Τόποι ΙΙ                                                                                      Η μετάφραση είναι διαθέσιμη

«Δε θυμάμαι το πρώτο αντίκρισμά της. Χωρίς άλλο θα κατέβαινα από μια κορφή, φέρνοντας αγκαλιές λουλούδια. Παιδί ακόμα,  εσκεπτόμουν το ρυθμό του φλοίσβου της. Ξαπλωμένος στην αμμουδιά, εταξίδευα με τα καράβια που περνούσαν. Ένας κόσμος γεννιόταν γύρω μου. Οι αύρες μού άγγιζαν τα μαλλιά. ΄Αστραφτε η μέρα στο πρόσωπό μου και στα χαλίκια. Όλα μου ήταν ευπρόσδεκτα: ο ήλιος, τα λευκά σύννεφα, η μακρινή βοή της. Αλλά η θάλασσα επειδή ήξερε, είχε αρχίσει το τραγούδι της, το τραγούδι της που δεσμεύει και παρηγορεί». Κώστας Καρυωτάκης

Σήμερα δημοσιεύω μερικά ακόμη σχέδια με μελάνι από τόπους στην Ελλάδα που πιθανότατα δεν θα έχω την ευκαιρία να επισκεφτώ ξανά. Εν τω μεταξύ, διαβάζω το βιβλίο του Lawrence Durrell, The Greek Islands / Τα Ελληνικά Νησιά, που εκδόθηκε το 1978.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η πρώτη φορά που διάβασα κάποιο βιβλίο της οικογένειας Durrell  / Ντάρελ ήταν όταν ήμουν μαθήτρια, το 1976. Ένας καθηγητής Αγγλικών είχε προτείνει τα βιβλία Bitter Lemons / Πικρολέμονα του Lawrence Durrell και The Colossus of Maroussi / Ο Κολοσσός του Μαρουσίου του Henry Miller. Ο  Ντάρελ ήταν εκπατρισμένος Βρετανός γεννημένος στην Ινδία, ο οποίος είχε ζήσει πολλά χρόνια στην Ελλάδα πριν εγκατασταθεί στη Γαλλία. Το βιβλίο του Bitter Lemons, που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1957, είναι ένα οδοιπορικό που γράφτηκε στα «χρόνια έκτακτης ανάγκης» στην Κύπρο, όταν ο Ντάρελ είχε εγκατασταθεί στο χωριό Bellapaix, όπου είχε αγοράσει κι ανακαίνιζε ένα σπίτι. Δεκαετίες αργότερα, ως ενήλικη κι επισκεπτόμενη την Κύπρο, διάβασα ξανά το βιβλίο.

Ο Ντάρελ ισχυρίζεται ότι το Bitter Lemons / Πικρολέμονα: «[Αυτό] δεν είναι ένα πολιτικό βιβλίο, αλλά απλώς μια κάπως ιμπρεσιονιστική μελέτη των διαθέσεων και της ατμόσφαιρας στην Κύπρο κατά τα ταραγμένα χρόνια 1953-6», Αυτός ο ισχυρισμός έχει επικριθεί ότι περιέχει πολυεπίπεδες αντιφάσεις. Πρώτον, πώς μπορεί ένα έργο που ισχυρίζεται ότι είναι «μελέτη των διαθέσεων και της ατμόσφαιρας της Κύπρου κατά τα ταραγμένα χρόνια 1953-6» να μην είναι πολιτικό βιβλίο, κι επίσης, ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου αναφέρεται άμεσα στην πολιτική κατάσταση στην Κύπρο εκείνα τα χρόνια . Και ίσως θα μπορούσαμε να αγνοήσουμε τα λάθη του βιβλίου και να το διαβάσουμε ως περιηγητική αφήγηση, αν το βιβλίο δεν γινόταν μια σημαντική λογοτεχνική εκδοχή των γεγονότων στην Κύπρο σε όλο τον κόσμο. Υπήρξαν απαντήσεις στο βιβλίο, τόσο από Ελληνοκύπριους όσο και από Βρετανούς. Η αφήγηση του Ντάρελ για εκείνα τα χρόνια έχει επικριθεί ως μονόπλευρη, κάτι που ίσως ήταν αναμενόμενο αφού ο ίδιος εργαζόταν και ως υπάλληλος στο Γραφείο Πληροφοριών του Δημοσίου, τα τελευταία χρόνια της βρετανικής αποικιοκρατίας στην Κύπρο.

Αλλά ας επιστρέψουμε στο βιβλίο του Lawrence Durrell που διαβάζω αυτό τον καιρό, The Greek Islands / Τα Ελληνικά Νησιά. Δεν είναι τουριστικός οδηγός. Ξεκινώντας μια περιήγηση των νησιών θα ήταν απαραίτητο κανείς να πάρει μαζί του πιο τυπικούς τουριστικούς οδηγούς, όπου εν συντομία εμπεριέχονται οι σημαντικές τοποθεσίες και η πολυεπίπεδη ιστορία των νησιών της Ελλάδας. Σε σχέση με αυτήν την πολύπλοκη και πολυεπίπεδη ιστορία της Ελλάδας, ο Ντάρελ γράφει: «Μια ματιά στη συνοπτική ιστορία του τόπου (Κέρκυρα) δεν θα μειώσει την αίσθηση ότι κάποιος βρίσκεται έξω από τα νερά του, πνιγμένος από πάρα πολλά δεδομένα. Αλλά όσο περνά ο καιρός, καθώς τα ηλιόλουστα ελληνικά πρωινά διαδέχονται το ένα το άλλο, θα βρεις τα πάντα να βυθίζονται στον πάτο του λιμανιού του μυαλού , εκεί για να παίρνουν σχήματα και διαθέσεις που είναι καθαρά ελληνικές και δεν έχουν πλαίσιο ή αναφορά στην ιστορία πουθενά αλλού. Είναι σημαντικό να μην σε νοιάζει πάρα πολύ».

Επίσης, τα όρια μεταξύ ιστορικών γεγονότων και μυθολογίας και η πολυπλοκότητα της σχέσης τους μπορεί να μην είναι πάντα ξεκάθαρη. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα, όπως οι ιστορίες σχετικά με τη μυθική γοργόνα, τη Μέδουσα: «…. ένα τεράστιο παλίμψηστο μύθων και παραμυθιών στους οποίους είχαν προσκολληθεί πραγματικοί άνθρωποι, στο οποίο είχαν εμπλακεί πραγματικές φιγούρες. Οι άνθρωποι έγιναν βασιλιάδες και μετά θεοί ακόμη και κατά τη διάρκεια της ζωής τους (ο Καίσαρας, ο Μέγας Αλέξανδρος, για παράδειγμα). Όταν ο Παυσανίας ήρθε στο προσκήνιο  – ήδη ήταν τρομερά αργά  (τον δεύτερο αιώνα μ.Χ.) – του έδειξαν τον τάφο της κεφαλής της Μέδουσας στο Άργος και τον διαβεβαίωσαν ότι ήταν μια πραγματική βασίλισσα διάσημη για την ομορφιά της. Είχε εναντιωθεί στον Περσέα και… της έκοψε το κεφάλι για να το δείξει στα στρατεύματα. Στην εκδοχή του Απολλόδωρου, ωστόσο, αναστάτωσε την εύθικτη Αθηνά, η οποία οργάνωσε την εκδικητική δολοφονία της από κακία – κι επίσης επειδή ήθελε το ισχυρό, ανατριχιαστικό κεφάλι για τους δικούς της σκοπούς. Ο Περσέας (η Αθηνά ήταν σχεδόν το ίδιο τρυφερή απέναντί ​​του όσο και προς τον Οδυσσέα) επίσης έγδαρε τη Μέδουσα και μπόλιασε το φρικτό λείψανο της τρελής μάσκας στην ασπίδα της Αθηνάς. Αυτή είναι μια διαφορετική ιστορία. Υπάρχουν ακόμη πολλά άλλα επεισόδια ανάμεσα στις διαφορετικές βιογραφίες της Γοργόνας μας…..”

Το βιβλίο του Ντάρελ  είναι πολύ πιο προσωπικό. Είναι περισσότερο ένα λογοτεχνικό κείμενο παρά ένας τουριστικός οδηγός. Ευχαριστεί τις αισθήσεις και περιέχει χιούμορ. Αντικατοπτρίζει επίσης τις αναμνήσεις του συγγραφέα από την Ελλάδα μιας συγκεκριμένης εποχής, τις προσωπικές του προτιμήσεις για μέρη και νησιά, την οπτική του για τη ζωή και τις πολιτικές απόψεις και προκαταλήψεις του, και πιθανώς κάποιες προσχεδιασμένες νοητικές κατασκευές αυτού του τόπου και των ανθρώπων του, και ίσως αποτελεί και μια περιγραφή μιας πραγματικότητας που χρωματίζεται από την αποικιοκρατία . Το βιβλίο εκδόθηκε το 1978 και περιλαμβάνει περιγραφές των ταξιδιών του Ντάρελ στην Ελλάδα σε διάφορες περιόδους, όπως για παράδειγμα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου καθώς έφευγε προς την Αίγυπτο. Ο Ντάρελ γράφει: «… η επιλογή μου ήταν να είμαι όσο το δυνατόν πιο περιεκτικός, αλλά ταυτόχρονα κι εντελώς προσωπικός. Ο σύγχρονος τουρίστας διαθέτει πλούσιους οδηγούς και έργα αναφοράς, ιδιαίτερα για την Ελλάδα. Η ιδέα δεν ήταν να ανταγωνιστώ σε αυτόν τον τομέα, αλλά απλώς να προσπαθήσω να απαντήσω δύο ερωτήσεις. Τι θα σας χαροποιούσε να ξέρατε όταν ήσασταν επί τόπου; Τι θα σας λυπούσε αν χάνατε την ευκαιρία να δείτε όσο ήσασταν εκεί; Ένας οδηγός, ναι, αλλά πολύ προσωπικός».

