Τι είναι το τραύμα;

 «Το τραύμα είναι ίσως η πιο αποφευχθείσα, αγνοημένη, υποτιμημένη, αρνούμενη, παρεξηγημένη και ανεπεξέργαστη αιτία του ανθρώπινου πόνου». Peter Levine

«Το τραύμα μπορεί να θεωρηθεί ότι επηρεάζει θεμελιωδώς την ενοποίηση του ατόμου, της δυάδας, της οικογένειας ή της κοινότητας». Pat Ogden

«Κι’ ίσως θα πρέπει να χαθείς ολότελα, για να μάθεις κάποτε ποιος είσαι».   Τάσος Λειβαδίτης

«Τελικά μου ‘μεινε αυτή η συνήθεια να κοιτάζω αλλού, έτσι σώθηκα από πολλές καταστροφές όμως είναι πράγματα που δε θα τα μάθουμε ποτέ, όπως το μάκρος των οριζόντων ή το βάθος της λύπης μας».   Τάσος Λειβαδίτης,

 «Συλλογίζομαι όλες τις απαρχές της ζωής μας. πώς όλα περιέχουν εγγενώς τους σπόρους αυτού που πρόκειται να αναπτυχθεί και να συμβεί, αλλά εν τω μεταξύ εμείς μπορεί να κοιτάμε τα αστέρια, να μην παρατηρούμε το φύτεμα, την  επανάληψη, την ανακύκλωση, τα χρώματα και τα μοτίβα του υφαντού».  Τόνια Αλεξανδρή

Η σημερινή ανάρτηση αναφέρεται αναπόφευκτα σε μερικές μόνο πτυχές του τραύματος κι επίσης γίνεται διάκριση μεταξύ του τι είναι πραγματικά τραυματικό και τι μπορεί να είναι στρεσογόνο, άβολο, ακόμη και επώδυνο, αλλά όχι απαραίτητα τραυματικό. Το κείμενο βασίζεται σε τέσσερα γνωστά βιβλία: The Body Keeps the Score  / Το Σώμα Κρατά το Σκορ του Bessel van der Kolk, MD, το In an Unspoken Voice του Peter Levine, PhD, το The Myth of Normal του Gabor Mate MD, και το Trauma and the Body: A Sensorimotor Approach to Psychotherapy της Pat Ogden, PhD. Περιλαμβάνει επίσης κάποιες  πρόσφατες ζωγραφιές, τρία ποιήματα του Τάσου Λειβαδίτη και της Jane Hirshfield και δυο συνδέσμους με ασκήσεις διαλογισμού για αυτούς που έχουν κάποια εμπειρία..  Τέλος, το δεύτερο μέρος του άρθρου,  Αντίσταση στην απανθρωποποίηση θα αναρτηθεί την επόμενη φορά όταν θα έχει ολοκληρωθεί η μετάφραση.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Tι είναι τραύμα;

Ο Peter Levine γράφει ότι το τραύμα «αφορά την απώλεια της σύνδεσης – με τον εαυτό μας, τις οικογένειές μας και τον κόσμο γύρω μας. Αυτή η απώλεια είναι δύσκολο να αναγνωριστεί, γιατί συμβαίνει αργά, με την πάροδο του χρόνου. Προσαρμοζόμαστε σε αυτές τις ανεπαίσθητες αλλαγές, μερικές φορές χωρίς να τις παρατηρούμε». Περιγράφει πώς το τραύμα, ιδιαίτερα το σοβαρό τραύμα, μας επιβάλλει μια κοσμοθεωρία χρωματισμένη από πόνο, φόβο και καχυποψία. Μετά από το τραύμα βλέπουμε μέσα από φακούς που παραμορφώνουν και καθορίζουν την άποψή μας για το πώς είναι τα πράγματα, και μέσω της άρνησης μπορεί να αποκτήσουμε μια αφελώς ρόδινη οπτική που μας τυφλώνει σχετικά με πραγματικούς  τωρινούς κινδύνους, όπως «ένας καπλαμάς που κρύβει φόβους που δεν τολμούμε να αναγνωρίσουμε». Όσον αφορά τη σωματική μας εμπειρία, ο Levine γράφει ότι το τραύμα αντιπροσωπεύει μια βαθιά συμπίεση ενέργειας που δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει την ουσιαστική πορεία δράσης της και ότι τα τραυματισμένα άτομα είναι ξεκομμένα από το σώμα τους. Είτε κατακλύζονται από τις σωματικές τους αισθήσεις είτε μουδιάζουν. Γράφει: «Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι σε θέση να διαφοροποιήσουν τις διάφορες αισθήσεις, καθώς και δεν μπορούν να καθορίσουν τις πλέον κατάλληλες ενέργειες. Οι αισθήσεις είναι περιορισμένες και αποδιοργανωμένες. Όταν κατακλύζονται από συναισθήματα , δεν μπορούν να διακρίνουν αποχρώσεις και μπορεί να αντιδρούν υπερβολικά. Όταν παγώνουν, μουδιάζουν και βυθίζονται σε αδράνεια».

Ο Gabor Mate θεωρεί το τραύμα ως «ένα εσωτερικό τραυματισμό, μια  μακρόχρονη ρήξη ή διάσπαση μέσα στον εαυτό  λόγω δύσκολων ή βλαβερών γεγονότων». Γράφει ότι είναι πρωτίστως αυτό που συμβαίνει μέσα σε κάποιον ως αποτέλεσμα των τραυματικών γεγονότων που του συμβαίνουν, και όχι τα ίδια τα γεγονότα. Περιγράφει το τραύμα ως ψυχικό τραύμα, που βρίσκεται στο νευρικό μας σύστημα, το μυαλό και το σώμα μας, που διαρκεί πολύ μετά τα αρχικά περιστατικά, και που μπορεί να ενεργοποιηθεί ανά πάσα στιγμή. Τραύμα, γράφει, είναι η ίδια η πληγή και τα υπολειμματικά βάρη που επιβάλλει στα σώματα και στις ψυχές μας, κι επίσης, οι  βλαβερές επιπτώσεις  που έχουν οι πληγές στο σώμα μας, τα μη επεξεργασμένα συναισθήματα που ακολουθούν, οι μηχανισμοί άμυνας / αντιμετώπισης που υπαγορεύουν και τα μη χρήσιμα σενάρια που άθελά μας ζούμε.

Οι επιπτώσεις του τραύματος στην ύπαρξή μας είναι πολλαπλές. Το τραύμα που δεν έχει διαχειριστεί περιορίζει τον εαυτό μας και όλους τους τομείς της ζωής μας. Μας περιορίζει σωματικά, συναισθηματικά και ψυχικά. Μειώνει τις ικανότητές μας και μας μουδιάζει. Διαστρεβλώνει την άποψή μας για τον κόσμο και μπορεί να προκαλέσει όλεθρο στην υγεία μας. Διαταράσσει τις σχέσεις με τους άλλους και προσελκύει σχέσεις που μπορούν να μας πληγώσουν περισσότερο.  Ο Mate γράφει: «Περιορίζει τις εγγενείς ικανότητές μας και γεννά μια διαρκή παραμόρφωση της άποψής μας για τον κόσμο και τους άλλους ανθρώπους. Το τραύμα, μέχρι να το αντιμετωπίσουμε, μας κρατά κολλημένους στο παρελθόν, μας κλέβει τον πλούτο της παρούσας στιγμής, περιορίζοντας το ποιοι μπορούμε να είμαστε. Με το να μας ωθεί να καταστείλουμε πληγωμένα και ανεπιθύμητα μέρη της ψυχικού μας κόσμου, κατακερματίζει τον εαυτό μας. Μέχρι να ειδωθεί και να αναγνωριστεί, αποτελεί επίσης εμπόδιο στην ανάπτυξη. Σε πολλές περιπτώσεις, όπως και στη δική μου, αμαυρώνει την αίσθηση της αξίας ενός ατόμου, δηλητηριάζει τις σχέσεις και υπονομεύει την εκτίμηση για την ίδια τη ζωή. Στην αρχή της παιδικής ηλικίας μπορεί ακόμη και να επηρεάσει την υγιή ανάπτυξη του εγκεφάλου. Και, όπως θα δούμε, το τραύμα προηγείται και συνεισφέρει σε ασθένειες κάθε είδους καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας».

Σε σχέση με το πώς μας επηρεάζει το τραύμα, η Pat Ogden γράφει ότι η τεχνολογία κατέστησε δυνατή τη λεπτομερή μελέτη του τρόπου με τον οποίο το τραύμα επηρεάζει τόσο τη φλοιώδη όσο και την υποφλοιώδη επεξεργασία των πληροφοριών και ένα από τα πιο ισχυρά ευρήματα των μελετών νεύρο-απεικόνισης [neuroimaging studies] τραυματισμένων ατόμων είναι ότι, υπό στρες , οι υψηλότερες περιοχές του εγκεφάλου που εμπλέκονται στην «εκτελεστική λειτουργία» που επιτρέπουν τον σχεδιασμό του μέλλοντος, την πρόβλεψη των συνεπειών των πράξεών μας και την αναστολή των ακατάλληλων αντιδράσεων γίνονται λιγότερο ενεργές. Η γνωστική μας επεξεργασία επηρεάζεται επίσης αρνητικά επειδή η υποδιέγερση (hyperarousal) παρεμβαίνει στην ικανότητα καθαρής σκέψης και εμποδίζει την κατάλληλη αξιολόγηση του κινδύνου. Η Ogden επικεντρώνεται επίσης στην επίδραση του τραύματος στη φυσιολογία μας. Γράφει: «Το κληροδότημα του τραύματος είναι ότι αυτά τα σωματικά (δηλαδή, ενδοκρινικά και κινητικά) μοτίβα μπορούν να ενεργοποιηθούν από τις παραμικρές προκλήσεις, ενεργοποιώντας εκ νέου τη φυσική απόκριση του οργανισμού σε προηγούμενο τρόμο,  εγκατάλειψη και αδυναμία, μερικές φορές με εξαιρετική ακρίβεια.

