διεκδικώντας την προσοχή μας. Έχουμε επίσης αποθαρρυνθεί από τα να μιλάμε για αυτά. Αντίθετα, διδασκόμαστε να μην κάνουμε φασαρία και να γινόμαστε πιο ανεκτικοί. Τις ανασταίνω εδώ γιατί πιστεύω ότι είναι απαραίτητο όλοι μας να αισθανόμαστε ασφαλείς να μιλήσουμε για αυτά τα θέματα. Η συζήτηση λιώνει το μούδιασμα, δημιουργεί ένα νήμα κατανόησης και θέασης του μοτίβου των εμπειριών μας. Μέσω της προσοχής, της επίγνωσης και της συζήτησης κάποια πράγματα μπορούν να αλλάξουν. Το να είμαστε ανοιχτοί σε πράγματα που μας έχουν πληγώσει μπορεί να αφυπνίσει τους άλλους σχετικά με τις δικές τους εμπειρίες και τις συστημικές και συχνά συστηματικές άδικες ή αποδυναμωτικές πρακτικές που συχνά τις θεωρούμε δεδομένες και οι οποίες μας οδηγούν σε παραίτηση.

Τα δύο τελευταία χρόνια του σχολείου η καθηγήτρια της ελληνικής γλώσσας ήταν παντρεμένη με τον καθηγητή των Θρησκευτικών. Είχαν διαφορετικές προσωπικότητες, αλλά τις ίδιες υποκείμενες πεποιθήσεις σχετικά με το ποιος μπορεί να μιλήσει και ποιος όχι, τι είναι αποδεκτό να ειπωθεί, ποιος δικαιούται να λάβει εκπαίδευση και ποιος όχι. Χρησιμοποιούσαν τη στρατηγική του να υπομένεις αρνητικές συνέπειες χωρίς λόγο, ή την πρόκληση αδικιών ως τρόπο αποθάρρυνσης και φίμωσης. Εκ των υστέρων, είναι ευκολότερο να δω ότι ενθάρρυναν ορισμένους μαθητές να συνεχίσουν περαιτέρω σπουδές  ενώ αποθάρρυναν άλλους. Φυσικά, εκείνη την εποχή το ευρύτερο πλαίσιο που συντηρούσε όλα αυτά δεν ήταν ορατό. Ωστόσο, αυτό που είχα στη διάθεσή μου ήταν οι παρατηρήσεις και τα συναισθήματά μου.

 

On one occasion, we were assigned to write about some topic of a socio-economic nature. At the time I was preparing to sit exams for Economic schools, so I found myself looking forward to engaging with the paper. When the teacher finally handed it back to me her commentary was that it was very good, but it could not be mine. An a priori assumption … with no room for further discussion The irony was that she immediately turned to praise the student sitting behind me, who had copied the whole assignment from a book, and whom I had advised to change the wording, in case the teacher had read it or understood that it wasn’t her own voice. …  In class I had felt embarrassed and on the verge of tears. Later at home I was able to get in touch with other feelings like anger and fear, but I pushed it all down so that I could keep returning to classes. We probably all received different lessons that day, but the residue of the embodied emotions is what is still left as an imprint after so many decades.

About the same time, during an RE class, her husband, out of the blue, asked about our opinion on abortions. This was totally out of the ordinary, because these were not the kind of topics discussed in class then, especially, in an RE class with a male teacher. Actually, there usually was not much discussion at all. It was the kind of class where the lesson could put you into deep sleep. He was probably bored himself most of the time and often told jokes that we had to make an effort to find funny. We often did our homework or read other things. As long as we kept quiet we were fine. He’d usually ask one of us to read out aloud the day’s lesson from our school book. We were then expected to learn this by heart and either recite it or answer questions during the next lesson. I had not raised my hand because I didn’t think it was a safe topic to discuss with him, and because I was not sure I even had an informed opinion around the matter at the time. And lo and behold, from all the hands raised in the air [there were about fifty girls in the class] he thought it best to ask me. What could I say? I hesitated and then I replied that it depended on the situation and it probably was a choice that women should make….

His reply came down on me like Damocles’ sword. He casually said “Great, you’ve earned yourself a 14/ 20 grade for the rest of the year”. Nobody got that grade in RE or PE or Art during the last year of school because grades mattered for those sitting university entry exams. No matter what effort I put in or how well I wrote in tests he never raised this grade. Lessons learnt: school is not necessarily a safe place, teachers do not always have our best interest in mind, it’s OK to punish others if we don’t like their views and those older or with authority can be mean and unjust deliberately. Above all, we learnt that it’s not safe to speak our mind.

I will end with an extract from the book, in which Goldberg writes about an old school teacher:

“What is the humming in my brain, the need to talk, this ineffable world I carry inside my physical body that I’m sure communicates out beyond my life and your death, that is held like a dust mote in the air, a swarm of bees, a drifting cloud? Mrs. Post, I’m not angry anymore – or afraid of you.  I think you understand this now.”