Τέλος, είμαι βέβαιη ότι πολλά πράγματα έχουν αλλάξει από την εποχή που γράφτηκε το βιβλίο και από τα χρόνια που ο Ντάρελ έζησε και εξερεύνησε την Ελλάδα, και όμως, υπάρχουν πολλά από αυτά που έχει καταγράψει σε αυτό το βιβλίο, που μάλλον είναι ακόμη εδώ για να τα βρει και να τα βιώσει κανείς.

Στην αρχή του βιβλίου ο Ντάρελ γράφει για το φως της Ελλάδας, κάτι για το οποίο έχουν γράψει καλλιτέχνες και ποιητές, και που καλά γνωρίζει όποιος έχει βρεθεί σε αυτόν τον τόπο.

«Δαγκώνοντας σαν νόμισμα τη θάλασσα την ίδια που /  Σου ’δωκε τη λάμψη αυτή το φως αυτό το νόημα που γυρεύεις». Οδυσσέας Ελύτης

Ο Ντάρελ σημείωσε ότι το ερώτημα: «Με ποιον τρόπο διαφέρει η Ελλάδα από την Ιταλία και την Ισπανία;» θα απαντηθεί από μόνο του.  Το φως! Ακούει κανείς τη λέξη παντού, «To Phos / Φως» και μπορεί να αναγνωρίσει τη γενεαλογία του – μεταξύ άλλων παραγώγων είναι η αγγλική μας λέξη «phosphorescent / ‘φωσφορίζων», η οποία συγκαλεί αμέσως τη χορευτική ποιότητα του μαγνησίου του φωτός του ήλιου που φλέγεται σε έναν λευκό τοίχο. στα βάθη του φωτός υπάρχει μαυρίλα, αλλά είναι μια μαυρίλα που σφύζει από βιολετί – ένας μαγνητικός άτονος υπεριώδης παλμός. Αυτό προσδίδει ένα είδος λαμπερού δέρματος λευκού φωτός σε υλικά αντικείμενα, που συνδέει το κοντινό και το μακρινό και λούζει απλά αντικείμενα με ένα είδος ουράνιας λάμψης με απόχρωση πυγολαμπίδας. Είναι ο γυμνός βολβός του ματιού του Θεού, ας πούμε και τυφλώνει κάποιον. Ακόμα και εδώ στην Κέρκυρα, της οποίας το πλούσιο, πυκνό δάσος και η ελεγειακή πρασινάδα έρχονται σε αντίθεση τόσο περίεργα με τη βάναυση άγονη φύση του Αιγαίου…………  ακόμα και εδώ δεν υπάρχει αμφιβολία για το φως. ……. Δεν είναι φυσικά ο πρώτος επισκέπτης που ηλεκτρίστηκε από το ελληνικό φως, που μέθυσε από τη λευκή χορευτική κατάδυση του ήλιου σε μια θάλασσα που ο γαλάζιος ουρανός  χύνεται μέσα της. Περπατάει στη μικρή πόλη της Κέρκυρας εκείνο το πρώτο πρωινό με την αίσθηση ότι το νησί είναι ένα είδος φλεγόμενου γυαλιού».

«Η πρώτη εντύπωση για τη χώρα, από όποια κατεύθυνση κι αν εισέλθει κανείς, είναι λιτή. Απορρίπτει όλες τις ονειροπολήσεις, ακόμα και τις ιστορικές. Είναι ξερή, άγονη, δραματική και παράξενη, σαν ένα τρομερά αποστεωμένο πρόσωπο. αλλά βρίσκεται λουσμένο σε ένα φως όπως το μάτι δεν το έχει δει ποτέ, και με το οποίο χαίρεται σαν να συνειδητοποιεί τώρα για πρώτη φορά το δώρο της όρασης. Αυτό το φως είναι απερίγραπτα ζωηρό αλλά και μαλακό. Αναδεικνύει τις πιο μικρές λεπτομέρειες με μια διαύγεια, μια απαλή διαύγεια που κάνει την καρδιά να χτυπά πιο έντονα και τυλίγει την κοντινότερη θέα σε ένα μεταμορφωτικό πέπλο…»

Ο Ντάρελ θεωρούνταν φιλέλληνας και γνώριζε τη μυθολογία, την ιστορία και την ελληνική γλώσσα.. Στο βιβλίο κάνει αρκετές αναφορές στη γλώσσα.

«Τη γλώσσα μου έδωσαν Ελληνική / το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου. Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου…» Οδυσσέας Ελύτης

Σχετικά με την ελληνική γλώσσα αναφέρει: «Η γλώσσα είναι επίσης τραγανή και μελωδική, γεμάτη οδοντικά που μοιάζουν με βότσαλα, που της δίνουν μια χαλαρή αίσθηση. Μέσα στο θόρυβο  και στον κρότο της επιβίβασης [όταν φτάνει ένας ταξιδιώτης] ακούει λέξεις που σχεδόν καταλαβαίνει. Ένας ναύτης φωνάζει σε έναν άλλο «Ντομάνι, ντομάνι. αύριο!» Είναι σαν η πέτρα της Ροζέτας να μας παραδίδει τα μυστικά της. Γιατί το «avrio» πρέπει να σημαίνει «αύριο»! Όμορφη λέξη!»

«Αν μπορείτε να μάθετε το ελληνικό αλφάβητο, ξεκινήστε συλλαβίζοντας τις πινακίδες των καταστημάτων που είναι από τα πιο γραφικά διακοσμητικά στο γύρω σκηνικό. Είναι ενδιαφέρον πόσες λέξεις είναι αρχαίας προέλευσης (Βιβλιοπωλείο, Αρτοπωλείο – για παράδειγμα). λέξεις που πρέπει να ήταν γνωστές στον Πλάτωνα ή στον Σωκράτη και που πρέπει να ήταν γραμμένες παντού στην αρχαία αγορά της Αθήνας. Αλλά στην προφορική γλώσσα, τη δημοτική, ο άρτος έχει γίνει ψωμί. Είναι περίεργο ότι αν μάθεις νέα ελληνικά με δάσκαλο, αυτός θα ξεκινήσει με την αρχαία αττική γραμματική. Είναι το πρώτο αξιομνημόνευτο μάθημα της διαχρονικότητας της παλιάς ελληνικής γλώσσας. Αντίθετα, δεν θα μπορούσατε να διδάξετε έναν Έλληνα  Αγγλικά  αν τον ξεκινούσατε με τον Chaucer. Η αττική γραμματική είναι αυτή από την οποία ο Σωκράτης πρέπει να έμαθε γράμματα. Υπάρχει, λοιπόν, κάτι άφθαρτο στα Ελληνικά;»

«Μεταξύ των πιο αξιοσέβαστων λέξεων που υπάρχουν ακόμη θα συναντήσετε λέξεις όπως «άνθρωπος» – σημαίνει «αυτός που κοιτάζει προς τα πάνω». Σε κοινή χρήση είναι επίσης η γη, ο ουρανός και η θάλασσα. Στη συνέχεια, κάπως παράδοξα, πολλές από τις πιο κοινές σύγχρονες λέξεις, αν και φαίνεται ότι δεν έχουν αρχαιοελληνικές ρίζες, αποδεικνύεται μετά από εξέταση ότι προέρχονται από απολύτως νόμιμες αρχαίες ελληνικές πηγές. Το νερό, για παράδειγμα,  έχει την ίδια ρίζα με τη Νηρηίδα – ακόμη και η νύμφη του γλυκού νερού με αυτό το όνομα εξακολουθεί να στοιχειώνει τις πηγές σε απομακρυσμένα μέρη. Ρώτα οποιονδήποτε  χωρικό. Το ψωμί επίσης προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη όψων, οτιδήποτε τρώγεται με ψωμί».

Δύο  σχέδια είναι εμπνευσμένα από δύο νησιά των Κυκλάδων, την Πάρο και τη Νάξο.

 

Σε ένα απόσπασμα για τις Κυκλάδες, ο Ντάρελ σημειώνει:

«Οι Κυκλάδες είναι μια γωνιά του χάρτη όπου η λέξη «αποπλάνηση» αρμόζει περισσότερο  από οπουδήποτε αλλού στη γη. Ωστόσο, τόσα πολλά από αυτά (τα νησιά) θα μπορούσαν δίκαια να ονομαστούν απλώς αποστειρωμένοι βράχοι, αλλά στην καρδιά της ελληνικής θάλασσας, όπου οι θεοί τους έχουν σκορπίσει, αυτοί οι ταπεινοί βράχοι λάμπουν σαν πολύτιμοι λίθοι.»…………. Και η παρουσία τόσων διάσημων νησιών τόσο κοντά σου, που περικλείουν απαλά τα όρια του θεατού κόσμου, έχει μια αίσθηση λικνίσματος / εναγκαλισμού – η φαντασία σας αισθάνεται ότι λικνίζεται και λατρεύεται από το παρόν και το παρελθόν. Τα ίδια τα ονόματα των νησιών είναι σαν μελωδία.