Γνωρίζουμε επίσης ότι η μνήμη των τραυματικών γεγονότων μπορεί να κατασταλεί, μόνο για να αναδυθεί χρόνια ή και δεκαετίες αργότερα. Ο Bessel van der Kolk γράφει: «Η διάσπαση είναι η ουσία του τραύματος. Η τραυματική εμπειρία χωρίζεται και κατακερματίζεται, έτσι ώστε τα συναισθήματα, οι ήχοι, οι εικόνες, οι σκέψεις και οι σωματικές αισθήσεις που σχετίζονται με το τραύμα να αποκτήσουν τη δική τους ζωή. Τα αισθητηριακά θραύσματα της μνήμης εισχωρούν στο παρόν, όπου κυριολεκτικά ξανά βιώνονται. Όσο το τραύμα δεν έχει επιλυθεί, οι ορμόνες του στρες που εκκρίνει το σώμα για να προστατευτεί συνεχίζουν να κυκλοφορούν και οι αμυντικές κινήσεις και οι συναισθηματικές αντιδράσεις συνεχίζουν να επαναλαμβάνονται». Εν τω μεταξύ, εάν τα στοιχεία του τραύματος επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά, οι ορμόνες του στρες χαράζουν αυτές τις αναμνήσεις όλο και πιο βαθιά στο μυαλό. Οπότε, από κάποια άποψη είναι ένας φαύλος κύκλος που πρέπει να διαταραχθεί για να επουλωθεί κανείς από τις συνέπειες των τραυματικών γεγονότων.

Προσθέτει: «Όσο μια ανάμνηση είναι απρόσιτη, το μυαλό δεν μπορεί να την αλλάξει. Αλλά μόλις μια ιστορία αρχίζει να αφηγείται, ιδιαίτερα αν λέγεται επανειλημμένα, αλλάζει – η πράξη της αφήγησης αλλάζει την ιστορία. Το μυαλό δεν μπορεί παρά να νοηματοδοτήσει αυτά που γνωρίζει, και το νόημα που δίνουμε στη ζωή μας αλλάζει το πως και το τι θυμόμαστε». Στο βιβλίο του εξηγεί πώς για τους βετεράνους οι εμπειρίες του πολέμου που ανήκουν στο παρελθόν συχνά βιώνονται στο παρόν στο πεδίο της μάχης των δικών τους σωμάτων, συνήθως χωρίς συνειδητή σύνδεση μεταξύ αυτού που συνέβη και της τωρινής εμπειρίας τους.

Αναφέρεται σε έναν πελάτη του,  που αποκαλεί Stan, ο οποίος αντί να θυμάται το ατύχημα ως κάτι που είχε συμβεί τρεις μήνες νωρίτερα, το ξαναζούσε στο παρόν. Ο Van der Kolk γράφει ότι η σάρωση εγκεφάλου του Stan αποκάλυψε γιατί «οι άνθρωποι μπορούν να αναρρώσουν από τραύμα μόνο όταν οι δομές του εγκεφάλου που αποσυνδέθηκαν κατά τη διάρκεια της αρχικής εμπειρίας – γι’ αυτό το γεγονός καταγράφηκε στον εγκέφαλο ως τραύμα εξαρχής – είναι πλήρως συνδεδεμένες. Δηλώνει ότι η κατάρρευση του θαλάμου / thalamus, για παράδειγμα, εξηγεί «γιατί το τραύμα  το θυμόμαστε κυρίως όχι ως ιστορία, μια αφήγηση με αρχή μέση και τέλος, αλλά ως μεμονωμένα αισθητηριακά αποτυπώματα: εικόνες, ήχοι και σωματικές αισθήσεις που συνοδεύονται από έντονα συναισθήματα, συνήθως τρόμου και αδυναμίας. Σε κανονικές συνθήκες ο θάλαμος λειτουργεί και ως φίλτρο ή φύλακας. Αυτό τον καθιστά κεντρικό συστατικό της προσοχής, της συγκέντρωσης και της νέας μάθησης – όλα αυτά διακυβεύονται από το τραύμα. ”

Υπάρχουν πολλοί στον χώρο του τραύματος που διακρίνουν δύο τύπους τραύματος, αλλά όπως κάθε ανθρώπινη εμπειρία, το τραύμα βρίσκεται σε ένα φάσμα, και επίσης, το ίδιο τραύμα, για εκατό διαφορετικούς λόγους, μπορεί να έχει διαφορετικό αντίκτυπο σε διαφορετικούς ανθρώπους. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που συγκλίνουν για να καθορίσουν πώς θα μας επηρεάσουν τα γεγονότα. Τα τραυματικά συμβάντα μπορεί να περιλαμβάνουν: φυσικές καταστροφές, πόλεμο και συγκρούσεις, τρομερή φτώχεια, φυλάκιση, το να καταστεί κανείς θύμα ή μάρτυρας εγκλήματος, ή να γίνει κανείς μάρτυρας σοβαρού ατυχήματος,, εμπλοκή σε ατύχημα,  έκθεση σε θάνατο, τραυματισμό στο χώρο εργασίας, έκθεση σε ένα απροσδόκητο τραγικό ή πολύ στρεσογόνο γεγονός όπως είναι ο απροσδόκητος ή βίαιος θάνατος αγαπημένου προσώπου, περίπλοκος τοκετός. επώδυνες ιατρικές διαδικασίες,  διαπροσωπική σωματική και ψυχολογική βία και κάθε είδους κακοποίησης, παραμέληση, σοβαρή έλλειψη φροντίδας, συναισθηματικής σύνδεσης ή παρατεταμένου αποχωρισμού από γονείς ή φροντιστές, ειδικά σε πολύ νεαρή ηλικία.

Σύμφωνα με τον Mate, ο οποίος κάνει αναφορά στους  Levine και Van der Kolk, ο πρώτος τύπος, ο οποίος συχνά αναφέρεται ως «τραύμα με κεφαλαίο-Τ» περιλαμβάνει «αυτόματες αντιδράσεις και προσαρμογές του νου-σώματος σε συγκεκριμένα, αναγνωρίσιμα βλαβερά και συντριπτικά γεγονότα, είτε στην παιδική ηλικία είτε αργότερα, που προκαλούν πολλαπλά συμπτώματα και σύνδρομα και καταστάσεις που διαγιγνώσκονται ως σωματική ή ψυχική παθολογία – μια  συσχέτιση που δυστυχώς ακόμη παραμένει σχεδόν αόρατη στα μάτια της κυρίαρχης ιατρικής και ψυχιατρικής» και «υπόκειται σε πολλά από αυτά που χαρακτηρίζονται ως ψυχική ασθένεια. Δημιουργεί επίσης μια προδιάθεση για σωματικές ασθένειες οδηγώντας σε φλεγμονή, αυξάνοντας το φυσιολογικό στρες και βλάπτοντας την υγιή λειτουργία των γονιδίων, μεταξύ πολλών άλλων μηχανισμών». Αυτό που συχνά αποκαλείται «τραύμα  με μικρό-τ»,  περιλαμβάνει γεγονότα που βιώνουμε όλοι καθώς βιώνουμε την καθημερινότητά μας. Αυτά τα «μικρά τραύματα» αν είναι μακροχρόνια και συχνά μπορεί να έχουν τοξική αθροιστική επίδραση με την πάροδο του χρόνου. Ο Mate προτείνει ότι το τραύμα αυτού του είδους δεν απαιτεί το επίπεδο αγωνίας ή ατυχίας του είδους που αναφέρθηκε παραπάνω, αλλά μπορεί να οδηγήσει σε μια σειρά από προβλήματα. Ο ίδιος αναφέρει τα λόγια του ψυχίατρου Mark Epstein: «Τα τραύματα της καθημερινής ζωής μπορούν εύκολα να μας κάνουν να νιώθουμε σαν παιδιά χωρίς μητέρα».

Υπάρχει επίσης και το σύνθετο τραύμα, το οποίο χαρακτηρίζεται από γεγονότα που επαναλαμβάνονται ή συνεχίζονται ή είναι δύσκολο ή αδύνατο να ξεφύγει κανείς από αυτά. Το σύνθετο τραύμα, το οποίο συμβαίνει όταν το τραύμα εμφανίζεται με αθροιστική έκθεση σε τραυματικές εμπειρίες που μπορεί να περιλαμβάνουν παρατεταμένες διαπροσωπικές παραβιάσεις και συχνά εμφανίζεται κατά την παιδική ηλικία είτε εντός του συστήματος παροχής φροντίδας του παιδιού είτε σε άλλα πλαίσια. Διαφοροποιείται από την οξεία έκθεση σε ένα μόνο τραυματικό γεγονός. Μπορεί να εμφανιστεί και σε μεταγενέστερα στάδια της ζωής,  λόγω χρόνιας κακοποίησης είτε εντός  καταχρηστικής σχέσης είτε εντός τοξικών  εργασιακών ή άλλων κοινωνικών πλαισίων,  αλλά και ζώντας σε περιοχές μακρόχρονων συγκρούσεων, σε εμπόλεμες ζώνες, κλπ. Τέλος, το διαπροσωπικό τραύμα είναι γενικά πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί σε σχέση με το τραύμα που προκύπτει λόγου χάρη από τροχαία ατυχήματα ή φυσικές καταστροφές (Bessel van der Kolk).