Extracts from the Being Well episode mentioned above:

“Ruminating …….could be focused on thoughts, it could be going back over and over again to rehashing a conversation, or revisiting some traumatic memory or period in your time, or worrying about the same thing over and over with a combination of thoughts, and feelings, and sensations. So the word comes from the ruminants [cows, sheep, goats, giraffes] who chew their cud productively to somehow extract nutrition from grass, separating out the cellulose from the nutrients…”

This human capacity [dogs and gorillas probably don’t ruminate] is the result of our neurological development as a species:

“… developments, neurologically, arguably, in the last couple 3 million years has been twofold, number one, our profoundly social brain, and our capacities for relationships of various kinds, and also our capacities to ruminate, in effect, our capacities to do what’s called mental time travel, to go into the future or the past, and be kind of lost in internal mini movies. That second capacity has lots of advantages, it enables us to learn from our past and to make plans for our future….”

“…. one of the things that the brain is trying to do when it’s ruminating is it’s trying to problem-solve ….  it’s a coping strategy, and as we go through life, we have to figure out what to do about different kinds of situations, and this problem-solving is occurring in the background of the brain, all the time, it’s one of its most important capabilities, but when we’re faced with a situation …. [in which] the how of solving it isn’t obvious to us, or it might not exist at all, and the brain can become really fixated on it, like replaying it over, over, analyzing every aspect of it…”

Rumination might also be a defense against certain experiences:

“Rumination is about, you could say, non-experienced experience, stuff that’s pushed down, warded off, disowned, kept at bay, and a lot of the journey is about softening, including, landing, tolerating, and learning……..  the rumination process is a defense against certain experiences…… very often, that’s the way to avoid experiencing something……”

Finally, Rick and Forrest Hanson also mention the importance of balancing closeness and distance when engaging with difficult material, and the importance of agency and acting out in the world. They provide several personal and other examples like: songs that get stuck in our mimd for weeks, closet fears and childhood fears of a monster lurking under the bed, fear of our partner dying next to us while sleeping, religion related obsessive thoughts, which is interesting to explore, imges and other material arisng during psychedelic experiences, a relentless inner critic, e.t.c.. They explore how feeling the hypothetical outcome of a dreaded experience or completing the gestalt or how exaggerating the obsession and “surrendering to the worst” can free us from fears or obsessive thinking:

Rick Hanson says: “…. when you dramatize it, and you even deliberately exaggerate it, and intensify it….. [For instance] you imagine that there is a part of you, because often these particular obsessions relate to parts [of ourselves]……  so then if you own that part of you, you’re bringing it into the ambit of your own influence, and so you could pretend to be that part which is like a creature, or a scientific but nasty critic, or something, or an evil Disney movie character, creepy, creepy kind of creature, Gollum, ….. and it goes back to this kind of saying, maxim from the Human Potential days, that one of the fastest ways to get off a position is to fully get on it, because then you kind of help the gestalt to complete….”

                                                                                                                Η μετάφραση έχει ολοκληρωθεί

Αναμνήσεις βιβλίων………                Μέρος δεύτερο        

Από το βιβλίο του Brené Brown  Daring Greatly / Τολμώντας Μεγαλειωδώς:

«Η ανησυχία για τη σπανιότητα είναι η εκδοχή του μετά-τραυματικού στρες της κουλτούρας μας. Συμβαίνει όταν έχουμε [ως ομάδα, ως κοινωνία] περάσει πάρα πολλά και αντί να ερχόμαστε κοντά για να θεραπεύσουμε τις πληγές μας (πράγμα που απαιτεί ευαλωτότητα) είμαστε θυμωμένοι και φοβισμένοι κι έτοιμοι για καυγά  [ο ένας έτοιμος να πνίξει τον άλλον]».

«Ζούμε σε έναν κόσμο όπου οι περισσότεροι άνθρωποι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η ντροπή είναι ένα καλό εργαλείο για να κρατάνε τους ανθρώπους σε τάξη. Όχι μόνο είναι λάθος, αλλά είναι και επικίνδυνο. Η ντροπή συσχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με τον εθισμό, τη βία, την επιθετικότητα, την κατάθλιψη, τις διατροφικές διαταραχές και τον εκφοβισμό [το bullying]».

«Επειδή ο κυνισμός, η κριτική, η σκληρότητα και η ψυχρότητα είναι ακόμη καλύτερα από την πανοπλία – μπορούν να γίνουν όπλα που όχι μόνο κρατούν την ευαλωτότητα σε απόσταση, αλλά μπορούν επίσης να προκαλέσουν τραυματισμό σε άτομα που επιλέγουν να καταστούν ευάλωτα και μας κάνουν να νιώθουμε άβολα…. Η τόλμη κάποιου άλλου παρέχει έναν άβολο καθρέφτη που αντανακλά τους δικούς μας φόβους όσον αφορά το να πάρουμε θέση. να δημιουργήσουμε και  να αφήσουμε τους αληθινούς εαυτούς μας να φανούν».

Τα χωράφια γύρω από το μέρος όπου ζω, αλλά και οι δρόμοι και τα μονοπάτια που πεζοπορώ πλαισιώνονται προς το παρόν από αγριολούλουδα, έτσι είχα την ευκαιρία να μαζέψω μαργαρίτες κατά τη διάρκεια των μικρών περιπλανήσεων μου.

Στη σημερινή ανάρτηση έχω συμπεριλάβει υλικό που δεν είχα συμπεριλάβει στην προηγούμενη γιατί είχα θεωρήσει ότι ήταν καλύτερα να την κρατήσω σύντομη.