Για την Ύδρα γράφει:

«Με τον ήλιο, το νησί ανοίγει σαν ένα σκούρο τριαντάφυλλο και ξεχνάς οποιαδήποτε από αυτές τις μικρές ενοχλήσεις που μπορεί να ταλαιπωρούν έναν ταξιδιώτη σε αυτά τα νερά. Απλά ξαπλωμένος / η στο κατάστρωμα και βλέποντας τα ξάρτια να ταλαντεύονται απαλά στο καθαρό λευκό φως θα σε κάνει να χαρείς που έχεις ζήσει αρκετά για να βιώσεις την εμπειρία της Ύδρας. ”

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ                                         Η μετάφραση είναι διαθέσιμη  29/08/2024

Αφηγηματική θεραπεία

και

Ζωγραφική

«Οι θεραπευτές μπορούν να υπονομεύσουν την ιδέα ότι οι ίδιοι έχουν προνομιακή πρόσβαση στην αλήθεια ενθαρρύνοντας συνεχώς τους συμβουλευόμενους /πελάτες να τους βοηθήσουν στην αναζήτηση κατανόησης». Michael White

«Πιστεύω, όπως και ο Michel Foucault (1980), ότι ένας τομέας γνώσης είναι ένας τομέας εξουσίας και ότι ένας τομέας εξουσίας είναι ένας τομέας γνώσης». Michael White

Αυτό το τρίτο μέρος σχετικά με την αφηγηματική θεραπεία είναι συνέχεια των δύο προηγούμενων αναρτήσεων και εστιάζει σε μερικές ακόμη ιδέες και άρθρα στο βιβλίο του Michael White, Narrative Therapy Classics.

Επίσης  συμπεριλαμβάνω και μερικά πρόσφατα σχέδια με μελάνι από μια νέα σειρά με τίτλο Τόποι.

Όπως ανέφερα και στις προηγούμενες αναρτήσεις, το βιβλίο είναι πλούσιο σε θέματα, αρχές αφηγηματικής θεραπείας, πολιτική ανάλυση, ερωτήσεις και δείγματα συνομιλιών, και μάλλον είναι ένα βιβλίο που χρειάζεται να διαβάσει κανείς περισσότερες από μία φορές. Στο σημερινό άρθρο θα επιχειρήσω να παρουσιάσω εν συντομία μερικές ιδέες και παρεμβάσεις που σχετίζονται με την απώλεια και το πένθος, το τραύμα και την ανάπτυξη δευτερεύουσας αφήγησης / ιστορίας, τις επιφανειακές πνευματικότητες, την ηθική και τη διαφάνεια εντός θεραπευτικών πλαισίων.

Απώλεια και πένθος

Ο White διευκρινίζει ότι δεν παίρνει θέση κατά της χρήσης της μεταφοράς του αποχαιρετισμού, επειδή πιστεύει ότι υπάρχουν πολλά τα οποία ίσως χρειάζεται κανείς να αποχαιρετήσει.  Οι άνθρωποι συχνά χρειάζεται να πουν αντίο σε αυτό που υπήρξε, σε μια υλική πραγματικότητα και σε ελπίδες, όνειρα και προσδοκίες. Ωστόσο, πιστεύει ότι η διαδικασία του πένθους είναι ταυτόχρονα ένα φαινόμενο «αποχαιρετισμού και χαιρετισμού». Υποστηρίζει επίσης ότι κάθε εμπειρία απώλειας είναι μοναδική, όπως και οι απαιτήσεις για την επεξεργασία της. Επομένως, οι μεταφορές μπορούν να είναι χρήσιμες στο βαθμό που δεν υποβάλλουν τους ανθρώπους σε κανονιστικές προδιαγραφές και στο βαθμό που η έκφραση αυτής της μοναδικότητας αναγνωρίζεται και διευκολύνεται.

Ο White σημειώνει επίσης ότι κατά καιρούς έχει υποτεθεί ότι αυτό το έργο, το οποίο προσανατολίζεται προς στη μεταφορά του ‘saying hullo again’ / « λέμε γεια ξανά», βασίζεται σε μια έννοια πνευματικότητας που είναι έμφυτη ή ανυψωτική [immanent or ascendant] και ότι σχετίζεται με δυνάμεις που είναι μιας άλλης διάστασης. Ωστόσο, δεν είναι αυτό που προτείνει και αυτές οι έννοιες δεν έχουν διαμορφώσει την εξέλιξη της συγκεκριμένης θεραπευτικής διαδικασίας. Εξηγεί ότι η διαδικασία που ορίζεται από τη μεταφορά «λέγοντας και πάλι γεια» βοηθά τα άτομα «στην ανάπτυξη δεξιοτήτων  για την ανάσταση και έκφραση σημαντικών εμπειριών των σχέσεών τους. Αυτές είναι εμπειρίες που έχουν ζήσει αυτά τα άτομα – που αποτελούν μέρος της βιωμένης εμπειρίας τους».

Επιπρόσθετα, ο White συζητά πώς αυτή η μεταφορά παρέχει δυνατότητες δράσης με τη μορφή πρακτικών ανάμνησης  /  remembering practices, οι οποίες αναφέρονται σε  έναν «ειδικό τύπο ανάμνησης». Παραθέτει τον Myerhoff (1982), ο οποίος ισχυρίζεται ότι ο όρος «Remembering» μπορεί να περιλαμβάνει την εστίαση της προσοχής στην συνάθροιση αυτών που ανήκουν στην ιστορία της ζωής κάποιου, των πρότερων εαυτών του, καθώς και σημαντικών άλλων που είναι μέρος της ιστορία του.  Υπό αυτή την έννοια, «η ενθύμηση ή  επαναμνημόνευση, είναι μια σκόπιμη, σημαντική ενοποίηση, αρκετά διαφορετική από τις παθητικές, συνεχείς αποσπασματικές τρεμοκαίουσες εικόνες και συναισθήματα που συνοδεύουν άλλες δραστηριότητες στην κανονική ροή της συνείδησης» (Myerhoff,  αναφέρεται στον White). Αυτή η έννοια της ενθύμησης  / επαναμνημόνευσης  και η μεταφορά της λέσχης, περιέχουν δυνατότητες για τους ανθρώπους να συμμετάσχουν σε μια αναθεώρηση των μελών της λέσχης της ζωής τους. Αυτή η διαδικασία, προτείνει ο White, «παρέχει στα άτομα την ευκαιρία να έχουν μεγαλύτερο λόγο σχετικά με την θέση [the status] συγκεκριμένων μελών της λέσχης της ζωής τους. Μέσω πρακτικών ενθύμησης, τα άτομα μπορούν να αναστείλουν ή να ανυψώσουν, να ανακαλέσουν ή να δώσουν προνομιακή θέση, και να υποβαθμίσουν ή να αναβαθμίσουν, συγκεκριμένους ανθρώπους στη ζωή τους».

Παιδιά, τραύμα και ανάπτυξη δευτερεύουσας ιστορίας

Στην εργασία του σχετικά με τα παιδιά, το τραύμα και την ανάπτυξη της δευτερεύουσας ιστορίας, ο White τονίζει τη σημασία της ανάπτυξης της δευτερεύουσας ιστορίας ιδιαίτερα όταν εργάζεται με παιδιά, που έχουν υποστεί τραύματα και παραμέληση, επειδή παρέχει μια εναλλακτική περιοχή ταυτότητας όπου μπορούν να σταθούν τα παιδιά όταν αρχίζουν να δίνουν φωνή στις εμπειρίες τους. Γράφει ότι παρέχει στα παιδιά σημαντικό βαθμό ανοσίας στη πιθανότητα επανατραυματισμού που μπορεί να προκύψει από τις θεραπευτικές πρωτοβουλίες που αποσκοπούν να τα βοηθήσουν να μιλήσουν για τις τραυματικές εμπειρίες τους και τις συνέπειες αυτών.

Διευκρινίζει ότι στη δουλειά του με ανθρώπους που έχουν υποστεί τραύματα και μια σειρά από κακοποιήσεις, συμπεριλαμβανομένων πολιτικών βασανιστηρίων, και για ανθρώπους που αγωνίζονται με τις συνέπειες μιας σειράς κοινωνικών καταστροφών, συμπεριλαμβανομένων των επιδημιών ασθενειών, δεν επιδιώκει να μετριάσει τις εκφράσεις τους για το τραύμα και τις συνέπειές του, ούτε φοβάται «να ανοίξει /δημιουργήσει χώρο στους ανθρώπους να μιλήσουν για ότι δεν είχαν την ευκαιρία να μιλήσουν, να εκφράσουν τα ανείπωτα με λόγια». Ωστόσο, τονίζει το θέμα της ασφάλειας και σημειώνει ότι έχει φροντίσει να κάνει ότι είναι δυνατόν ανάλογα με τις αντιλήψεις και τις ικανότητές του για να δημιουργήσει πλαίσια στα οποία «οι άνθρωποι να μπορούν να δώσουν πλήρη φωνή στις τραυματικές εμπειρίες τους με τρόπους που τους επιτρέπουν να αφαιρέσουν τις συνέπειες αυτού του τραύματος από τη μελλοντική τους ζωή» χωρίς να έχουν στο μεταξύ επανατραυματιστεί μέσα στο πλαίσιο παροχής βοήθειας προκειμένου  να αντιμετωπίσουν όσα έχουν βιώσει.