Ίσως σε αυτό το σημείο να διευκρινίσω ότι δεν μπορούν να οριστούν όλα τα στρεσογόνα ή επώδυνα γεγονότα ως τραυματικά. Ο Peter Levine δηλώνει ότι «Σίγουρα, όλα τα τραυματικά γεγονότα είναι στρεσογόνα, αλλά δεν είναι όλα τα στρεσογόνα γεγονότα τραυματικά». Ο Mate περιγράφει πώς «ένα γεγονός είναι τραυματικό ή επανατραυματικό, μόνο εάν καταστήσει κάποιον ψυχικά ή σωματικά πιο περιορισμένο από πριν με επίμονο τρόπο.. Πολλά στη ζωή, συμπεριλαμβανομένης της τέχνης ή της κοινωνικής συναναστροφής ή της πολιτικής, μπορεί να μας αναστατώνουν, να είναι στενάχωρα, ακόμη και πολύ επώδυνα χωρίς να είναι τραυματικά. Αυτό δεν σημαίνει ότι παλιές τραυματικές αντιδράσεις, που δεν έχουν καμία σχέση με αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή, ότι δεν μπορούν να πυροδοτηθούν από τα τωρινά στρεσογόνα γεγονότα».

Για να γίνει αυτό σαφές θα δώσω παραδείγματα από τη δική μου ζωή. Θα αναφερθώ σε δύο γεγονότα, το ένα συνέβη στο μακρινό παρελθόν και το άλλο πρόσφατα, το ένα ήταν τραυματικό, ενώ το άλλο ήταν μάλλον δυσάρεστο και ανεπιθύμητο,. Θα  μπορούσε να είναι και στρεσογόνο. Και τα δύο συνέβησαν στον δρόμο. Πριν από περίπου τέσσερις δεκαετίες βίωσα ένα τροχαίο ατύχημα που θα μπορούσε να μου είχε κοστίσει τη ζωή ή το ράγισμα του κρανίου ή της σπονδυλικής μου στήλης. Έπαθα διάσειση «μόνο». Ήταν τραυματική εμπειρία αλλά εκείνη τη στιγμή και με τη γνώση που είχα δεν το αντιλήφθηκα ως τραυματικό, δεν το αντιλήφθηκα ως κάτι άλλο από ένα γεγονός που μ’ έθεσε σε μεγάλο κίνδυνο.

Ένα απόσπασμα από την πιο προσωπική μου γραφή που έγραψα πριν από μερικά χρόνια:

«Το πουλί με τις αλήθειες» από τα Χειρόγραφα του Φθινοπώρου του Τάσου Λειβαδίτη

«Κάποιο πρωινό ένα πουλί κάθισε στο αντικρινό δέντρο και σφύριζε. Ω, αν καταλάβαινα τι ήθελε να μου πει! Ίσως να είχα βρει το νόημα του κόσμου».

« Ήταν περίπου εκείνη την εποχή……  που ο άντρας μου και εγώ επιστρέφαμε σπίτι μετά από μια πορεία ειρήνης ή ίσως μια διαδήλωση υπέρ ή κατά κάποιου ζητήματος στο κέντρο της Αθήνας. Ήμασταν πάνω σε ένα μηχανάκι και περιμέναμε να ανάψει το πράσινο φανάρι όταν ένα λευκό αυτοκίνητο ωσάν υπνωτισμένο έπεσε πάνω μας. Καθώς καθόμουν χαλαρή και μη περιμένοντας ότι μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο στα φανάρια «πέταξα» από τη θέση μου και προσγειώθηκα μέτρα μακριά στην άσφαλτο. Στην «δευτερόλεπτη» αυτή διαδρομή μου είχε πέσει το κράνος κι έτσι έπαθα διάσειση, όμως πριν ακούσω τον χτύπο του αδύνατου κορμιού μου στην άσφαλτο, βίωσα την απεραντοσύνη του νυχτερινού ουρανού καθώς μια σκέψη ευφορίας σαν αστραπή διέσχισε το νου μου:  «ο ουρανός είναι γεμάτος αστέρια».

Η αίσθηση της πτώσης μερικές φορές με ξυπνά ακόμα τη νύχτα, αλλά στα όνειρά μου πέφτω από ταράτσες ή μπαλκόνια… και συχνά το νιώθω σαν μια ελεύθερη πτώση σε έναν αβυσσαλέο ουρανό φωτισμένο με αστέρια που με αγκαλιάζει και αποτρέπει τη συντριβή….

Καθώς βήχω ασθμαίνοντας αυτό το φθινόπωρο του 2015, σκέφτομαι όλες τις απαρχές της ζωής μας. πώς όλα περιέχουν εγγενώς τους σπόρους αυτού που πρόκειται να αναπτυχθεί και να συμβεί, αλλά εν τω μεταξύ μπορεί να κοιτάμε τα αστέρια, να μην παρατηρούμε το φύτεμα. την επανάληψη, την ανακύκλωση, τα χρώματα και τα μοτίβα του υφαντού»,

Το δεύτερο περιστατικό συνέβη αυτό το καλοκαίρι και αφορούσε κάτι λιγότερο δραματικό. Ο άντρας μου και εγώ γυρίζαμε σπίτι από την παραλία με τη μηχανή του. .Δεν φορούσε κράνος γιατί ένιωθε ότι έκανε πολύ ζέστη… αυτή η αίσθηση σαν να είσαι κάτω από ένα vintage σεσουάρ μαλλιών…  Κάποιος γνωστός του τον προειδοποίησε ότι η αστυνομία σταματούσε όσους  δεν φορούσαν κράνος λίγο πιο κάτω στον επαρχιακό δρόμο που βρισκόμασταν. Του πρότεινα είτε να το φορέσει είτε να πάμε από κάποιον άλλο δρόμο. Χωρίς πολύ σκέψη αποφάσισε να πάρει το ρίσκο και λίγα μέτρα πιο κάτω μας σταμάτησε η αστυνομία. Του ζητήθηκε να παραδώσει την πινακίδα του και την άδεια οδήγησης για ένα μήνα, ίσως και περισσότερο. Η αφαίρεση της πινακίδας ωστόσο αποδείχτηκε δύσκολη υπόθεση επειδή οι βίδες ήταν σκουριασμένες, οπότε έπρεπε να φύγει και να βρει μηχανικό για να κάνει τη δουλειά. Στο μεταξύ εγώ περίμενα στην άκρη του δρόμου.

Ο Bessel van der Kolk γράφει ότι τα σύμβολα που σχετίζονται με το αρχικό τραύμα, όσο καλοήθη κι αν είναι στην πραγματικότητα, είναι βαθιά μολυσμένα και έτσι καταλήγουν να γίνονται αντικείμενα που πρέπει να φοβόμαστε και να αποφεύγουμε. Έτσι, αυτό το πρόσφατο γεγονός στο δρόμο περιελάμβανε πολλά σύμβολα σχετικά με το τροχαίο δυστύχημα πριν από δεκαετίες και είχε τη δυνατότητα να πυροδοτήσει πτυχές εκείνου του τραυματικού περιστατικού του παρελθόντος. Οποιοδήποτε από τα ακόλουθα θα μπορούσε να πυροδοτήσει εκείνο το συμβάν: οι μοτοσικλέτες, το θέμα του κράνους, η παρουσία της αστυνομίας, η αναμονή μου στην άκρη του δρόμου για αρκετή ώρα. Ωστόσο, επειδή πιστεύω ότι είχα σε κάποιο βαθμό επεξεργαστεί αυτό το παλιό τραύμα, παρέμεινα ήρεμη και παρούσα, αναγνωρίζοντας ότι το πλαίσιο είχε τη δυνατότητα να προκαλέσει φόβο, αλλά επίσης ότι αυτή ήταν μια διαφορετική κατάσταση. Δεν ήμουν  ξαπλωμένη στο δρόμο μισοζαλισμένη, ελπίζοντας να εμφανιστεί κάποιο άδειο ταξί για να μας πάει σε ένα νοσοκομείο. Το τωρινό γεγονός ήταν μια ταλαιπωρία, κάτι που σίγουρα δεν θα επέλεγα ,αν ήταν στο χέρι μου, αλλά παρόλα αυτά ήμουν ασφαλής και αυτό ήταν απλώς ένα δυσάρεστο περιστατικό που σύντομα θα τελείωνε. Ήμουν προσγειωμένη στο παρόν, περιμένοντας να τελειώσει το δράμα,  να φτάσουμε σπίτι,  να πλύνω τη σκόνη του δρόμου, να φάω κάτι.»