Στο κομμάτι  που αφορά το βιβλίου των Gordon Neufeld και Gabor Mate, είχα σκοπό να αναφερθώ επίσης στο κεφάλαιο της Brené Brown με τον τίτλο Whohearted Parenting [6] από το βιβλίο της Daring Greatly,  επειδή έχει κάποια σχέση με τα θέματα του βιβλίου τους.  Επίσης, είχα σκοπό να υποστηρίξω περαιτέρω τα επιχειρήματά τους με ένα σύντομο απόσπασμα από το βιβλίο του Gabor Mate, MD, Scattered: How Attention Deficit Disorder Originates and What You Can Do About It / Σκορπισμένοι: Πώς γεννιέται η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Τι μπορείτε να κάνετε για αυτήν, που διαβάζω αυτήν τη στιγμή και ελπίζω να γράψω κάτι στο μέλλον. Το παρακάτω απόσπασμα σχετίζεται με το θέμα της αλληλεξάρτησης των αιτιακών παραγόντων και τον τρόπο με τον οποίο η κατανόηση θεμάτων ή γεγονότων απαιτεί την εξέταση μιας ολόκληρης σειράς αλληλεπιδραστικών παραγόντων:

«Έχουμε δει ότι τα εγκεφαλικά κυκλώματα του ατόμου επηρεάζονται καθοριστικά από τις συναισθηματικές καταστάσεις των γονέων, μέσα στο πλαίσιο της οικογενειακής ιστορίας πολλών γενεών. Οι οικογένειες ζουν επίσης σε ένα κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο που καθορίζεται από δυνάμεις πέρα από τον έλεγχό τους. Αν αυτό που συμβαίνει στις οικογένειες επηρεάζει την κοινωνία, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό η κοινωνία διαμορφώνει τη φύση των οικογενειών, τις μικρότερες λειτουργικές μονάδες της. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι προϊόν της κοινωνίας και του πολιτισμού όπως ακριβώς είναι προϊόν της φύσης».

Είχα επίσης επιλέξει και κάποια ακόμη ποιήματα της Sarah Ruhl. Παρακάτω είναι αποσπάσματα από ένα ποίημα για τον ρατσισμό και τη λευκότητα, και ένα ποίημα για το φόβο της μούχλας και άλλων πραγμάτων….

«Δεν θέλω να φοβάμαι πια / τον κύκλο της ζωής: / τον θάνατο, τη μούχλα, τα τελειώματα.

Είναι παράλογο να φοβάσαι τη / μπλε μούχλα σε μια ντομάτα.»

Και

«Κατά μέρη το δέρμα μου είναι τόσο λευκό που είναι μπλε.

Η Crayola απέσυρε το κραγιόνι που ονομάζεται Σάρκα το 1962,

Την ίδια χρονιά ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ Τζούνιορ   /   Συνελήφθη για αγρύπνια προσευχής.

Τώρα εκείνο το παστέλ / χρώμα ονομάζεται  ροδάκινο και

η Crayola προσφέρει κραγιόνια σε χρώματα βερίκοκο, μαύρο, καμένη σιένα, μαόνι, σέπια.

Το δέρμα μου είναι πιο λευκό από τη σέπια, πιο λευκό από το βερίκοκο.

Το λευκό κραγιόνι της  Crayola δεν λειτουργεί σε λευκό χαρτί.

Είναι σαν να φτύνεις στο νερό.

Έτσι, τα περισσότερα λευκά παιδιά όταν σχεδιάζουν τα πρόσωπά τους δεν χρωματίζουν το δέρμα…..

Τα λευκά παιδιά προσποιούμαστε ότι το δέρμα μας είναι η απόχρωση του / χαρτιού και αφήνουμε το περίγραμμα μόνο…».

Και ένα απόσπασμα της Margaret Renkl από το βιβλίο της, Late Migrations: A Natural History of Love and Loss (σελ. 218), σχετικά με το πώς η ίδια καταλαβαίνει και έχει βιώσει τη θλίψη και την απώλεια στη ζωή και ιδιαίτερα τη θλίψη / το πένθος  που ακολουθεί το θάνατο αγαπημένων προσώπων:

«Αυτή η συζήτηση σχετικά με το να κάνουμε ειρήνη με [την απώλεια, το πένθος]. Το να βιώσεις τα συναισθήματα  και μετά να βρεις έναν τρόπο να βγεις μέσα από αυτό. Το να υπάρξει κλείσιμο. Είναι όλα ανοησίες. Να τι δεν μου είπε κανείς για τη θλίψη  / το πένθος: τα κατοικείς σαν δέρμα. Όπου κι αν πας, φοράς τη θλίψη / το πένθος κάτω από τα ρούχα σου . Ότι βλέπεις, το βλέπεις μέσα από αυτό, σαν φιλμ.