Ο White εξηγεί ότι η γένεση της ανάπτυξης μιας δευτερεύουσας ιστορίας βρίσκεται στις απαντήσεις / αντιδράσεις των παιδιών στο τραύμα το οποίο έχουν υποστεί, επειδή κανένα παιδί δεν είναι παθητικός δέκτης τραύματος, ανεξάρτητα από τη φύση αυτού του τραύματος. Τα παιδιά, γράφει, αναλαμβάνουν δράση για να ελαχιστοποιήσουν την έκθεσή τους στο τραύμα και να μειώσουν την ευαλωτότητα τους σε αυτό, βρίσκοντας τρόπους να τροποποιήσουν τις επιπτώσεις αυτού του τραύματος στη ζωή τους. Ωστόσο, συχνά οι απαντήσεις τους στα τραύματα είναι ανομολόγητες και απαρατήρητες, ή τιμωρούνται και μειώνονται μέσα στο ίδιο το τραυματικό πλαίσιο.

Ο White γράφει: «Αυτές οι αντιδράσεις στο τραύμα και οι συνέπειές του βασίζονται σε πράγματα που τα παιδιά δίνουν αξία, σε αυτά που θεωρούν πολύτιμα στη ζωή τους». Και αυτές οι αποκρίσεις αντικατοπτρίζουν γνώσεις και δεξιότητες σχετικά με:

“α. την διατήρηση της ζωής σε περιβάλλοντα που απειλούν τη ζωή, β. την εύρεση υποστήριξης σε εχθρικά περιβάλλοντα, γ. την καθιέρωση τομέων ασφάλειας σε επικίνδυνα μέρη, δ. την πίστη στις δυνατότητες για ζωή σε συνθήκες που το αποθαρρύνουν, ε. την ανάπτυξη φροντίδας για τους άλλους σε καταστάσεις που δεν ενθαρρύνουν τέτοιες συμπεριφορές, στ. την εύρεση σύνδεσης και αίσθησης σχέσης με άλλους σε περιβάλλοντα που είναι απομονωτικά, ζ. την άρνηση του τραύματος ζ. την άρνηση αναπαραγωγής του τραύματος στις ζωές των άλλων σε περιβάλλοντα που είναι ενθαρρυντικά αυτής της αναπαραγωγής τραύματος, η. την επούλωση από τις συνέπειες του τραύματος κάτω από συνθήκες που δεν είναι ευνοϊκές για αυτό, θ. την επίτευξη βαθμών αυτό-αποδοχής σε ατμόσφαιρες που υποστηρίζουν την αυτό-απόρριψη, ι. και άλλα.”

Ο White αναλύει πώς η άμεση παρατήρηση της αυθόρμητης αλληλεπίδρασης των παιδιών που έχουν υποστεί τραύματα συχνά παρέχει ενδείξεις σχετικά με τα σημεία εισόδου για την ανάπτυξη δευτερεύουσας ιστορίας. Παρέχει διάφορα παραδείγματα της δουλειάς του με νέους που είχαν περάσει πολλά και δείχνει πώς τους βοήθησε να αναπτύξουν μια δευτερεύουσα ιστορία, η οποία τους παρείχε εναλλακτικές και σχετικά ασφαλείς περιοχές ταυτότητας.

Σε μια περίπτωση, ξεκίνησε τη δουλειά του με τρία αγόρια [που είχαν μεταναστεύσει από τις χώρες καταγωγής τους ως πρόσφυγες και είχαν παραπεμφθεί σε αυτόν λόγω ανησυχιών για την απόσυρσή τους και για τον βαθμό στον οποίο είχαν συνεχίσει να σιωπούν σχετικά με το πολύ σημαντικό τραύμα το οποίο είχαν υποστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα πριν από τη μετανάστευση], συμβουλεύοντάς τους για το αν θα ήθελαν να μιλήσουν για το τι θεωρούσαν πολύτιμο και τι σκόπευαν για τη ζωή τους, καθώς και ποιες ικανότητες , γνώσεις και δεξιότητες τους είχαν βοηθήσει να βιώσουν /  ξεπεράσουν το τραύμα που είχαν βιώσει.

Σε μια άλλη περίπτωση, ενώ δούλευε με τρία αδέρφια που είχαν υποστεί κακοποίηση και παραμέληση, παρατήρησε τον μεγαλύτερο αδερφό να ασχολείται με τη φροντίδα των μικρότερων αδελφών του με διάφορους τρόπους. Αυτή η παρατήρηση, γράφει, παρείχε τη βάση για μια θεραπευτική έρευνα στην οποία, μεταξύ άλλων, ενθάρρυνε και τα τρία παιδιά να:

«κατονομάσουν αυτές τις δεξιότητες φροντίδας, να περιγράψουν την τεχνογνωσία που εκφράστηκε σε αυτές τις δεξιότητες. να καθορίσουν τη συμβολή αυτών των δεξιοτήτων στη ζωή των μικρότερων παιδιών, να κάνουν εικασίες σχετικά με το τι μπορεί να καταστήσει εφικτό, η κατοχή αυτών των δεξιοτήτων, στο μέλλον της ζωής του μεγαλύτερου αδελφού, να αναλογιστούν  πάνω στο τι θα μπορούσαν να φανερώσουν αυτές οι δεξιότητες σχετικά με το τι είναι σημαντικό για αυτόν, να ανιχνεύσουν την ιστορία της ανάπτυξης αυτών των δεξιοτήτων στη ζωή του, και, τέλος, να εντοπίσουν πρόσωπα της ιστορίας του που μπορεί να εκτιμούσαν αυτές τις δεξιότητες και που πιθανόν να εμπλέκονται στην ανάπτυξη αυτών των δεξιοτήτων».

Αποδείχτηκε ότι η δασκάλα του από την τρίτη δημοτικού ήταν μια φιγούρα που ενεπλάκη στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων φροντίδας, και αυτή προσκλήθηκε σε κάποιες από τις συναντήσεις τους, ως εξωτερική μάρτυρας. Η δασκάλα του έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πλούσια ανάπτυξη μιας δευτερεύουσας ιστορίας της ζωής του νεαρού αγοριού, στην αναγνώριση του τραύματος που είχαν υποστεί αυτός και οι αδερφές του και στην αποκατάσταση και περαιτέρω ανάπτυξη της αίσθησης αυτενέργειας. Αργότερα ο Γουάιτ ρώτησε εάν αυτές οι δεξιότητες έπαιξαν ρόλο στην παροχή μιας βάσης για αυτά τα παιδιά για να ξεπεράσουν τις δύσκολες στιγμές που είχαν βιώσει. Γράφει: Σε αυτό το σημείο, και τα τρία παιδιά ζωήρεψαν καθώς αφηγούνταν το πώς είχαν χρησιμοποιήσει αυτές τις δεξιότητες για να επιβιώσουν από την κακοποίηση και την παραμέληση που είχαν υποστεί».

Επιφανειακές πνευματικότητες και διαφάνεια

Θα συνεχίσω με σύντομες αναφορές σε ένα άλλο θέμα που συζητήθηκε στο τελευταίο κεφάλαιο – συνέντευξη. Όταν ρωτήθηκε για την πνευματικότητα, ο White απάντησε ότι στις ιστορίες των παγκόσμιων πολιτισμών υπήρξαν πολλές διαφορετικές έννοιες της πνευματικότητας, αλλά η πνευματικότητα, σε αυτόν τον δυτικό πολιτισμό, έχει ως επί το πλείστον αποδοθεί ως έμφυτη ή ενυπάρχουσα και ως ανυψωτική / immanent and ascendant or both. Οι μορφές πνευματικότητας ανύψωσης επιτυγχάνονται σε εκείνες τις περιοχές που φαντάζεται κανείς σε κάποιο υψόμετρο πάνω από την καθημερινότητα. Οι έμφυτες ή ενυπάρχουσες μορφές πνευματικότητας επιτυγχάνονται όχι με την τοποθέτηση του εαυτού σε κάποιο επίπεδο πάνω από τη ζωή μας, αλλά με το «να είναι κανείς αληθινά και πλήρως αυτός που πραγματικά είναι», «με το να βρίσκεται σε επαφή με την αληθινή του φύση» με το να είναι πιστός στον θεό του εαυτού του. Σχολιάζει ότι «Μεγάλο μέρος της pop psychology / εκλαϊκευμένης ψυχολογίας βασίζεται σε μια εκδοχή αυτής της έννοιας της έμφυτης πνευματικότητας – να λατρεύει κανείς τον εαυτό του μέσω του να είναι ένα με τη «φύση» του έχοντας μια εμπειρία ψυχής ή του θεϊκού που είναι βαθιά μέσα του και που εκδηλώνεται μέσω της σχέσης κάποιου με έναν θεό που είναι ανυψωμένος».