 

Θα τελειώσω αυτή την ανάρτηση με ποίηση του Έλληνα ποιητή, Τάσου Λειβαδίτη, που προαναφέρθηκε κι ένα ποίημα της Αμερικανίδας ποιήτριας Jane Hirshfield, και δυο συνδέσμους (links)  με ασκήσεις διαλογισμού με τον Rick Hanson, PhD:

https://www.rickhanson.net/meditationtalkhowtousefearandnotletituseyou/

https://www.rickhanson.net/meditationtalkseethewholebethewhole/

Πρώτη βοήθεια     του Τάσου Λειβαδίτη

Αργά.  //  Το καφενείο άδειασε.  //  Οι φίλοι έφυγαν.
Κι εγώ ρεμβάζω ολομόναχος,
κάνοντας τάχα πως παίζω με τις τρίχες του στήθους μου,
ενώ βγάζω προσεχτικά μια – μια  //  τις σφαίρες της συνομιλίας.

Απόσπασμα από το ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη: Αλλά τα βράδια

 Καὶ νὰ ποὺ φτάσαμε ἐδῶ  //  Χωρὶς ἀποσκευὲς
Μὰ μ᾿ ἕνα τόσο ὡραῖο φεγγάρι

Καὶ ἐγὼ ὀνειρεύτηκα ἕναν καλύτερο κόσμο
Φτωχὴ ἀνθρωπότητα, δὲν μπόρεσες   // οὔτε ἕνα κεφαλαῖο νὰ γράψεις ἀκόμα
Σα σανίδα ἀπὸ θλιβερὸ ναυάγιο   // ταξιδεύει ἡ γηραιά μας ἤπειρος

Ἀλλὰ τὰ βράδια τί ὄμορφα   // ποῦ μυρίζει ἡ γῆ

Βέβαια ἀγάπησε   //  τὰ ἰδανικά της ἀνθρωπότητας,
ἀλλὰ τὰ πουλιὰ    //   πετοῦσαν πιὸ πέρα

Σκληρός, ἄκαρδος κόσμος,   //  ποῦ δὲν ἄνοιξε ποτὲ μίαν ὀμπρέλα
πάνω ἀπ᾿ τὸ δέντρο ποὺ βρέχεται

Ἀλλὰ τὰ βράδια τί ὄμορφα   //  ποῦ μυρίζει ἡ γῆ

Ὕστερα ἀνακάλυψαν τὴν πυξίδα   //  γιὰ νὰ πεθαίνουν κι ἀλλοῦ
καὶ τὴν ἀπληστία   // γιὰ νὰ μένουν νεκροὶ γιὰ πάντα

Ἀλλὰ καθὼς βραδιάζει     //    ἕνα φλάουτο κάπου
ἢ ἕνα ἄστρο συνηγορεῖ   //   γιὰ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα

Ἀλλὰ τὰ βράδια τί ὄμορφα   //  ποῦ μυρίζει ἡ γῆ

Καθὼς μένω στὸ δωμάτιό μου,    //  μοῦ ᾿ρχονται ἄξαφνα φαεινὲς ἰδέες
Φοράω τὸ σακάκι τοῦ πατέρα    //   κι ἔτσι εἴμαστε δύο,
κι ἂν κάποτε μ᾿ ἄκουσαν νὰ γαβγίζω   //  ἦταν γιὰ νὰ δώσω
ἕναν ἀέρα ἐξοχῆς στὸ δωμάτιο

Ἀλλὰ τὰ βράδια τί ὄμορφα  //  ποῦ μυρίζει ἡ γῆ…..

Για όσα μας δένουν   της Jane Hirshfield

Υπάρχουν ονόματα για όσα μας δένουν:  // δυνατές δυνάμεις, αδύναμες δυνάμεις.   //  Κοιτάξτε γύρω σας, μπορείτε να τις δείτε:  // η πέτσα που  σχηματίζεται σε ένα μισοάδειο φλιτζάνι,  //  καρφιά που σκουριάζουν στα σημεία που ενώνουν,  // αρθρώσεις που ταιριάζουν τέλεια  με το βάρος τους.  //  Ο τρόπος που τα πράγματα μένουν τόσο σταθερά   //  όπου κι αν έχουν τοποθετηθεί    //  και η βαρύτητα, λένε οι επιστήμονες, είναι αδύναμη.

Και δείτε πώς η σάρκα μεγαλώνει ξανά   //  σε μια πληγή,  με μεγάλη ορμή,  // πιο δυνατή   // από την απλή, μη δοκιμασμένη πρότερη επιφάνεια.   // Υπάρχει ένα όνομα για τα άλογα,   //  όταν [η σάρκα] επανέρχεται πιο σκούρα και ώριμη: περήφανη σάρκα,   //  όπως κάθε σάρκα, περηφανεύεται για τις πληγές της, τις φοράει   // ως τιμές που δίνονται μετά τη μάχη,   //  μικροί θρίαμβοι καρφιτσωμένοι στο στήθος-

Αντίσταση στην απανθρωποποίηση                                        Η μετάφραση έχει ολοκληρωθεί

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

«Γιατί να νοιάζεται κάποιος για την απανθρωποποίηση;  Η απανθρωποποίηση τροφοδοτεί τις χειρότερες ωμότητες που οι άνθρωποι διαπράττουν ο ένας εναντίον του άλλου. Δεν είναι μόνο πρόβλημα του σύγχρονου, βιομηχανοποιημένου κόσμου: στοιχειώνει την ανθρωπότητα εδώ και χιλιετίες».  David Livingstone Smith

«Η απανθρωποποίηση, αν και είναι ένα πραγματικό ιστορικό γεγονός, δεν είναι μια δεδομένη μοίρα, αλλά το αποτέλεσμα μιας άδικης τάξης που γεννά βία στους καταπιεστές, η οποία με τη σειρά της απανθρωποποιεί τους καταπιεσμένους». Paulo Freire

Η σημερινή ανάρτηση αφορά το βιβλίο του David Livingstone Smith, On Ιnhumanity: Dehumanization and How to Resist It // Σχετικά με την Απανθρωπιά: Απανθρωποποίηση και Πώς Να Αντισταθείς, αλλά θα ξεκινήσω με ένα απόσπασμα από το βιβλίο στο οποίο αναφέρθηκα στην προηγούμενη ανάρτηση. Επίσης σε αυτό το δοκίμιο αναφέρομαι κυρίως σε μερικά από τα πολλά ιστορικά γεγονότα και παραδείγματα που συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο, εκτός από μία αναφορά στην ελληνική γενοκτονία από τους Τούρκους τον 20ό αιώνα.

Ο Bruce Perry γράφει: «Το ανθρώπινο είδος είναι το πιο περίπλοκο είδος. Και αινιγματικό. Προστατεύουμε, ανατρέφουμε και εμπλουτίζουμε τα μικρά μας – και εκμεταλλευόμαστε, ταπεινώνουμε και βασανίζουμε τα μικρά μας. Μπορούμε να είμαστε ανιδιοτελείς και εγωιστές – μερικές φορές το ίδιο άτομο που μας δίνει ζωή, μας φροντίζει και μας ταΐζει επίσης μας εγκαταλείπει. Ή χειρότερα. Εφευρίσκουμε, δημιουργούμε, χτίζουμε – και μετά καταστρέφουμε. Η ιστορία της ανθρωπότητας είναι μια βαθιά άμπωτη ανάμεσα σε αυτά τα υπέροχα και επαίσχυντα χαρακτηριστικά. Κατά τη διάρκεια των αιώνων έχουμε αγωνιστεί να κατανοήσουμε και να ενεργήσουμε με βάση αυτές τις πολυδιάστατες και δυαδικές ιδιότητες της φύσης της ανθρωπότητας. Και μέσα από αυτές τις προσπάθειες έχουμε εφεύρει νέους τρόπους για να ζούμε μαζί – νέα μοντέλα για επιστημονική ανακάλυψη, διακυβέρνηση, μεταφορά, οικονομία, εκπαίδευση και ανατροφή των παιδιών. Συνολικά, η πορεία φαίνεται να είναι θετική. Η κοινωνική δικαιοσύνη, η δημιουργικότητα και η παραγωγικότητα, συνολικά, αυξήθηκαν με την πάροδο των αιώνων και το μίσος, η βαρβαρότητα και η βία μειώθηκαν. Ωστόσο, συχνά χάνουμε το δρόμο μας – και αγωνιζόμαστε ως οικογένειες, κοινότητες και κοινωνίες για να επιστρέψουμε σε μια πιο υγιή «αναπτυξιακή» τροχιά, πάντα ελπίζοντας ότι μπορούμε να κάνουμε τον κόσμο καλύτερο για τα παιδιά και τα εγγόνια μας.» Νομίζω ότι ο Smith τελειώνει το βιβλίο του με παρόμοιο πνεύμα. Γράφει: «Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ Τζούνιορ είπε κάποτε: «Το τόξο της ιστορίας είναι μακρύ, αλλά λυγίζει προς τη δικαιοσύνη». Αυτή είναι μόνο η μισή ιστορία, γιατί στρέφεται προς τη δικαιοσύνη μόνο αν πιέσουμε με πολύ δύναμη προς αυτή την κατεύθυνση».