Δεν είναι μια κρυφή μάλλινη φανέλα. Είσαι απλά εσύ, αυτό που είσαι, τα κύτταρα που κολλάνε το ένα στο άλλο στο σχήμα σου, οι μύες που κάνουν τη δουλειά σου στον κόσμο. Και όπως το άλλο σου δέρμα, τα άλλα μάτια σου, οι άλλοι μύες σου, έτσι και αυτό θα αλλάξει με τον καιρό. Θα αλλάξει τόσο αργά που δεν θα το δεις καν να συμβαίνει. Ανεξάρτητα από το πώς θα το εξετάσεις, όσο και να το τσιγκλίσεις με ένα ανήσυχο δάχτυλο, δεν θα το δεις να αλλάζει. Ο χρόνος σε διεκδικεί: η κοιλιά σου μαλακώνει, τα μαλλιά σου γκριζάρουν, το δέρμα στο πάνω μέρος του χεριού σου χαλαρώνει σαν της γιαγιάς, και το δέρμα της θλίψης / του πένθους σου επίσης θα χαλαρώσει, θα μαλακώσει, θα συγχωρήσει τις αιχμηρές άκρες σου, θα καλύψει τα σκληρά σου οστά.

Θα ξυπνήσεις με ένα νέο σχήμα. Θα ξυπνήσεις σε έναν παλιό εαυτό. Αυτό που εννοώ είναι, ότι ο χρόνος προσφέρει στον παλιό σου εαυτό μια νέα μορφή. Αυτό που εννοώ είναι ότι είσαι ο παλιός, που δεν πενθεί εαυτός, και είσαι και ο νέος κατεστραμμένος εαυτός. Είστε και οι δύο, και θα είστε πάντα και οι δύο. Δεν υπάρχει τίποτα να φοβηθείς. Δεν υπάρχει τίποτα απολύτως να φοβηθείς. Περπάτησε έξω στην άνοιξη και κοίταξε: τα πουλιά σε καλωσορίζουν με μια χορωδία. Τα λουλούδια στρέφουν τα πρόσωπά τους προς το πρόσωπό σου. Τα τελευταία φύλλα του περασμένου έτους, ακόμα υγρά στις σκιές, μυρίζουν ώριμα και ελαφρά φθινόπωρο».

Τέλος, θα ήθελα να μοιραστώ μερικούς συνδέσμους, έναν με μια ηχογράφηση της ιστορίας: Ο Γλάρος Ιωνάθαν  / Jonathan Livingston Seagull [,https://www.youtube.com/watch?v=8COt1n3jDqA], και έναν για το podcast: Unlocking Us With Brené Brown / Ξεκλειδώνοντας Τον Εαυτό Μας Με Την  Brené Brown στη διεύθυνση: https://www.youtube.com/watch?v=PPo_r0zlcPg.

Σε αυτό το επεισόδιο η Brené Brown μιλάει για την εμπιστοσύνη στις φιλίες καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας και στις άλλες σχέσεις. Η ίδια σχολιάζει: «Η εμπιστοσύνη χτίζεται στις μικρότερες καθημερινές στιγμές».

Οπότε, για να επιστρέψω στην ιστορία του Richard Bach, Ο Γλάρος Ιωνάθαν, την διάβασα για πρώτη φορά όταν ήμουν 21 ετών. Σε αυτήν την ελληνική μεταφρασμένη έκδοση του 1982 που έχω ο εκδότης  περιγράφει το βιβλίο ως «ένα επαναστατικό παραμύθι» και ισχυρίζεται ότι «μερικοί αναγνώστες πίστευαν ότι η ψυχή του ελεύθερου βρίσκεται στον Γλάρο Τζόναθαν Λίβινγκστον». Αυτή η έκδοση περιλαμβάνει πολλές όμορφες φωτογραφίες γλάρων του Russell Munson. Είχα ξεχάσει το μεγαλύτερο σχεδόν μέρος της ιστορίας, εκτός από το γεγονός ότι αφορούσε το εγγενές δικαίωμά μας να είμαστε ελεύθεροι, να είμαστε ο εαυτός μας και να ακολουθούμε τα όνειρά μας. Η ανάμνηση του βιβλίου ανασυρόταν μερικές φορές όταν κοπάδια γλάρων πετούσαν πάνω από το σπίτι μου ή όταν σε ορισμένες περιπτώσεις κάποιοι από αυτούς κατέβαιναν στο έδαφος πιθανώς προς αναζήτηση τροφής.

Ήταν αρκετά ενδιαφέρον να ακούσω ξανά την ιστορία, τέσσερις δεκαετίες αργότερα, σε αυτό το στάδιο της ζωής μου. Αυτή τη φορά η ιστορία έμοιαζε σε κάποιο βαθμό σαν μια αλληγορία για τη ζωή του Ιησού. Φαινόταν επίσης να έχει στοιχεία New Age πνευματικότητας. Πέρα από αυτά, η ιστορία αφορά το απεριόριστο πάθος ενός γλάρου για πτήση και την άσβεστη δίψα του για την επίτευξη της τελειότητας σε αυτό που αγαπά περισσότερο. Ο Ιωνάθαν είναι διαφορετικός από τα άλλα πουλιά στο κοπάδι του γιατί «για τους περισσότερους γλάρους σημασία δεν έχει το πέταγμα, αλλά το φαγητό». Ο Ιωνάθαν όμως πιστεύει ότι η ελευθερία είναι η ίδια η φύση της ύπαρξης κάποιου, ότι οτιδήποτε αντιτίθεται σε αυτήν την ελευθερία πρέπει να παραμεριστεί.