Ο White σχολιάζει ότι αυτές και άλλες σύγχρονες έννοιες της πνευματικότητας είναι μη υλικής φύσης και άυλες και χωρίζονται από τον υλικό κόσμο, και εκδηλώνονται σε επίπεδα που φαντάζεται κανείς πάνω ή κάτω από την επιφάνεια της ζωής όπως τη βιώνουμε. Προσθέτει ότι παρόλο που βρίσκει μερικές από αυτές τις έννοιες όμορφες κι ενδιαφέρεται να εξερευνήσει τις προτάσεις για τη ζωή ή την ηθική που συνδέονται με αυτές τις έννοιες της πνευματικότητας, στη δουλειά του ενδιαφέρεται για αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί υλικές εκδοχές της πνευματικότητας. αυτό που ο ίδιος ονομάζει πνευματικότητες της επιφάνειας.

Ισχυρίζεται ότι αυτή η έννοια της πνευματικότητας, που έχει να κάνει με την υλική ύπαρξη και το απτό, μας δίνει τη δυνατότητα να δούμε και να εκτιμήσουμε το ορατό στη ζωή των ανθρώπων. Αυτή η έννοια της πνευματικότητας, εξηγεί, μπορεί να γίνει ορατή στη μορφή των project ταυτότητας των ανθρώπων, στα βήματα που κάνουν οι άνθρωποι στη διαμόρφωση της γνώσης του εαυτού. Είναι μια πνευματικότητα που έχει να κάνει με τις υλικές επιλογές κάποιου με τρόπο που να αποκτά μεγαλύτερη συνείδηση ​​της γνώσης που αφορά την προσωπική του ηθική. Πιστεύει ότι είναι μια μεταμορφωτική πνευματικότητα στο ότι μας βοηθά να εξερευνήσουμε επιλογές προκειμένου να ζήσουμε τη ζωή μας με τρόπους που είναι διαφορετικοί σε σχέση με υποδεικνυόμενους τρόπους ύπαρξης. Έχει να κάνει με την αμφισβήτηση του δεδομένου και έχει να κάνει με την ιεράρχηση της πάλης με τα ηθικά ερωτήματα που σχετίζονται με όλα αυτά.

Όταν ρωτήθηκε πώς οι άνθρωποι αποφασίζουν ποιες από τις διαθέσιμες επιλογές ή δυνατότητες θα έπρεπε να επιλέξουν,  επειδή για να γίνει κάποιος κάτι που δεν έχει γίνει ακόμη θα μπορούσε να πάει σε άπειρες κατευθύνσεις, ο White μεταξύ άλλων λέει ότι πρόκειται για μια εξερεύνηση με τους ανθρώπους σχετικά με τα πραγματικά αποτελέσματα και τις συνέπειες συγκεκριμένων τρόπων ύπαρξης στις σχέσεις τους με τους άλλους και στη μορφή της ζωής τους γενικότερα. Δημιουργεί επιλογές στους ανθρώπους να διερευνήσουν τις δυνατότητες απεμπλοκής από τις σύγχρονες «πρακτικές αυτοαξιολόγησης που τους κάνουν να μετρούν τη ζωή τους σε κλίμακες  ανάπτυξης και εξέλιξης,  υγείας και φυσικότητας,  εξάρτησης και ανεξαρτησίας, κ.λ.π. Αυτές οι επιλογές μπορούν επίσης να συνιστούν άρνηση συμμετοχής σε εκείνες τις σύγχρονες πράξεις αυτοδιοίκησης που μας κάνουν να ζούμε τη ζωή μας κάτω από τον θόλο της κανονικής κατανομής ή κωδωνοειδής καμπύλης».

Θα ήθελα να κάνω κάποια αναφορά και σε κάποια άλλα θέματα που συζητούνται στο βιβλίο, όπως οι δυναμικές εξουσίας και οι προκαταλήψεις εντός θεραπευτικών [και άλλων] πλαισίων, η ηθική και η διαφάνεια, αλλά αυτό το άρθρο είναι ήδη αρκετά μεγάλο. Επομένως, θα τελειώσω εδώ με ένα σύντομο σχετικό απόσπασμα από το βιβλίο:

«Ο / Η θεραπευτής/τρια μπορεί να αμφισβητήσει την ιδέα ότι κατέχει μια αντικειμενική και αμερόληπτη περιγραφή της πραγματικότητας και να υπονομεύσει την πιθανότητα οι πελάτες / συμβουλευόμενοι να υπόκεινται στην επιβολή ιδεών, ενθαρρύνοντας τους να κάνουν ερωτήσεις σχετικά με τη συνέντευξη. Ως απόκριση σε αυτό, ο / η θεραπευτής /τρια είναι σε θέση να αποδομήσει κι έτσι να μπορέσει να ενσωματώσει τις απαντήσεις του / της (συμπεριλαμβανομένων των ερωτήσεων, σχολίων, σκέψεων και απόψεων του / της) τοποθετώντας αυτές μέσα στο πλαίσιο των προσωπικών εμπειριών,  προθέσεων και φαντασίας του / της. Αυτό μπορεί να περιγραφεί ως προϋπόθεση «διαφάνειας» στο θεραπευτικό σύστημα και συμβάλλει στη δημιουργία ενός πλαισίου εντός του οποίου τα άτομα είναι πιο ικανά να αποφασίσουν, μόνα τους, πώς θα μπορούσαν να κατανοήσουν τις αποκρίσεις του θεραπευτή».

Τόποι

«Αχ τα μέρη που θα πας».  Dr. Seuss

«Είμαστε περιτριγυρισμένοι από μέρη / τόπους. Περπατάμε πάνω και μέσα σε αυτά. Ζούμε σε τόπους, σχετιζόμαστε με τους άλλους μέσα σε αυτούς, πεθαίνουμε μέσα σε αυτούς. Τίποτα από όσα κάνουμε δεν είναι εκτός τόπου. Πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά; Πώς θα μπορούσαμε να μην αναγνωρίσουμε αυτό το πρωταρχικό γεγονός;» Από το βιβλίο The Fate of Place: A Philosophical History του Edward S. Casey

«Το να ταξιδεύεις δεν είναι πάντα όμορφα. Δεν είναι πάντα άνετα. Μερικές φορές πονάει, ραγίζει ακόμα και την καρδιά σου. Αλλά δεν πειράζει. Το ταξίδι σε αλλάζει. θα πρέπει να σε αλλάξει. Αφήνει σημάδια στη μνήμη σου, στη συνείδησή σου, στην καρδιά σου και στο σώμα σου. Παίρνεις κάτι μαζί σου. Ας ελπίσουμε ότι αφήνεις κάτι καλό πίσω σου». Άντονι Μπουρντέν

«Τόσα πολλά από αυτά που είμαστε, είναι εκεί που ήμασταν». William Langewiesche

Οι ανθρώπινες φιγούρες και τα πορτρέτα παίζουν κεντρικό ρόλο στις περισσότερες εικόνες που φτιάχνω, επομένως, για μια αλλαγή, και ενώ ετοιμάζομαι να πιάσω πινέλα ξανά, έφτιαξα σχέδια από μέρη που έχω ζήσει ή έχω επισκεφθεί. Οι εικόνες είναι εμπνευσμένες από φωτογραφίες, δικές μου και άλλων, και πρόχειρα σκίτσα από τόπους, τα οποία βρήκα ανάμεσα στις σελίδες παλιών ταξιδιωτικών ημερολογίων και οδηγών.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ                                                      Τα σχέδια έχουν αναρτηθεί

Αφηγηματική Θεραπεία                                

«Ποια είναι η ιστορία σου; Είναι όλα στην αφήγηση. Οι ιστορίες είναι πυξίδες και αρχιτεκτονική. πλοηγούμαστε με αυτές, χτίζουμε τα καταφύγια  και τις φυλακές μας με αυτές, και το να μείνεις χωρίς ιστορία σημαίνει να χαθείς στην απεραντοσύνη ενός κόσμου που απλώνεται προς όλες τις κατευθύνσεις όπως η αρκτική τούνδρα ή  ο θαλάσσιος πάγος… Λέμε στον εαυτό μας ιστορίες που μας σώζουν και ιστορίες που είναι η κινούμενη άμμος στην οποία χτυπιόμαστε και το πηγάδι στο οποίο πνιγόμαστε… Δεν είναι λίγες οι ιστορίες που είναι βυθιζόμενα πλοία, και πολλοί από εμάς πνιγόμαστε με αυτά (τα πλοία) ακόμα κι όταν οι σωσίβιες λέμβοι επιπλέουν γύρω μας… Νομίζουμε ότι λέμε ιστορίες, αλλά οι ιστορίες συχνά μας λένε, μας λένε να αγαπάμε ή να μισούμε, να βλέπουμε ή να είμαστε τυφλοί. Συχνά, πολύ συχνά, οι ιστορίες μας παρασύρουν, μας καβαλούν, μας μαστιγώνουν προς τα μπρος, μας λένε τι να κάνουμε και το κάνουμε χωρίς αμφισβήτηση. Το καθήκον του να μάθεις να είσαι ελεύθερη / ος απαιτεί να μάθεις να τις ακούς, να τις αμφισβητείς, να σταματάς και να ακούς τη σιωπή, να τις ονομάζεις και μετά να γίνεις η αφηγήτρια / ο αφηγητής».  Rebecca Solnit.