Ο Smith είναι συγγραφέας, καθηγητής και φιλόσοφος και σε αυτό το βιβλίο ρίχνει μια ακλόνητη ματιά στους μηχανισμούς της ψυχολογίας μας που μας επιτρέπουν να βλέπουμε τους άλλους ανθρώπους ως κάτι λιγότερο από ανθρώπους, αλλά και στο πώς οι πολιτικοί, οι κυβερνήσεις και ορισμένες ομάδες εκμεταλλεύονται τους βασικούς μας φόβους και αυτή την έμφυτη τάση μας μέσω χειραγώγησης και διάδοσης αφηγήσεων που εξυπηρετούν τις δικές τους ατζέντες. Το βιβλίο εστιάζει περισσότερο στη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης εμπειρίας και σε μερικές από τις πιο σκοτεινές σελίδες της ανθρώπινης ιστορίας. Ο συγγραφέας ρίχνει φως σε αυτό σε μια προσπάθεια να βοηθήσει τους αναγνώστες να κατανοήσουν και στη συνέχεια να αντισταθούν στην απανθρωποποίηση άλλων ανθρώπινων όντων. Βασίζεται και αναφέρεται σε πολλά ιστορικά και σύγχρονα γεγονότα, όπως το Ολοκαύτωμα, τις γενοκτονίες στη Ρουάντα, την Αμερική, την Αρμενία, τη Μιανμάρ, την Καμπότζη κι αλλού, τη δίωξη των Ρομά ή των Τσιγγάνων σε βάθος χρόνου και τόπου, τις διάφορες πολεμικές θηριωδίες, την αποικιακή καταπίεση και απάνθρωπες πρακτικές, το λιντσάρισμα Αφροαμερικανών και το δουλεμπόριο, και άλλα γνωστά επεισόδια βίας στην ιστορία.

Εξετάζει επίσης τη σχέση μεταξύ ρατσισμού και απανθρωποποίησης, πώς οι λαθεμένες πεποιθήσεις γίνονται ο πρόδρομος της απανθρωποποίησης και των πολλών φρικαλεοτήτων και αδικιών που συχνά ακολουθούν. Βασίζεται στην πολιτική, την ψυχολογία, την ιστορία και άλλους τομείς για να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την απανθρωποποίηση και τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να αντισταθούμε σε αυτήν με μικρούς και μεγαλύτερους τρόπους. Τελικά. το βιβλίο καταφέρνει να μας ενημερώσει όχι μόνο για τη φρίκη που έχει ήδη διαπραχθεί, αλλά και για την τρέχουσα αναζωπύρωση του πολιτικού αυταρχισμού, των εγκλημάτων μίσους κατά ανθρώπων και μειονοτικών ομάδων, της ρατσιστικής ρητορικής, καθώς και για τις τρέχουσες και πιθανές μελλοντικές προσφυγικές κρίσεις λόγω πολέμων , περιβαλλοντικής καταστροφής και κλιματικών αλλαγών.

Το βαθύ ενδιαφέρον και η εξερεύνηση του θέματος της απανθρωποποίησης σε όλη της την πολυπλοκότητα, από τον Smith, φαίνεται ότι προήλθε και από τις προσωπικές του εμπειρίες. Αφ’ενός, οι Εβραίοι παππούδες του από την πλευρά της μητέρας του είχαν καταφύγει στις ΗΠΑ για να γλιτώσουν από τα πογκρόμ στην Ευρώπη, κι αφετέρου, ο παππούς του από την πλευρά του πατέρα του είχε συμμετάσχει σε μια έκρηξη γενοκτονίας των Τσερόκι στη Γεωργία. Αναφέρει ότι αυτές οι ιστορίες τον επηρέασαν και τον οδήγησαν να μελετήσει τις πιο σκοτεινές και πιο ανησυχητικές πλευρές του ανθρώπου – την εξαπάτηση, την βία, το ρατσισμός και την απανθρωποποίηση. Μεγάλωσε επίσης στον αμερικανικό Νότο, όπου εκτός από τις πολιτικές και τους νόμους που επέβαλλαν τις φυλετικές διακρίσεις,  η φυλετική ιεραρχία ήταν  βαθιά εδραιωμένη στις πεποιθήσεις και τις συμπεριφορές των ανθρώπων. Γράφει: «…η εποχή του Τζιμ Κρόου οργανώθηκε γύρω από την ιδέα ότι οι Λευκοί άξιζαν εξουσία, προνόμια και οποιουσδήποτε πόρους ζητούσαν, ενώ οποιοσδήποτε άλλος, ειδικά οι Μαύροι, γεννήθηκαν με ισόβια κάθειρξη κατωτερότητας. Αυτός ήταν ο κόσμος στον οποίο μεγάλωσα».

Ο Smith δεν αποφεύγει τις σαφείς περιγραφές των φρικαλεοτήτων που μπορεί να ακολουθήσουν την απανθρωποποίηση. Με αυτόν τον τρόπο φέρνει την πραγματικότητα και τον κίνδυνο της απανθρωποποίησης στο προσκήνιο της συνειδητοποίησής μας. Ένα παράδειγμα στο οποίο επιστρέφει είναι το λιντσάρισμα χιλιάδων Αφροαμερικανών που τεκμηριώθηκε μεταξύ 1877 και 1950. Πολλοί άνθρωποι εκτός των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του εαυτού μου, μπορεί να μην έχουν σαφή εικόνα του βάθους της απανθρωπιάς και της σκληρότητας αυτών των γεγονότων, και ορισμένα μέρη του βιβλίου σίγουρα δεν διαβάζονται εύκολα. Τα λιντσαρίσματα, γράφει, αναφέρονταν ως “barbecues” / «ψησταριές» και θεωρούνταν ως εορταστικές εκδηλώσεις κατάλληλες για όλη την οικογένεια, συμπεριλαμβανομένων των μικρών παιδιών. Δεν ήταν εξώδικες εκτελέσεις, αλλά περιλάμβαναν απίστευτα βασανιστήρια και ακρωτηριασμούς μελών του σώματος που συχνά φυλάσσονταν ως αναμνηστικά από τους θεατές. Μαθαίνουμε επίσης ότι η πρακτική της διατήρησης κομμένων μελών του σώματος ως αναμνηστικά έχει λάβει χώρα στον πόλεμο του Βιετνάμ και σε πολλά άλλα περιστατικά γενοκτονίας και πολεμικών συγκρούσεων. Ο Smith  αναρωτιέται και διερευνά το ερώτημα: τι έκανε αυτές τις πράξεις ψυχολογικά δυνατές. Γράφει ότι οι πολλές χιλιάδες, που διέπραξαν αυτά τα εγκλήματα, ήταν απλοί άνθρωποι, όχι ψυχοπαθείς. Πολλοί ήταν οικογενειάρχες, εκκλησιαζόμενοι, στύλοι των κοινοτήτων τους, κι επίσης, οι γυναίκες και τα παιδιά τους απολάμβαναν τα τραγικά θεάματα του λιντσαρίσματος και των εκτελέσεων. Θέτει το ερώτημα: «Τι ήταν, ψυχολογικά μιλώντας, που τους ενδυνάμωσε να κάνουν αυτά τα πράγματα και τους θεατές να τα απολαύσουν; Μέρος της απάντησης βρίσκεται στις απανθρωπιστικές πεποιθήσεις / απόψεις που πολλοί Λευκοί είχαν για τους Μαύρους…»

Ορισμός της απανθρωποποίησης

Ο Smith αναφέρεται σε διαφορετικές θεωρίες που υπάρχουν σχετικά με την απανθρωποποίηση, στις οποίες δεν θα υπεισέλθω εδώ, και στα μεγάλα κενά που υπάρχουν μεταξύ των διαφορετικών αντιλήψεων περί απανθρωποποίησης, που πιστεύει ότι μπορούν να προκαλέσουν σύγχυση στις συζητήσεις. Αυτός θεωρεί την απανθρωποποίηση ως ένα είδος στάσης – έναν τρόπο σκέψης για τους άλλους, και πιστεύει ότι το να απανθρωποποιείς ένα άλλο άτομο σημαίνει ότι το αντιλαμβάνεσαι ως ένα υπάνθρωπο ζώο. Για παράδειγμα, το τοξικό πολιτικό σύνθημα του Γερμανού νομικού και πολιτικού φιλοσόφου Carl Schmitt ήταν: «Δεν είναι κάθε ον με ανθρώπινο πρόσωπο άνθρωπος». Επίσης, στον Τύπο της εποχής εμφανίστηκαν εικόνες που απεικόνιζαν ν τους Εβραίους ως γουρούνια  ή αρουραίους. Επίσης, ισχυρίζεται ότι πρέπει να μπορούμε να διακρίνουμε την απανθρωποποίηση από τον ρατσισμό, τον μισογυνισμό, την ξενοφοβία και άλλες μορφές προκατάληψης και καταπίεσης, επειδή το να απανθρωποποιούμε τους άλλους σημαίνει ότι τους τους θεωρούμε όχι απλώς κατώτερα ανθρώπινα όντα, αλλά υπανθρώπινα πλάσματα.