Ένα σημαντικό μήνυμα είναι ότι δεν πρέπει να αφήνουμε τους άλλους να ορίζουν τι μπορούμε και τι δεν μπορούμε να κάνουμε, ακόμα κι αν μερικές φορές το να ακολουθούμε τα όνειρα μας μπορεί να μας απομακρύνει από μέρη και ανθρώπους που αγαπάμε. Η έλλειψη συμμόρφωσης του Ιωνάθαν με τους κανόνες δεν είναι καλοδεχούμενη από τους άλλους γλάρους και τελικά, η απροθυμία του να συμμορφωθεί οδηγεί στην αποβολή του από το κοπάδι. Ως απόκληρο αλλά ελεύθερο πουλί πλέον, συνεχίζει να μαθαίνει για το πέταγμα, πλησιάζοντας όλο και πιο κοντά στον στόχο του να επιτύχει το άριστο. Μετά από ορισμένες περιπέτειες και συναντήσεις με άλλους γλάρους, ο Ιωνάθαν αισθάνεται την επιθυμία να επιστρέψει στη γη για να μοιραστεί όσα έμαθε και να διαδώσει τη γνώση του. Σύντομα βρίσκεται κοντά σε άλλους εξορισμένους αλλά παθιασμένους γλάρους…

Τρία αποσπάσματα από το βιβλίο:

«Γιατί», αναρωτιόταν ο Ιωνάθαν, «το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο είναι να πείσεις ένα πουλί ότι είναι ελεύθερο, και ότι μπορεί να το αποδείξει μόνο του αν αφιερώσει λίγο χρόνο στην εξάσκηση; Γιατί να είναι τόσο δύσκολο;»

«Ο Γλάρος Ιωνάθαν ανακάλυψε ότι η πλήξη, ο φόβος και ο θυμός είναι οι λόγοι για τους οποίους η ζωή ενός γλάρου είναι τόσο σύντομη, και όταν αυτοί έπαψαν να υπάρχουν στη σκέψη του, έζησε πράγματι μια μακρόχρονη ωραία ζωή».

«Μπορούμε να  απαλλάξουμε  τον εαυτό μας από την άγνοια, μπορούμε να υπάρξουμε ως πλάσματα αριστείας, ευφυΐας και ικανότητας».

Αναμνήσεις βιβλίων………                                      Η μετάφραση έχει ολοκληρωθεί

«Κάθε γυναίκα, ή τουλάχιστον σχεδόν κάθε γυναίκα, στην Αγγλία έχει, κάποια στιγμή της ζωής της, υπάρξει υπεύθυνη για την προσωπική υγεία κάποιου, είτε παιδιού είτε ανάπηρου [άρρωστου], – με άλλα λόγια, κάθε γυναίκα είναι νοσοκόμα…. Florence Nightingale, Σημειώσεις για τη Νοσηλευτική Τι Είναι και Τι Δεν Είναι

«Αυτό που έχει αλλάξει είναι η κουλτούρα στην οποία μεγαλώνουμε τα παιδιά μας. Οι προσκολλήσεις / δεσμοί των παιδιών με τους γονείς δεν λαμβάνουν πλέον την υποστήριξη που απαιτείται από την κουλτούρα και την κοινωνία». Gordon Neufeld και Gabor Mate, Hold on to Your Children

«Υπάρχουν αρκετά ]αγαθά] για όλους – αρκετά λουλούδια, αρκετοί σπόροι, αρκετά ζωύφια – αλλά τα πλάσματα στην αυλή μου δεν ενδιαφέρονται να μοιραστούν. Για αυτούς, η σπανιότητα δεν διαφέρει από τον φόβο της σπανιότητας. Μια πραγματική απειλή και μια φανταστική απειλή προκαλούν την ίδια αντίδραση / απόκριση. Στέκομαι στο παράθυρο και τους παρακολουθώ, μετρώντας όλες τις ανθρώπινες συγκρούσεις που φέρνει στο μυαλό μου η αγριότητα τους». Margaret Renkl, Late Migrations: A Natural History of Love and Loss

Περπατώντας στην ανοιξιάτικη βροχή         Sarah Ruhl, Love Poems in Quarantine

Μερικές φορές οι νταήδες [bullies] αισθάνονται /  όπως ο καιρός – αλλά αυτοί / δεν είναι ο καιρός.

Tον τελευταίο καιρό ήμουν πιο απασχολημένη και έτρεχα περισσότερο  από ότι συνήθως, αλλά στο μεταξύ κατάφερα να διαβάσω και να ακούσω κάποια πράγματα που με ενδιαφέρουν. Θα ξεκινήσω με ένα απόσπασμα της Maria Shriver Kennedy από το ενημερωτικό της δελτίο, το οποίο σχετίζεται με το Πάσχα [εδώ στην Ελλάδα αύριο είναι Κυριακή των Βαΐων]. Η Shriver γράφει: “Επομένως, αυτή την Κυριακή των Βαΐων, καθώς πλησιάζουμε τη Μεγάλη Εβδομάδα, είθε όλοι μας ανεξάρτητα από τη θρησκευτική μας ταυτότητα ή την έλλειψη αυτής—να θεωρούμε τη ζωή μας και τη ζωή των άλλων ως πράγματι ιερή. Ξέρεις πώς θα συμπεριφερόσουν στη ζωή σου αν την έβλεπες πραγματικά ως ιερή; Ξέρεις πώς θα συμπεριφερόσουν στους άλλους αν έβλεπες τη ζωή τους πρώτα και κύρια ως ιερή; Το σκεφτόμουν πολύ αυτή την εβδομάδα και πιστεύω ότι θα ήμουν πιο τρυφερή….. Έτσι αυτή την εβδομάδα, ελπίζω να προσπαθήσουμε να συμπεριφερθούμε ο ένας  στον άλλον και στον εαυτό μας με τρόπο ιερό, ευγενικό, τρυφερό και συμπονετικό.” Αυτή είναι και η δική μου ευχή για τις μέρες του Πάσχα και όχι μόνο.