«Στα στρώματα και τα υποστρώματα του παρελθόντος, βρίσκονται όχι μόνο οι προσωπικές στιγμές, αλλά και οι κρυμμένες αλήθειες. Το να αντιμετωπίσεις το παρελθόν απαιτεί τόλμη. Είναι μια συνομιλία με τον εαυτό σου, με το περιβάλλον και τις σχέσεις που έχουν σχηματιστεί γύρω σου. Η διαρκής αυτή συνομιλία αποκαλύπτει όχι μόνο τη διαδρομή σου, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζεις και αναπλάθεις τον κόσμο γύρω σου. Η συνεχής ανακάλυψη και αναστύλωση του παρελθόντος βαθαίνει τον διάλογο με τον κόσμο και με τον εαυτό».  Αλέξης Σταμάτης

Όπως ανέφερα στην προηγούμενη ανάρτηση το σημερινό κείμενο αφορά την Αφηγηματική Θεραπεία σε σχέση με δύο βιβλία, ένα του Michael White και ένα του David Denborough. Ο White ήταν ο συνιδρυτής της αφηγηματικής θεραπείας και του κέντρου Dulwich. Μαζί με τον David Epston ανέπτυξαν την αφηγηματική θεραπεία, μια μη παθολογική, ενδυναμωτική και συνεργατική προσέγγιση στη συμβουλευτική και την κοινοτική εργασία, η οποία αναγνωρίζει ότι οι άνθρωποι δεν έχουν μόνο προβλήματα, αλλά έχουν επίσης δεξιότητες και εξειδίκευση που μπορούν να υποστηρίξουν την αλλαγή στη ζωή τους . Επικεντρώνει τους ανθρώπους ως ειδικούς στη ζωή τους και τους διαχωρίζει  από τα προβλήματα τους,  υποθέτοντας ότι οι άνθρωποι έχουν δεξιότητες, ικανότητες, πεποιθήσεις, αξίες, δεσμεύσεις / υποχρεώσεις και ικανότητες που μπορούν να τους βοηθήσουν να μειώσουν την επίδραση των προβλημάτων στη ζωή τους. Στο σημερινό άρθρο θα βασιστώ στο Narrative Therapy Classics, μια συλλογή εργασιών και συνεντεύξεων που μας βοηθούν να εξοικειωθούμε με το έργο του Michael White, την πολιτική ανάλυση του, τις διάφορες αρχές της αφηγηματικής θεραπείας, δείγματα συνεδριών με πελάτες του, καθώς και με μια πληθώρα ερωτήσεων που κάποιος  θα μπορούσε να  χρησιμοποιήσει κατά τη διάρκεια των συζητήσεων αποδόμησης προκειμένου  να διευκολύνει τη διαδικασία αλλαγής και την διαδικασία του εκ νέου γραψίματος της ιστορίας και της ζωής ενός ατόμου.

Έχω συμπεριλάβει επίσης τρία σχέδια της πιο πρόσφατης σειράς με ζωγραφική-και κολάζ.

Εκτός από τα θέματα που θα θίξω σήμερα, το βιβλίο περιέχει ένα κεφάλαιο που αφορά στην απώλεια  και το πένθος, στο οποίο αναλύεται πως η ενσωμάτωση της χαμένης σχέσης μπορεί να συμβάλλει στην διαχείριση του πένθους. Στο βιβλίο περιλαμβάνεται και μια συζήτηση για τα παιδιά, το τραύμα και την ανάγκη ανάπτυξης μιας δευτερεύουσας αφήγησης, όπου η ανάπτυξη της δευτερεύουσας ιστορίας παρέχει μια εναλλακτική περιοχή ταυτότητας για τα παιδιά (και τους ενήλικες), όπου μπορούν να σταθούν καθώς αρχίζουν να δίνουν φωνή στις τραυματικές εμπειρίες τους.  Συμπεριλαμβάνεται ένα κεφάλαιο σχετικά με τη σημασία της προώθησης της συνεργασίας μεταξύ γονέων και παιδιών, καθώς και μεταξύ των υπηρεσιών παιδικής προστασίας και  οικογενειών. Υπάρχει επίσης ένα πολύ ενδιαφέρον κεφάλαιο για τις αφηγηματικές πρακτικές που διευκολύνουν το ξεπακετάρισμα των συμπερασμάτων σχετικά με την ταυτότητα. Τέλος, υπάρχει μια συνέντευξη όπου ο White συζητά την ηθική, την προσωπική ευθύνη και την πνευματικότητα της επιφάνειας. Κάνει αναφορές στη φεμινιστική ηθική, στη λογοδοσία από τα κάτω προς τα πάνω, και στους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να τιμήσουμε τα «μυστήρια της καθημερινής ύπαρξης».

Καθώς το βιβλίο είναι πλούσιο σε υλικό, αναπόφευκτα θα αναφερθώ σε μερικά θέματα και βασικές αρχές στο σημερινό άρθρο. Περιλαμβάνονται επίσης πολλές ιστορίες που μας βοηθούν να κατανοήσουμε αρχές και πρακτικές. Ο White γράφει ότι οι ιστορίες [στο βιβλίο] για τη θεραπεία απεικονίζουν μια σειρά από παρεμβάσεις και πρακτικές, οι οποίες πιστεύει ότι σχετίζονται με αυτό που θα μπορούσε να αναφερθεί ως μία αποδομητική μέθοδος. Προτείνει ότι «σύμφωνα με τον μάλλον χαλαρό ορισμό του» η αποδόμηση έχει να κάνει με διαδικασίες που «ανατρέπουν δεδομένες πραγματικότητες και πρακτικές.  τις λεγόμενες «αλήθειες» που είναι αποκομένες  από τις συνθήκες και το πλαίσιο παραγωγής τους,  εκείνους τους ασώματους τρόπους ομιλίας που κρύβουν τις προκαταλήψεις,  και εκείνες τις οικείες πρακτικές εαυτού και σχέσης που υποτάσσουν τις ζωές των ανθρώπων. Πολλές από τις μεθόδους αποδόμησης μέσω της αντικειμενοποίησης τους καθιστούν παράξενες  τις οικείες και καθημερινές δεδομένες πραγματικότητες και πρακτικές».

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Επίσης προτείνεται ότι οι ζωές μας διαμορφώνονται και από το νόημα που αποδίδουμε στην εμπειρία μας, από την θέση μας στις κοινωνικές δομές και από τις γλωσσικές και πολιτισμικές πρακτικές, σχετικά με τον εαυτό και τις σχέσεις, στις οποίες υπόκεινται (στρατολογούνται) οι ζωές μας. Ο White εξηγεί ότι αυτή η προοπτική διαφωνεί με την κυρίαρχη στρουκτουραλιστική προοπτική που υποστηρίζει ότι η συμπεριφορά αντανακλά τη δομή του νου και τη λειτουργιστική προοπτική που υποδηλώνει ότι η συμπεριφορά εξυπηρετεί ένα σκοπό.

Είναι μέσα από τις αφηγήσεις/ιστορίες που έχουμε για τις δικές μας ζωές και τις ζωές των άλλων που μπορούμε να κατανοήσουμε την εμπειρία μας. Ο White ισχυρίζεται ότι αυτές οι ιστορίες καθορίζουν τόσο το νόημα που δίνουν οι άνθρωποι στην εμπειρία τους όσο και ποιες πτυχές της εμπειρίας επιλέγουν [οι άνθρωποι[ να εκφράσουν. Και στον βαθμό που οι ενέργειές μας προδιαγράφονται από τη νοηματοδότηση, αυτές οι ιστορίες καθορίζουν επίσης τις πραγματικές επιπτώσεις όσον αφορά τη διαμόρφωση της ζωής των ανθρώπων. Αυτή η αφηγηματική μεταφορά προτείνει ότι «τα άτομα ζουν τη ζωή τους σύμφωνα με ιστορίες – ότι αυτές οι ιστορίες διαμορφώνουν τη ζωή και ότι έχουν πραγματικές, όχι φανταστικές, επιδράσεις – και ότι αυτές οι ιστορίες παρέχουν τη δομή της ζωής».

Εξηγεί ότι μέσω της αντικειμενοποίησης του οικείου μας κόσμου, μπορούμε να αποκτήσουμε μεγαλύτερη επίγνωση του βαθμού στον οποίο ορισμένοι «τρόποι ζωής και σκέψης» διαμορφώνουν την ύπαρξή μας, και μπορεί τότε να είμαστε σε θέση να επιλέξουμε να ζήσουμε με άλλους «τρόπους ζωής και σκέψης.” Ο White εξετάζει επίσης την αποδόμηση πρακτικών του εαυτού και τρόπων σχέσεων  που είναι κυρίως πολιτισμικές. την αποδόμηση της αυτό-αφήγησης και των κυρίαρχων πολιτισμικών γνώσεων  στα πλαίσια εντός των οποίων  ζουν οι άνθρωποι. και την αποδόμηση των σύγχρονων πρακτικών εξουσίας και λόγου.

Για την αποδόμηση των αφηγήσεων και των ιστοριών βάση των οποίων ζουν οι άνθρωποι,  ο ίδιος και ο Epston έχουν προτείνει την αντικειμενοποίηση των προβλημάτων για τα οποία οι άνθρωποι αναζητούν βοήθεια. Αυτή η αντικειμενοποίηση εμπλέκει τα άτομα σε συνομιλίες εξωτερίκευσης σε σχέση με αυτό που βρίσκουν προβληματικό, αντί σε συνομιλίες εσωτερίκευσης. Η εξωτερίκευση είναι η διαδικασία διαχωρισμού του ατόμου από το πρόβλημα του, επιτρέποντάς στο άτομο να πάρει κάποια απόσταση από το πρόβλημά και να δει πώς αυτό μπορεί να είναι εμπόδιο, αλλά και να βοηθά ή να προστατεύει. Αυτές οι συνομιλίες εξωτερίκευσης  βοηθούν τα άτομα να ξετυλίξουν, με την πάροδο του χρόνου, τη σύσταση του εαυτού τους και των σχέσεών τους και ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να αναγνωρίσουν τις ιδιωτικές ιστορίες και τις πολιτισμικές γνώσεις βάση των οποίων ζουν, που καθοδηγούν τη ζωή τους και τους ορίζουν την ταυτότητα.