Ο συγγραφέας περιγράφει πώς: «Κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας στη Ρουάντα, καθώς κι ενώ εκτυλίσσονταν, η προπαγάνδα των Χούτου χαρακτήριζε τους Τούτσι ως κατσαρίδες και φίδια. Αυτοί ήταν απλώς υποτιμητικοί χαρακτηρισμοί; Η μαρτυρία ορισμένων δολοφόνων υποδηλώνει το αντίθετο. «Δεν βλέπαμε πλέον άνθρωπο όταν πετούσαμε ένα Τούτσι στους βάλτους», Διευκρινίζει ότι αυτοί που απανθρωποποιούν // οι θύτες  δεν χρησιμοποιούν απλώς ζωώδεις μεταφορές για μια ευάλωτη ομάδα, δεν προσποιούνται απλώς, αλλά πιστεύουν ειλικρινά ότι αυτοί που διώκουν είναι  κάτι λιγότερο από άνθρωποι. Για παράδειγμα, στο φυλλάδιο των SS με τον τίτλο Ο Υπάνθρωπος, οι Εβραίοι παρουσιάζονταν ως πλάσματα που δεν ήταν ανθρώπινα και πιστευόταν  ότι παρόλο που οι Εβραίοι έμοιαζαν άνθρωποι, δεν ήταν πραγματικά άνθρωποι: «Αν και αυτό [ο Εβραίος] έχει παρόμοια χαρακτηριστικά με έναν άνθρωπο, ο υπάνθρωπος είναι υποδεέστερος στην πνευματική και ψυχολογική κλίμακα από οποιοδήποτε ζώο. Δεν είναι όλοι όσοι  φαίνονται άνθρωποι στην πραγματικότητα.  Αλίμονο σε αυτόν που το ξεχνάει!». (Απόσπασμα από το The Subhuman).

Ο Smith αναγνωρίζει ότι η βάση της απανθρωποποίησης και του ρατσισμού είναι μια σπισιστική λογική // speciesist logic, την οποία επικρίνει λέγοντας ότι «η Δαρβινική επανάσταση θα έπρεπε να είχε καταρρίψει την ιδέα ότι η φύση είναι διατεταγμένη ως ιεραρχία» και ένας λόγος για τον οποίο αυτή η θεωρία πεισματικά υπάρχει ακόμη είναι το γεγονός ότι εξαρτιόμαστε από άλλα είδη, ζώα και φυτά, για να επιβιώσουμε. Προτείνει επίσης ότι μια καλή θεωρία της απανθρωποποίησης θα πρέπει να συνάδει με εκείνα τα επεισόδια της ανθρώπινης ιστορίας που είναι αδιαμφισβήτητα παραδείγματα απανθρωποποίησης, όπως, για παράδειγμα, το Ολοκαύτωμα. Τέλος, δηλώνει ότι μόλις αρχίσουμε να μαθαίνουμε για τον μηχανισμό, την ιστορία και την απύθμενα καταστροφική δύναμη της απανθρωποποίησης, την βλέπουμε παντού και μπορούμε πιο καθαρά να δούμε το πόσο επείγον είναι να αντισταθούμε σε αυτή.

Γενοκτονία

Η Thea Halo, σχετικά με την γενοκτονία, δίνει έμφαση στα τέσσερα «D» της γενοκτονίας: dehumanization (απανθρωποποίηση), demonization (δαιμονοποίηση), destruction (καταστροφή) και denial (άρνηση).

Η γενοκτονία είναι το πιο ανησυχητικό παράδειγμα της καταστροφικής δύναμης της απανθρωποποίησης. Σύμφωνα με τον Smith, η κυρίαρχη πλειοψηφία ξεχωρίζει πρώτα μια εθνική ή φυλετική μειονότητα ως απειλή και  χαρακτηρίζει τα μέλη της ως εγκληματίες, παράσιτα,  ζώα ή τέρατα. Οι απανθρωποποιημένοι άνθρωποι, λέει, «χτυπούνται, βιάζονται, ευνουχίζονται, στειρώνονται, φυλακίζονται, υποδουλώνονται, υπόκεινται σε νόμους που εισάγουν διακρίσεις και στερούνται τα συνήθη δικαιώματα και προνόμια. Οι απανθρωποποιημένοι άνθρωποι αποφεύγονται: διαχωρίζονται, εκδιώκονται, παραμελούνται ή μαντρώνονται σε γκέτο, φυλακές ή στρατόπεδα συγκέντρωσης που τους διαχωρίζουν και τους καθιστούν αόρατους στην κυρίαρχη πλειοψηφία. Οι απανθρωποποιημένοι άνθρωποι χαρακτηρίζονται, ξανά και ξανά,, οι απανθρωπισμένοι άνθρωποι περιγράφονται ως επικίνδυνοι και βρώμικοι. Τους δίνουν υποτιμητικά ονόματα και μερικές φορές τους ζητείται να επιδεικνύουν ορισμένες μορφές ταυτότητας ή χαρακτηριστικές μορφές ενδυμασίας…»  Εξαθλιώνονται, καθίστανται άνεργοι, στερούνται και ταπεινώνονται. Το 1938, για παράδειγμα, εξανάγκαζαν Αυστριακούς Εβραίους να γονατίζουν για να τρίψουν τα πεζοδρόμια μπροστά στα χλευαστικά πλήθη. Τέλος, η ομάδα απανθρωποποίησης δεν βλέπει πλέον ούτε αντιμετωπίζει τα θύματα ως ανθρώπινα όντα, αλλά ως βρώμικα, υπανθρώπινα πλάσματα που πρέπει να εξαλειφθούν και να κυνηγηθούν ή να εκπολιτιστούν, να εξημερωθούν, να κακομεταχειριστούν και να εκμεταλλευτούν.

Ο Smith επιστρέφει συχνά στο Ολοκαύτωμα και σε ορισμένα άλλα ιστορικά γεγονότα, τα οποία θεωρεί χαρακτηριστικά παραδείγματα απανθρωποποίησης σε όλο το βιβλίο. Γράφει: «Θα ήταν παράξενο, τουλάχιστον, να υιοθετήσουμε μια άποψη για το τι είναι η απανθρωποποίηση που δεν ισχύει για τη φρίκη του Άουσβιτς και της Τρεμπλίνκα». Ισχυρίζεται ότι μέχρι σήμερα το Ολοκαύτωμα αντιπροσωπεύει το πιο σαφές και πλήρως τεκμηριωμένο παράδειγμα της απανθρωποποίησης ενός ολόκληρου λαού και ότι πολλά από αυτά που μπορούμε να μάθουμε από το Ολοκαύτωμα μπορεί να ισχύουν και σε άλλες περιπτώσεις απανθρωποποίησης, επειδή η απανθρωποποίηση είναι πάντα σύμφωνη, λίγο ως πολύ, με το ίδιο μοτίβο, παρόλο που υπάρχουν μεμονωμένες παραλλαγές. Για παράδειγμα, «η απανθρωποποίηση των Μαύρων από τους Λευκούς δεν είναι ίδια με την απανθρωποποίηση των Τούτσι από τους Χούτου, η οποία δεν είναι η ίδια με την απανθρωποποίηση των Αρμενίων από τους Τούρκους».

Η Ελλάδα έχει τη δική της γεύση γενοκτονίας στη σχετικά πρόσφατη ιστορία της. Η ελληνική γενοκτονία που διέπραξαν οι Τούρκοι, ως μέρος αυτού που πολλοί μελετητές αναγνώρισαν ως ευρύτερη πολιτική γενοκτονίας, ήταν η συστηματική βίαιη δολοφονία εκατοντάδων χιλιάδων ελληνικού πληθυσμού, η οποία διενεργήθηκε κυρίως κατά την περίοδο 1914-1922. Η γενοκτονία περιλάμβανε σφαγές, βιασμούς, αναγκαστικές εκτοπίσεις που περιελάμβαναν πορείες θανάτου στη Συριακή Έρημο, συνοπτικές εκτελέσεις, καταστροφή ανατολικών ορθόδοξων πολιτιστικών, ιστορικών και θρησκευτικών μνημείων και δήμευση περιουσίας. Μέχρι τα τέλη του 1922, το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού πληθυσμού της Μικράς Ασίας που βρισκόταν εκεί πριν από την οθωμανική μεσαιωνική κατάκτηση της Μικράς Ασίας, τουλάχιστον από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού (1450 π.Χ.), είτε είχε φύγει είτε είχε σκοτωθεί.

Ωστόσο, η απανθρωποποίηση δεν είναι μόνο ένας παράγοντας γενοκτονίας, αλλά επηρεάζει επίσης τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τους εχθρούς κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ο Smith γράφει ότι η προπαγάνδα εν καιρώ πολέμου συχνά εστιάζει στην απανθρωπιστική νοοτροπία, επειδή για τους περισσότερους ανθρώπους, το να σκοτώσεις ανθρώπους δεν είναι εύκολο, και υπάρχουν τεράστια ψυχολογικά εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν προτού κάποιος μπορέσει να τραβήξει μια θανατηφόρα σκανδάλη. Στο βιβλίο παρέχονται αρκετά παραδείγματα προπαγάνδας απανθρωποίησης από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και το Βιετνάμ, αλλά και άλλες συγκρούσεις. Μας λέει, για παράδειγμα, ότι μέσω φαινομενικά αθώων, ανάλαφρων καρτούν οι στρατιώτες παροτρύνονταν να θεωρούν τον εχθρό ως ‘Αλλον, όχι ως ανθρώπους των οποίων τα παιδιά, οι οικογένειες και τα σπίτια θα καταστραφούν, αλλά ως μια διαφορετική, υποδεέστερη, αποκρουστική τάξη πλάσματος που άξιζε να εξαλειφτεί από τη γη.