Όπως έγραψα σε προηγούμενη ανάρτηση προσπαθώ να ολοκληρώσω την ανάγνωση βιβλίων που άφησα στα μισά. Ένα που μόλις τελείωσα είναι το βιβλίο του Gordon Neufeld και του Gabor Mate, Hold on to Your Children, το οποίο εξερευνά: τον αρνητικό αντίκτυπο του προσανατολισμού των παιδιών προς τους συνομήλικους [peer orientation] όσον αφορά την ανάπτυξη τους  και τη σχέση τους με την οικογένειά τους, τον ισοπεδωτικό ρόλο της κουλτούρας  και πώς οι γονείς και οι δάσκαλοι χρειάζεται να αναλάβουν ξανά τους ρόλους που τους έχει ορίσει η φύση ως μέντορες και φροντιστές των νέων, ως πρότυπα και ηγέτες στους οποίους αναζητούν καθοδήγηση. Γράφουν ότι πρέπει να δώσουμε στα παιδιά μας την ελευθερία να είναι ο εαυτός τους στο πλαίσιο της στοργικής αποδοχής—μια αποδοχή που οι ανώριμοι συνομήλικοι δεν μπορούν να προσφέρουν, αλλά που εμείς οι ενήλικες μπορούμε και πρέπει να προσφέρουμε.

Ο Gordon Neufeld και ο Gabor Mate συζητούν πολλά πολύτιμα θέματα, αλλά θα επικεντρωθώ πολύ σύντομα στο θέμα του ανταγωνισμού μεταξύ των δεσμών προσκόλλησης  επειδή αυτό το θέμα είναι λιγότερο γνωστό. Οι συγγραφείς τονίζουν τη σημασία των σχέσεων των παιδιών με τους ενήλικες φροντιστές / γονείς τους και τον καταστροφικό αντίκτυπο στη σημερινή κοινωνία όταν τα παιδιά είναι προσκολλημένα  στους συνομηλίκους. Το βιβλίο επαναφέρει τους γονείς στη φυσική τους διαίσθηση και προσφέρει εναλλακτικές λύσεις στις σημερινές επινοημένες μεθόδους ελέγχου της συμπεριφοράς και στρατηγικές για την αποκατάσταση ή τη διατήρηση της σχέσης παιδιού-γονέα. Περιλαμβάνονται πολλά παραδείγματα με περιπτώσεις όπου τα πράγματα έχουν πάει στραβά μεταξύ παιδιών προσκολλημένων στους συνομηλίκους και γονείς και δασκάλους, και τις αρνητικές συνέπειες αυτής της κατάστασης, όσον αφορά την ασφάλεια, την ανάπτυξη και την ωρίμανση των παιδιών. Το βιβλίο διερευνά πολλές πτυχές του κύριου θέματος λεπτομερώς. Επιπλέον, δύο σημαντικά σχετικά θέματα που αξίζει να δώσουμε προσοχή είναι η αύξηση του bullying  και η δημιουργία των παιδιών που κάνουν bullying, καθώς και οι δυσκολίες που προκύπτουν στην ανατροφή των παιδιών σε μια ψηφιακή εποχή.

Οι συγγραφείς θέτουν το ερώτημα: Αν οι γονεϊκές δεξιότητες ή ακόμα και η αγάπη για το παιδί δεν είναι αρκετές, τι χρειάζεται τότε; Στη συνέχεια αναλύουν λεπτομερώς το απαραίτητο ειδικό είδος σχέσης χωρίς το οποίο η ανατροφή των παιδιών δεν έχει σταθερά θεμέλια, την οποία οι αναπτυξιακοί ψυχολόγοι ή άλλοι επιστήμονες που μελετούν την ανθρώπινη ανάπτυξη αποκαλούν σχέση προσκόλλησης.