Οι συνομιλίες εξωτερίκευσης ξεκινούν με την ενθάρρυνση των ατόμων να παρέχουν μια περιγραφή των επιπτώσεων του προβλήματος στη συναισθηματική τους κατάσταση, στις σχέσεις τους με την οικογένεια και συνομήλικους, στον κοινωνικό και εργασιακό τομέα και στη ζωή γενικά, «με ιδιαίτερη έμφαση στο πώς έχει επηρεάσει την «άποψή τους» σχετικά με «τον εαυτό τους και τις σχέσεις τους». Στη συνέχεια, οι άνθρωποι καλούνται να χαρτογραφήσουν την επιρροή που έχουν αυτές οι απόψεις στη ζωή και τις αλληλεπιδράσεις τους με τους άλλους. Αυτό συχνά ακολουθείται από κάποια διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι έχουν καταλήξει να υιοθετήσουν αυτές τις απόψεις. Ο White γράφει και δείχνει σε βινιέτες ότι καθώς τα άτομα εμπλέκονται σε αυτές τις συνομιλίες εξωτερίκευσης, βιώνουν έναν διαχωρισμό από αυτές τις ιστορίες και στο κενό που δημιουργεί αυτός ο διαχωρισμός, είναι ελεύθεροι να εξερευνήσουν εναλλακτικές και προτιμώμενες γνώσεις για το ποιοι θα μπορούσαν να είναι και πως θα μπορούσαν να ζήσουν.

Γράφει ότι: «Καθώς τα άτομα διαχωρίζονται από τις κυρίαρχες ή «ολοκληρωτικές» ιστορίες που είναι συστατικές της ζωής τους, καθίσταται πιο δυνατό για αυτά να προσανατολιστούν σε πτυχές της εμπειρίας τους που έρχονται σε αντίθεση με αυτές τις γνώσεις. Τέτοιες αντιφάσεις είναι πάντα παρούσες, και, επίσης, είναι πολλές και ποικίλες……»  Για να διευκολυνθεί αυτή η διαδικασία που ο White ονόμασε «επανασυγγραφή», ο θεραπευτής μπορεί να κάνει μια ποικιλία ερωτήσεων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που θα μπορούσαν να αναφέρονται ως α) ερωτήσεις του τοπίου της δράσης, που ενθαρρύνουν τα άτομα να τοποθετούν τα αποτελέσματα από αλληλουχίες γεγονότων που εκτυλίσσονται στο χρόνο σύμφωνα με συγκεκριμένες πλοκές, και β) ερωτήσεις του τοπίου της συνείδησης, που ενθαρρύνουν τα άτομα να αναλογιστούν και να προσδιορίσουν το νόημα αυτών των εξελίξεων που συμβαίνουν στο τοπίο της δράσης.

Ο / Η  θεραπευτής /τρια ή σύμβουλος μπορεί επίσης να ενθαρρύνει τη συμμετοχή άλλων ανθρώπων, όπως μέλη της κοινότητας και μέλη της οικογένειας, που έχουν συμμετάσχει ιστορικά στη διαπραγμάτευση και τη διανομή της κυρίαρχης ιστορίας της ζωής του ατόμου, στη δημιουργία ή την ανάσταση εναλλακτικών και προτιμώμενων ιστοριών και τοπίων δράσης.

Αυτή η διαδικασία απαιτεί κάποια κατανόηση των διαφόρων μορφών και εργαλείων εξουσίας. Στην ανάλυσή του ο White αναφέρεται στον Michel Foucault, καθώς και σε άλλους. Γράφει ότι ένα μεγάλο μέρος του έργου του Foucault είναι αφιερωμένο στην ανάλυση των «πρακτικών της εξουσίας» μέσω των οποίων συγκροτείται το σύγχρονο «υποκείμενο» (Foucault, 1978, 1979). Επίσης σημειώνει ότι ο Foucault ιχνηλάτησε την ιστορία της «τέχνης της κυβέρνησης των ατόμων» από τον δέκατο έβδομο αιώνα, και κατέγραψε λεπτομερώς πολλές από τις πρακτικές του εαυτού και τις πρακτικές σχέσης που οι άνθρωποι παρακινούνται να υιοθετήσουν στη ζωή τους. Αυτές οι πρακτικές βάση των οποίων τα άτομα διαμορφώνουν τη ζωή τους, σύμφωνα με τις κυρίαρχες προδιαγραφές ύπαρξης, μπορούν να θεωρηθούν τεχνικές κοινωνικού ελέγχου. Αυτή η μορφή εξουσίας διαποτίζει και διαμορφώνει τις ζωές των ανθρώπων ως τα βαθύτερα επίπεδα, «συμπεριλαμβανομένων των χειρονομιών, των επιθυμιών, των σωμάτων, των συνηθειών τους, κλπ. – και παρομοίασε αυτές τις πρακτικές με μια μορφή  «ντρεσαρίματος  / αυστηρής εκπαίδευσης» (Foucault, 1979).

Ο White αναφέρεται στη σημασία της κατανόησης των λειτουργιών της εξουσίας σε μικροεπίπεδο και στην περιφέρεια της κοινωνίας [π.χ. σε σχολεία, κλινικές, φυλακές, οικογένειες, κλπ.]. Αναφέρεται στον Φουκώ, ο οποίος υποστήριξε ότι σε αυτά τα τοπικά πλαίσια οι πρακτικές της εξουσίας τελειοποιούνται, κι επίσης, η λειτουργία της εξουσίας είναι πιο εμφανής. Εξαιτίας αυτού η εξουσία μπορεί να έχει τις παγκόσμιες επιπτώσεις της. Ο Φουκώ πίστευε ότι αυτό το σύγχρονο σύστημα εξουσίας ήταν αποκεντρωμένο και «υιοθετημένο», παρά συγκεντρωτικό και ασκούμενο από την κορυφή προς τα κάτω. Επομένως, οι προσπάθειες αλλαγής των σχέσεων εξουσίας σε μια κοινωνία πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτές τις πρακτικές εξουσίας σε τοπικό επίπεδο, «στο επίπεδο των καθημερινών, θεωρούμενων ως δεδομένων, κοινωνικών πρακτικών».

Οι μηχανισμοί και οι δομές αυτού του συστήματος εξουσίας στρατολογούν / πείθουν τα άτομα να συνεργαστούν στην υποταγή της ζωής τους και την αντικειμενοποίηση των σωμάτων τους. Γίνονται «πρόθυμοι» συμμετέχοντες στην πειθαρχία ή την αστυνόμευση της ζωής τους. Αυτή η συνεργασία συχνά δεν είναι συνειδητό φαινόμενο, αφού η λειτουργία αυτής της εξουσίας είναι συγκαλυμμένη ή μασκαρεμένη επειδή λειτουργεί σε σχέση με ορισμένες νόρμες που τους αποδίδεται μια υπόσταση «αλήθειας». Ο White γράφει ότι αυτή η εξουσία ασκείται σε σχέση με ορισμένες γνώσεις που κατασκευάζουν συγκεκριμένες αλήθειες, «και έχει σχεδιαστεί για να επιφέρει συγκεκριμένα και «σωστά» αποτελέσματα, όπως μια ζωή που θεωρείται «εκπληρωμένη», «απελευθερωμένη», «λογική», « διαφοροποιημένη», «ατομική»…….., και ούτω καθεξής. Οι περιγραφές αυτών των «επιθυμητών» τρόπων  ύπαρξης είναι στην πραγματικότητα ψευδαισθήσεις». Επισημαίνει ότι αυτή η ανάλυση της εξουσίας υποδηλώνει ότι πολλές από τις πτυχές των ατομικών μας τρόπων συμπεριφοράς που υποτίθεται ότι είναι έκφραση της ελεύθερης βούλησης ή θεωρούνται παραβατικές, δεν είναι αυτό που μπορεί να φαίνονται αρχικά, κι για αυτό το λόγο πολλοί άνθρωποι δυσκολεύονται να κατανοήσουν αυτές τις ιδέες.