Ένα παράδειγμα αυτού του είδους πολεμικής προπαγάνδας που αναφέρεται στο βιβλίο σχετίζεται με τον Sir Thomas Blamey.  Ο Smith  αναφέρει λόγια του:  «Δεν έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους όπως τους ξέρουμε . . . Έχουμε να κάνουμε με κάτι πρωτόγονο. Τα στρατεύματά μας έχουν τη σωστή θεώρηση των Ιαπωνέζων. Τους θεωρούν παράσιτα». Το άρθρο περιελάμβανε ένα σχέδιο ενός σώματος που μοιάζει με έντομο και μια τραγελαφική καρικατούρα ενός ιαπωνικού προσώπου και δημοσιεύτηκε τον ίδιο μήνα που πάνω από 16.000 τόνοι εμπρηστικών βομβών μετέτρεψαν μια πυκνοκατοικημένη περιοχή του Τόκιο σε κόλαση. Και αυτή ήταν μόνο η αρχή μιας μαζικής εκστρατείας βομβαρδισμών, που κορυφώθηκε με την εξάλειψη της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι με πυρηνικά όπλα.  Η απανθρωποποίηση ήταν επίσης ανεξέλεγκτη κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Βιετνάμ, όπου οι στρατιώτες είχαν εκπαιδευτεί να θεωρούν τους Βιετναμέζους ως υπανθρώπινα ζώα. Ο Smith γράφει: «Όπως σημειώνει ο βετεράνος του πολέμου του Βιετνάμ, Stan Groff, η απανθρωποποίηση του εχθρού βοηθά στη φρικτή επιχείρηση της δολοφονίας. Συζητώντας τις εμπειρίες του από τη μάχη, λέει, «έπρεπε να απανθρωποποιήσουμε τα θύματά μας πριν κάνουμε ότι κάναμε. . . .»

Ωστόσο, η απανθρωποποίηση δεν είναι πάντα στην υπηρεσία της δολοφονίας, αλλά όπως υποστηρίζει και ο συγγραφέας «είναι επίσης η υπηρέτρια της καταπίεσης». Μας βοηθά να το καταλάβουμε αυτό μέσα από την εξερεύνηση της δουλείας. Γράφει «ήταν σύνηθες για τους ιδιοκτήτες σκλάβων της Βόρειας Αμερικής να θεωρούν τα ανθρώπινα όντα που σκλάβωναν ότι ανήκαν σε ένα κατώτερο είδος ζώου – μια έννοια φυλετικής ιεραρχίας που ήταν μέρος ενός πιο περιεκτικού, ιεραρχικού οράματος για τον κόσμο…» Επειδή οι Μαύροι άνθρωποι θεωρούνταν υπάνθρωποι, αυτό έκανε αποδεκτό οι ιδιοκτήτες τους να τους αντιμετωπίζουν ως  το ζωικό τους κεφάλαιο. Και αυτό έδωσε τη δυνατότητα οι Μαύροι άνθρωποι, ιδιαίτερα οι Μαύροι άντρες, να απεικονίζονται ως πρωτόγονοι ή θηρία, κάτι που στη συνέχεια πυροδότησε τη μαζική θηριωδία του λιντσαρίσματος,

Συνεχίζεται……

Το ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ εστιάζει στην έννοια και τη θεωρία της φυλής, τη διαφορά μεταξύ ρατσισμού και απανθρωποποίησης, πώς η απανθρωποποίηση βοηθά στη αποδόμηση των φυσικών ανθρώπινων αναστολών μας να σκοτώσουμε άλλον άνθρωπο, κατανόηση των απανθρωπιστικών πεποιθήσεων ως ιδεολογικές πεποιθήσεις και στο τι πρέπει να γνωρίζουμε και να πράττουμε προκειμένου να αντισταθούμε στην απανθρωποποίηση.

Ακουαρέλες, τραύμα και νευροεπιστήμη                                      Η μετάφραση έχει ολοκληρωθεί                 

“… Και τι μπορεί να δώσει σε ένα παιδί ελπίδα – ή να την αφαιρέσει; Όπως θα περίμενε κανείς, πιστεύω ότι η ελπίδα είναι μια ικανότητα που διαμεσολαβείται από τον εγκέφαλο. Η ελπίδα είναι η εσωτερική αναπαράσταση ενός καλύτερου κόσμου· ουσιαστικά μια πεποίθηση ότι τα πράγματα μπορούν να είναι καλύτερα. Είναι στην ουσία μια ανάμνηση». (Bruce D..Perry, from Brief: Reflections on Childhood, Trauma and Society)

Όπως ανέφερα στην προηγούμενη ανάρτηση, σχεδίαζα να γράψω κάτι σχετικό με το βιβλίο του David Livingston Smith, On Inhumanity: Dehumanization and How to Resist It  //  Σχετικά με την Απανθρωπιά: Απανθρωποποίηση και Πώς Να Αντισταθείς, αλλά παρόλο που τελείωσα την ανάγνωσή του, δεν κατάφερα να γράψω το κείμενο που είχα κατά νου. Αντί αυτού, σήμερα παρουσιάζω μερικά βασικά σημεία από το βιβλίο του Dr Bruce Perry, Brief: Reflections on Childhood, Trauma and Society // Σύντομο: Στοχασμοί για την Παιδική Ηλικία, το Τραύμα και την Κοινωνία.. Στο μεταξύ, τις δυο τελευταίες εβδομάδες έφτιαξα κάποια σχέδια με νερομπογιές, οπότε σήμερα δημοσιεύω μερικά από αυτά. 

Το πρώτο άρθρο σχετικά με το τραύμα στην παιδική ηλικία και τη νευροεπιστήμη που διάβασα πριν από πολλά χρόνια γράφτηκε από τον Δρ Bruce Perry. Μάλλον έχω αναφερθεί σε αυτό σε κάποια από τα πρώτα κείμενα που έγραψα για αυτήν την ιστοσελίδα. Στη συνέχεια, διάβασα το βιβλίο που συνέγραψε με τη Maia Szalavitz: The Boy Who was Raised as a Dog // Το αγόρι που ανατράφηκε ως σκύλος, και μετά για αρκετά χρόνια περιστασιακά διάβαζα υλικό σχετικό με την δουλεία του. Σε ένα πρόσφατο podcast που παρακολούθησα, θυμήθηκα τη δουλειά του, που οδήγησε στην εκ νέου ανάγνωση του Brief και στη σημερινή ανάρτηση.

Ο Perry είναι παιδοψυχίατρος, νευροεπιστήμονας, συγγραφέας βιβλίων και πολλών άρθρων, καθηγητής και κλινικός ερευνητής στην ψυχική υγεία των παιδιών. Η πιο πρόσφατη κλινική του έρευνα έχει επικεντρωθεί στην ενσωμάτωση αρχών της αναπτυξιακής νευροεπιστήμης στην κλινική πράξη. Αυτός και οι συνάδελφοί του έχουν επίσης αναπτύξει την The Neurosequential Model, μια αναπτυξιακά ευαίσθητη, νεύρο-βιολογική προσέγγιση στην κλινική εργασία με τα παιδιά, την εκπαίδευση και την παροχή φροντίδας.

Στο πρώτο κείμενο του βιβλίου εξηγεί μια σημαντική έννοια: τη Βιολογική Σχετικότητα // Biological Relativity. Ο Perry ξεκινά υποστηρίζοντας ότι ο σχετικός αντίκτυπος του χρόνου [χαμένος χρόνος ή χρόνος που επενδύθηκε] είναι μεγαλύτερος κατά την πρώιμη ζωή μας. Περιγράφει πώς οι ώρες στη βρεφική ηλικία έχουν περισσότερη δύναμη να μας διαμορφώσουν από μήνες στη μέση ηλικία. Γράφει: «Πράγματι, η ανθρωπότητα δημιουργήθηκε στην παιδική ηλικία. Αυτό συμβαίνει λόγω της βιολογικής σχετικότητας. Εν συντομία, ένα βιολογικό σύστημα επηρεάζεται από οποιαδήποτε εμπειρία σε σχέση με το ρυθμό αλλαγής που συμβαίνει σε αυτό το σύστημα. Η δύναμη του χρόνου και της εμπειρίας, επομένως, αυξάνεται σε συστήματα που αλλάζουν ταχέως». Ο Perry λέει ότι για τους ανθρώπους ο μεγαλύτερος ρυθμός αλλαγής λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια των αναπτυξιακών μας χρόνων και, από όλα τα συστήματα του σώματός μας, το πιο δυναμικό, πολύπλοκο και ταχέως μεταβαλλόμενο είναι ο εγκέφαλός μας, και είναι οι ιδιότητες του ανθρώπινου εγκεφάλου που μας επιτρέπουν την ανθρωπιά μας. Εξηγεί ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει την εκπληκτική ικανότητα να αποθηκεύει, να κατηγοριοποιεί, να επεξεργάζεται, να τροποποιεί και να μεταβιβάζει στοιχεία από την εμπειρία στην επόμενη γενιά, και ότι πολύπλοκα πράγματα όπως η δημοκρατία, οι σύγχρονες οικονομίες, οι εκπληκτικές τεχνολογίες, η κοινωνική δικαιοσύνη κλπ. δεν είναι αναπόφευκτες γενετικές εκδηλώσεις του ανθρώπινου εγκεφάλου. αλλά μάλλον είναι τα αποσταγμένα προϊόντα χιλιάδων γενεών εμπειρίας. Είναι ακριβώς αυτό το κοινωνικό-πολιτισμικό απόσταγμα – η συλλογική μνήμη της οικογένειας, της κοινότητας και του πολιτισμού – μέσα στο οποίο μεγαλώνει τα κάθε παιδί».