Γράφουν: «Μόνο η σχέση προσκόλλησης μπορεί να προσφέρει το κατάλληλο πλαίσιο για την ανατροφή των παιδιών. Το μυστικό της ανατροφής των παιδιών δεν έγκειται στο τι κάνει ο γονιός, αλλά στο ποιος είναι ο γονιός για ένα παιδί. Όταν ένα παιδί αναζητά επαφή και εγγύτητα μαζί μας, ενδυναμωνόμαστε ως φροντιστές, παρηγορητές, οδηγοί, μοντέλα / μέντορες, δάσκαλοι ή προπονητές. Για ένα παιδί που είναι καλά συνδεδεμένο μαζί μας, είμαστε η βάση του για να βγει στον κόσμο, το καταφύγιό του για να επιστρέψει, η πηγή της έμπνευσής του. Όλες οι γονικές δεξιότητες στον κόσμο δεν μπορούν να αντισταθμίσουν την έλλειψη σχέσης προσκόλλησης. Όλη η αγάπη στον κόσμο δεν μπορεί να τα διαπεράσει χωρίς τον ψυχολογικό ομφάλιο λώρο που δημιουργείται από την προσκόλληση του παιδιού. Η σχέση προσκόλλησης του παιδιού με τον γονέα πρέπει να διαρκέσει τουλάχιστον όσο χρειάζεται ένα παιδί γονική φροντίδα. Αυτό είναι που γίνεται πιο δύσκολο στον σημερινό κόσμο. Οι γονείς δεν έχουν αλλάξει – δεν έχουν γίνει λιγότερο ικανοί ή λιγότερο αφοσιωμένοι. Η θεμελιώδης φύση των παιδιών επίσης δεν έχει αλλάξει – δεν έχουν γίνει λιγότερο εξαρτημένα ή πιο ανθεκτικά. Αυτό που έχει αλλάξει είναι η κουλτούρα μέσα στην οποία μεγαλώνουμε τα παιδιά μας. Οι προσκολλήσεις των παιδιών με τους γονείς δεν λαμβάνουν πλέον την υποστήριξη που απαιτείται από την κουλτούρα και την κοινωνία. Ακόμη και οι σχέσεις γονέα-παιδιού που στην αρχή είναι ισχυρές και πλήρως ενθαρρυντικές μπορεί να υπονομευθούν καθώς τα παιδιά μας μετακομίζουν σε έναν κόσμο που δεν εκτιμά ή δεν ενισχύει πλέον τον δεσμό προσκόλλησης. Τα παιδιά διαμορφώνουν ολοένα και περισσότερο δεσμούς με συνομηλίκους που ανταγωνίζονται τους γονείς τους, με αποτέλεσμα το κατάλληλο πλαίσιο για την ανατροφή των παιδιών να είναι όλο και λιγότερο διαθέσιμο σε εμάς. Δεν είναι η έλλειψη αγάπης ή γονικής τεχνογνωσίας, αλλά η διάβρωση του πλαισίου της προσκόλλησης που κάνει την ανατροφή μας αναποτελεσματική».

Προσθέτουν: «Σε κουλτούρες που προσανατολίζονται στους ενήλικες [adult-oriented cultures], όπου οι κατευθυντήριες αρχές και αξίες είναι αυτές των πιο ώριμων γενεών, τα παιδιά συνδέονται μεταξύ τους χωρίς να χάνουν τον προσανατολισμό τους ή να απορρίπτουν την καθοδήγηση των γονιών τους. Στην κοινωνία μας αυτό δεν ισχύει πλέον. Οι δεσμοί συνομηλίκων έχουν καταλήξει να αντικαθιστούν τις σχέσεις με τους ενήλικες ως βασικές πηγές προσανατολισμού των παιδιών. Αυτό που είναι αφύσικο δεν είναι η επαφή με τους συνομηλίκους, αλλά το ότι τα παιδιά έχουν γίνει η κυρίαρχη επιρροή στην ανάπτυξη τους…… Η κουλτούρα, μέχρι πρόσφατα, πάντα μεταδιδόταν κάθετα, από γενιά σε γενιά. Για χιλιετίες, έγραψε ο Joseph Campbell, «η νεολαία έχει εκπαιδευτεί από ηλικιωμένους που θεωρούντο σοφοί» μέσω της μελέτης, της εμπειρίας και της κατανόησης των παραδοσιακών πολιτισμικών μορφών. Οι ενήλικες έπαιζαν κρίσιμο ρόλο στη μετάδοση της κουλτούρας, παίρνοντας ό,τι έπαιρναν από τους γονείς τους και μεταδίδοντάς το στα παιδιά τους. Ωστόσο, η κουλτούρα στην οποία εισάγονται τα παιδιά μας είναι πολύ πιο πιθανό να είναι η κουλτούρα των συνομηλίκων τους παρά των γονιών τους. Τα παιδιά δημιουργούν τη δική τους κουλτούρα, πολύ διαφορετική από αυτή των γονιών τους και, κατά κάποιο τρόπο, επίσης πολύ ξένη. Αντί ο πολιτισμός να μεταδίδεται κατακόρυφα, μεταδίδεται οριζόντια στη νεότερη γενιά…».

Ένα άλλο βιβλίο που ολοκλήρωσα πρόσφατα είναι το Late Migrations: A Natural History of Love and Loss, ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο της Margaret Renkl.

Περιέχει σύντομα κεφάλαια με εισαγωγικές εικονογραφήσεις από τον αδελφό της. Η αφήγηση της Renkl μου άφησε μια αίσθηση οικειότητας. Οι περιγραφές της για τον φυσικό κόσμο, κυρίως τον κόσμο της πίσω αυλής και του δρόμου της, και το δέος και η ενσυναίσθητη σύνδεσή της με τα πλάσματα και τα φυτά σε αυτόν αντηχούσαν τις δικές μου σκέψεις και συναισθήματα σε σχέση με τη φύση και τα πλάσματα που συναντώ στα δικά μου μονοπάτια. Ωστόσο, σε αντίθεση με αυτήν, δεν ξέρω τα ονόματα όλων των διαφορετικών ειδών πουλιών, εντόμων και φυτών. Η δική μου εμπειρία ενσυναίσθητης σύνδεσης με τα ζώα είχε ως αποτέλεσμα πλέον να ταΐζω και να φροντίζω σχεδόν μια ντουζίνα γάτες στον κήπο μου, κάτι που δεν είχα ποτέ σχεδιάσει να κάνω, αλλά συνέβη σταδιακά μετά τον θάνατο των σκύλων μας, καθώς ο κήπος έγινε ελεύθερη ζώνη για αδέσποτα γατιά….