Στην παιδική ηλικία, ο Perry λέει: «Ο χρόνος και η εμπειρία μεγενθύνονται, ενισχύονται και ενδυναμώνονται από την ευκαιρία να εκφράσουμε τις γενετικές μας δυνατότητες — ή όχι». Μέχρι την ηλικία των τριών ετών, τα συναισθηματικά, συμπεριφορικά, γνωστικά και κοινωνικά θεμέλια για την υπόλοιπη ζωή έχουν σχεδόν τεθεί σε ισχύ. Έτσι, είναι εύκολο να κατανοήσουμε πώς το τραύμα, η παραμέληση και οι επαναλαμβανόμενες εμπειρίες μη  βέλτιστης επικοινωνίας μεταξύ του παιδιού και των φροντιστών του και του περιβάλλοντος μπορούν να καθορίσουν τόσο την έκφραση των δυνατοτήτων όσο και την ποιότητα της υγείας και της ενήλικης ζωής. Ο Perry γράφει ότι κατά την πρώιμη παιδική ηλικία, τα οργανωτικά νευρωνικά δίκτυα που αναπτύσσονται απαιτούν αφή, όραση, ήχο, όσφρηση και κίνηση προκειμένου να αναπτυχθούν φυσιολογικά. Ελλείψει εμπειριών επαρκούς διάρκειας ή ποιότητας, μέρος του γενετικού δυναμικού του ατόμου θα χαθεί. Εξηγεί ότι ένα βρέφος που γεννήθηκε σε μια φυλή κυνηγών-τροφοσυλλεκτών πριν από 20.000 χρόνια, για παράδειγμα, είχε τη γενετική δυνατότητα να διαβάζει, να γράφει, να παίζει πιάνο ή να κατανοεί τον διπλή έλικα του DNA, αλλά αντ’ αυτού έμαθε να διακρίνει τα ίχνη ζώων, να ρίχνει βέλη με ακρίβεια και να διαβάζει τις οπτικό-χωρικές ενδείξεις του εδάφους. Ο Μότσαρτ, γράφει, δεν θα μπορούσε να έχει συνθέσει αν δεν είχε ακούσει ποτέ μουσική στην πρώιμη παιδική του ηλικία.

Ο Perry παρέχει παραδείγματα για να υποστηρίξει την ιδέα ότι οι παιδικές μας εμπειρίες έχουν σημασία και συμβάλλουν σημαντικά στη δημιουργία του ατόμου. Για μερικούς ανθρώπους αυτές οι πρώιμες οργανωτικές εμπειρίες στην παιδική ηλικία είναι συνεπείς, γαλουχητικές, δομημένες και εμπλουτισμένες, με λίγες δυσμενείς εμπειρίες, ενώ για άλλους, τείνουν να είναι πιο φτωχές, παραμελητικές, χαοτικές, ή βίαιες και απειλητικές. Στο κεφάλαιο 10, υπογραμμίζει και πάλι τη δύναμη των πρώτων εμπειριών να διαμορφώνουν – καλώς ή κακώς – μελλοντικές αντιλήψεις, σχέσεις και συμπεριφορές και αναλύει πώς αυτές οι πρώιμες εμπειρίες παρέχουν το πρότυπο για επόμενες παρόμοιες εμπειρίες. Γράφει ότι για πολλές δεκαετίες, αυτός και οι συνάδελφοί του ζουν και εργάζονται με κακοποιημένα και τραυματισμένα παιδιά και ότι έχουν καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια προκειμένου να κατανοήσουν τον αντίκτυπο του αναπτυξιακού τραύματος, της παραμέλησης και άλλων δυσμενών εμπειριών σε αυτά τα παιδιά, ώστε να μπορούν να τα υποστηρίξουν στη διαδικασία της επούλωσης. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας διαπίστωσαν ότι μία από τις πιο χρήσιμες ασκήσεις κλινικά ήταν να αρχίσουν να σκέφτονται τι πραγματικά συνέβαινε στον εγκέφαλο του παιδιού κατά την ανάπτυξη και στη συνέχεια κατά τη διάρκεια των πραγματικών αλληλεπιδράσεων από στιγμή σε στιγμή στο σπίτι, το σχολείο ή τη θεραπεία.

Συμπεριέλαβαν τη νευροβιολογία και τη νευροανάπτυξη στο κλινικό τους μείγμα, το οποίο τους επέτρεψε να αποκτήσουν νέες γνώσεις σχετικά με την προέλευση συμπτωμάτων και τους λόγους για τους οποίους ορισμένες κλινικές ή εκπαιδευτικές προσπάθειες ήταν ανεπαρκείς ή αναποτελεσματικές. Για να κατανοήσουμε τη δύναμη των πρώτων εμπειριών, πρέπει να λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι ο εγκέφαλος έχει την ικανότητα να «ζευγοποιεί» ή να συνδέει μοτίβα νευρικής δραστηριότητας που συμβαίνουν ταυτόχρονα. Ο Perry γράφει: «Δύο ή περισσότερα εισερχόμενα αισθητήρια σήματα που λαμβάνουν χώρα ταυτόχρονα με επαρκή συχνότητα ή ένταση «συσχετίζονται» (π.χ. η θέα του προσώπου της μητέρας, η αίσθηση του πιπιλίσματος και η αίσθηση του κορεσμού). Αυτή η συσχέτιση ή σύνδεση δημιουργείται, αρχικά φτιάχνοντας και στη συνέχεια ενισχύοντας νέες συναπτικές συνδέσεις. δημιουργώντας ουσιαστικά μια νέα μνήμη. Για ένα νεογέννητο με μια προσεκτική, συντονισμένη και περιποιητική μητέρα, δημιουργείται ένα σύνθετο σύνολο συνειρμών». Αυτό γίνεται η πρώτη «μνήμη» του βρέφους σχετικά με τη φύση και την ποιότητα αυτού που είναι ένας άνθρωπος, και καθώς το βρέφος μεγαλώνει, αυτή η πρώιμη μνήμη λειτουργεί ως πρότυπο για μελλοντικές ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις.

Ο εγκέφαλός μας, παρά την πολυπλοκότητά του και την ικανότητά του να δημιουργεί πολλές συναπτικές συνδέσεις, δημιουργεί νέα μνήμη μόνο όταν η εμπειρία είναι μοναδική και δεν μοιάζει με άλλες προηγούμενες εμπειρίες. Εάν η εμπειρία είναι παρόμοια, ο εγκέφαλος απλώς επεξεργάζεται τη νέα αλληλεπίδραση ως μια τρέχουσα εκδοχή κάτι που έχει ήδη βιώσει. και αυτό ουσιαστικά ενισχύει το υπάρχον πρότυπο μνήμης. Επιπλέον, μέχρι να γίνουμε τεσσάρων ετών, λίγο-πολύ έχουμε βιώσει κάποια εκδοχή των περισσότερων αισθητηριακών, κινητικών, συναισθηματικών, ακόμη και γνωστικών στοιχείων της ζωής, και έτσι, έχουμε δημιουργήσει τα πρότυπα εργασίας για το τι είναι ο φροντιστής. για το πόσο σταθεροί και αξιόπιστοι είναι οι άνθρωποι. για το αν ο κόσμος είναι προβλέψιμος ή χαοτικός. και ούτω καθεξής. Έτσι, παραμελημένα, τραυματισμένα ή κακοποιημένα παιδιά έχουν δημιουργήσει έναν κατάλογο προτύπων για τους ανθρώπους, τις σχέσεις και τον κόσμο που απλώς αντανακλούν την εμπειρία τους. Ο Perry προσθέτει ότι τα παιδιά με τα οποία εργάζονται κουβαλούν αυτές τις αναμνήσεις στις αλληλεπιδράσεις τους μαζί τους και η μεγαλύτερη πρόκληση με αυτά τα παιδιά είναι να οικοδομηθεί εμπιστοσύνη και να αλλάξουν τις κοσμοθεωρίες τους.

Ο Perry ολοκληρώνει το πρώτο κεφάλαιο τονίζοντας τη σημασία του να λαμβάνεται υπόψη η βιολογική σχετικότητα και η οργανωτική δύναμη των πρώιμων εμπειριών μας. Γράφει ότι οι επιλογές που κάνουμε ως κοινωνίες θα έχουν βαθιές επιπτώσεις στην τροχιά των κοινωνιών μας και του είδους μας. Υπάρχει ανάγκη να επανεξεταστούν οι κοινωνικές πεποιθήσεις και πρακτικές σχετικά με την ανατροφή των παιδιών. Γράφει: «Αν επιλέξουμε καλά, θα προκύψουν ανεκμετάλλευτες δυνατότητες. Αν παραμείνουμε παθητικοί…… χάνουμε τη δημιουργικότητα και την παραγωγικότητα εκατομμυρίων παιδιών. Και χάνουμε το μέλλον μας».