Αυτή είναι μια φωτογραφία της σκάλας από την οποία έπεσε ο σύζυγος μου καθώς προσπαθούσε να βιδώσει ένα  πολυανθρακικό φύλλο στην πέργκολα, η οποία, σκάλα, είναι πολύ βαριά για να μπορέσω να την μετακινήσω κι έτσι έχει γίνει πλέον παιδική χαρά για τις θηλυκές γάτες.

Παρακάτω είναι μερικά αποσπάσματα από το βιβλίο της Renkl:

«….. υπάρχει ένα άλλο παιχνίδι που παίζω στην εκκλησία με το χέρι της Μητέρας  Όλι. Το παίρνω μέσα στο δικό μου και το χαϊδεύω απαλά, περνώντας το δάχτυλό μου πάνω στην απίστευτη απαλότητα του, θαυμάζοντας τον τρόπο που κυματίζει κάτω από το δάχτυλό μου, το δέρμα τόσο υποχωρητικό όσο το νερό. Το δέρμα της προγιαγιάς μου είναι η ηχώ της παλιάς της Βίβλου, οι σελίδες είναι λεπτές όσο το δέρμα της, οι γωνίες φθαρμένες σαν απαλή τσόχα. Τσιμπώ απαλά το δέρμα πάνω από τη μεσαία άρθρωση της και μετά το αφήνω να φύγει. Μετράω μόνη μου, για να δω πόσα δευτερόλεπτα μπορεί το δέρμα να σταθεί όρθιο, σαν κορυφογραμμή βουνού που έγινε από έναν παγετώνα σε μια εποχή πολύ πριν από τη δική μου. Σιγά σιγά εξαφανίζεται. Σιγά-σιγά βουτάει στη θάλασσα».

«Ασφαλή, παγιδευμένα: Μέσα στο κουτί της φωλιάς, τα μωρά πουλιά είναι ασφαλή από γεράκια, προστατευμένα από τον άνεμο, προστατευμένα από το κοφτερό μάτι του κορακιού και της τρομερής γλώσσας του κοκκινόκοκκου δρυοκολάπτη. Μέσα στο κουτί της φωλιάς, τα μωρά πουλιά είναι ανίσχυρα, ευάλωτα στη μανία του καλοκαιρινού ήλιου, του ράμφους του σπουργιτιού. Περιορισμένα από όλες τις πλευρές από το καταφύγιό τους, είναι ένα γεύμα που τρώει το σπιτόφιδο στον ελεύθερο χρόνο του».

«Τα λουλούδια που ανθίζουν στον κήπο ονομάζονται λουλούδια και τα λουλούδια που ανθίζουν στην κενή έκταση ονομάζονται ζιζάνια».

«Μου αρέσει η ιδέα της ομίχλης όσο μου αρέσει και η ίδια η υπέροχη ομίχλη. Οι μεταβάσεις δεν χαρακτηρίζονται πάντα από αναταραχή και σύγχυση; Πόσο παρήγορο θα ήταν να λέγαμε, ως γεγονός αδιάφορο, «Αυτή τη στιγμή περιπλανιέμαι στην ομίχλη. Θα εξατμισθεί σε λίγο».

Τέλος, μερικά ποιήματα από το Love Poems in Quarantine της Sarah Ruhl, θεατρικής συγγραφέα, δοκιμιογράφου και ποιήτριας.

Σχετικά με τη νόστο, τότε παλιά όταν ταξίδευα …..

Και σκέφτηκα: / στο σπίτι μου στον κόσμο / Η ατελείωτη επιθυμία να είμαι / στο σπίτι μου στον κόσμο……

Διαφορές μεταξύ εμένα και του σκύλου μου ….

Αυτή τρώει από ένα μπολ στο πάτωμα. / Εγώ τρώω από ένα μπολ στο τραπέζι.

Αυτή πάντα αντέχει τους μικρούς εκνευρισμούς με χάρη. / Εγώ κάποιες φορές αντέχω τους μικρούς εκνευρισμούς με χάρη……

Διάβαση

Το νερό ορμά / και δεν σταματάει να ορμάει. / Βοηθάμε ο ένας τον άλλον να περάσει απέναντι

Καταφύγιο

Να αγαπάς ένα σπίτι όχι / γιατί είναι τέλειο, αλλά / γιατί / σε προστατεύει

Να αγαπάς ένα σώμα / όχι γιατί είναι τέλειο αλλά / γιατί σε προστατεύει

Τα βιβλία ως τροφή

Άλλαξε το σώμα με / αυτά που το γεμίζεις. κι έτσι / επίσης το νου – με τα βιβλία.

Ελευθερία

Θα διακόψω / το δικό μου νου. Αντί οι άλλοι / να διακόπτουν εμένα.