Στη θεραπεία, η αντικειμενοποίηση αυτών των οικείων και θεωρούμενων ως δεδομένων πρακτικών εξουσίας συμβάλλει σημαντικά στην αποδόμηση τους. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, αυτό επιτυγχάνεται με την εμπλοκή ατόμων σε συζητήσεις εξωτερίκευσης σχετικά με αυτές τις πρακτικές, γεγονός που επιτρέπει την αποκάλυψη των πρακτικών εξουσίας και την αντιμετώπιση της επιρροής τους στη ζωή και τις σχέσεις μας. Ο White γράφει ότι σε αυτές τις συνομιλίες δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στο τι έχουν υπαγορεύσει αυτές οι πρακτικές στους ανθρώπους σχετικά με τη κλοπή της σχέσης τους με τον εαυτό τους και τους άλλους. Μέσω αυτών των  συνομιλιών εξωτερίκευσης τα άτομα μπορούν, μεταξύ άλλων, να αναγνωρίσουν τον βαθμό στον οποίο έχουν  στρατολογηθεί στην αστυνόμευση της δικής τους ζωής, καθώς και τη φύση της συμμετοχής τους στην αστυνόμευση της ζωής των άλλων. Προσθέτει ότι καθώς έχει δουλέψει με ανθρώπους στην αποδόμηση συγκεκριμένων τρόπων ζωής και σκέψης, εξετάζοντας μαζί τους τις επιπτώσεις της κατάστασης της ζωής τους σε εκείνα τα πεδία εξουσίας που λαμβάνουν τη μορφή κοινωνικών δομών, αυτοί είναι σε θέση να αμφισβητήσουν τις επιπτώσεις, καθώς και εκείνες τις δομές που θεωρούνται άνισες.

Αυτά που έχω συζητήσει και αναφέρει μέχρι τώρα μπορούν να γίνουν κατανοητά πιο εύκολα μέσω της συνοπτικής παρουσίασης ορισμένων  ιστοριών του βιβλίου. Ο White παρέχει τις ιστορίες της Amy και του Robert για να διευκρινίσει τις διαδικασίες αποδόμησης των πρακτικών του εαυτού και της αυτό-αφήγησης, των σχέσεων που είναι πολιτισμικά κυρίαρχες, των κυρίαρχων πολιτισμικών γνώσεων βάση των οποίων ζουν οι άνθρωποι,  καθώς  και των σύγχρονων πρακτικών εξουσίας.

Η Έιμι, για παράδειγμα, είχε ενστερνιστεί ορισμένες «τεχνολογίες του εαυτού» / “technologies of the self ” ως μια μορφή αυτοελέγχου και ως κάτι απαραίτητο για τη μεταμόρφωση της ζωής της σε «ένα αποδεκτό σχήμα –  που θεωρούσε ως εκπλήρωση». Είχε ερμηνεύσει τις δραστηριότητές υποταγής της ζωής της ως απελευθερωτικές δραστηριότητες. Ο White γράφει ότι όταν με την Έιμι έκαναν μια συνομιλία εξωτερίκευσης σχετικά με τη νευρική ανορεξία μέσω της διερεύνησης των πραγματικών επιπτώσεών της ανορεξίας στη ζωή της, άρχισε να διακρίνει  «τις διάφορες πρακτικές ελέγχου του εαυτού /  self-government – των πειθαρχιών του σώματος – και τις προδιαγραφές για τον εαυτό που ήταν ενσωματωμένες στη νευρική ανορεξία. Η ανορεξία δεν ήταν πλέον  ο σωτήρας της. Το τέχνασμα και οι πρακτικές εξουσίας είχαν αποκαλυφθεί. Αντί να συνεχίζει να ασπάζεται αυτές τις πρακτικές εαυτού, η Έιμι βίωσε  αποξένωση σε σχέση με αυτές. Η νευρική ανορεξία δεν ήταν πλέον σημαντική για την ταυτότητά της».

Ως αποτέλεσμα, μπόρεσε να εξερευνήσει εναλλακτικές και προτιμώμενες πρακτικές εαυτού και σχέσης. Στη συνέχεια ενθαρρύνθηκε να εντοπίσει άτομα που θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα κατάλληλο κοινό αυτής της διαφορετικής εκδοχής του ποια θα μπορούσε να είναι, άτομα που θα ήταν πρόθυμα να συμμετάσχουν στην αναγνώριση και στην πιστοποίηση αυτής της νέας έκδοσης ταυτότητας. Σε αυτό το σημείο, πρέπει να αναφέρω ότι ο White αναφέρει επίσης τις πιθανότητες  να υπάρξει απώθηση  και αντίδραση από το περιβάλλον κάποιου όταν αποφασίσει να υπάρξει διαφορετικά. Λόγου χάρη, σε ένα άλλο παράδειγμα γράφει: «Έσπευσα να μοιραστώ την πρόβλεψή μου ότι ήταν απίθανο οι προσπάθειες της Ελισάβετ να «ανακτήσει τη ζωή της» να χαιρετίζονταν στην αρχή με μεγάλο ενθουσιασμό από τα παιδιά της».

Ο Ρόμπερτ, από την άλλη, είχε ξεκινήσει θεραπεία για την κακοποιητική συμπεριφορά του προς την οικογένειά του. Η μη αμφισβήτηση  και εξέταση των γνώσεων, πρακτικών  ή «τεχνολογιών εξουσίας»,  δομών και συνθηκών που παρείχαν το πλαίσιο για την κακοποιητική συμπεριφορά του ήταν όλα μέρος ενός αυτονόητου τρόπου ζωής και σκέψης που αυτός είχε θεωρήσει ότι αντανακλούσε τη φυσική τάξη πραγμάτων. Παρατηρούμε στη βινιέτα πώς μέσω των συνομιλιών εξωτερίκευσης σχετικά με αυτές τις γνώσεις, πρακτικές, δομές και συνθήκες, και μέσω της χαρτογράφησης των πραγματικών επιπτώσεων στη ζωή του και στις ζωές της οικογένειάς του, βίωσε έναν διαχωρισμό από αυτόν τον τρόπο ζωής και σκέψης.  Ο White γράφει: «…αυτός [ο τρόπος σκέψης και πράξης] δεν σήμαινε για αυτόν πλέον τη «φύση» των τρόπων των ανδρών με τις γυναίκες και τα παιδιά».  Με την πάροδο του χρόνου, ο Ρόμπερτ αντάλλαξε μια ζωή παραμέλησης και στρατηγικής με μια ζωή που ο ίδιος, αλλά και οι άλλοι, θεωρούσαν ότι περιείχε φροντίδα και ήταν ανοιχτή και άμεση.

Εν συντομία, ο White γράφει ότι κατά την πρώιμη επαφή τους, η συζήτηση επικεντρώθηκε στην ευθύνη του Robert για τη διάπραξη της κακοποίησης, στον εντοπισμό των πραγματικών βραχυπρόθεσμων και πιθανών μακροπρόθεσμων τραυματικών επιπτώσεων στη ζωή της οικογένειάς του και στον προσδιορισμό του τι θα μπορούσε να κάνει προκειμένου να αναλάβει την ευθύνη επιδιόρθωσης ότι μπορούσε να διορθωθεί. Μετά από αυτό το στάδιο, ρώτησε τον Ρόμπερτ αν ήταν πρόθυμος να εξετάσουν τις πιθανές συνθήκες και τον χαρακτήρα της κακοποιητικής συμπεριφοράς των ανδρών.  Επικεντρώθηκαν σε ερωτήματα όπως λόγου χάρη:

Εάν ένας άντρας επιθυμούσε να κυριαρχήσει ή να κάνει κάποιον δέσμιo του, ιδιαίτερα μια γυναίκα ή ένα παιδί, τι είδους συμπεριφορές θα ήταν απαραίτητες προκειμένου να το δικαιολογήσει αυτό, και τι είδους στρατηγικές και τεχνικές εξουσίας θα το έκαναν εφικτό;

Κατά τη διάρκεια αυτής της συζήτησης, διατυπώθηκαν συγκεκριμένες γνώσεις σχετικά με τον τρόπο ύπαρξης των ανδρών που υποτάσσουν τους άλλους, εντοπίστηκαν τεχνικές και στρατηγικές στις οποίες μπορούν να βασιστούν οι άνδρες για να θεσπίσουν αυτήν την υποταγή, κι επίσης, συζητήθηκαν διάφορες κοινωνικές δομές και συνθήκες που υποστηρίζουν την κακοποιητική συμπεριφορά.  Μετά ζητήθηκε από τον Robert να εξετάσει ποια από τα παραπάνω αφορούσαν τη δική του ζωή. Στη συνέχεια συζήτησαν τις ιστορικές διαδικασίες μέσω των οποίων [ο Robert] είχε στρατολογηθεί σε ένα πλαίσιο ζωής που είχε ορισθεί από αυτές τις νοοτροπίες, τεχνικές και δομές. και τέλος κλήθηκε να πάρει θέση σχετικά με αυτές [τις νοοτροπίες, στρατηγικές και δομές].

Ο White γράφει: «Καθώς προχωρούσε η εργασία μας, ο εντοπισμός αυτών των μοναδικών αποτελεσμάτων παρείχε ένα σημείο εισόδου για μια «αρχαιολογία / εκσκαφή» εναλλακτικών και προτιμώμενων γνώσεων σχετικά με τους τρόπους ύπαρξης των ανδρών, γνώσεις που ο Robert άρχισε να υιοθετεί στη ζωή του…. Θυμήθηκε ένα θείο που δεν έμοιαζε με τους υπόλοιπους άντρες της οικογένειάς του. Αυτός ήταν ένας άνθρωπος που σίγουρα ήταν συμπονετικός και μη κακοποιητικός».

Θα ολοκληρώσω αυτό το κομμάτι κάνοντας αναφορά στο πώς οι θεραπευτικές πρακτικές που περιγράφονται παραπάνω, και τις οποίες ο White αναφέρει ως «αποδομητικές» βοηθούν στο χτίσιμο μιας αίσθησης αυτενέργειας. Αυτή η αίσθηση αυτενέργειας, γράφει, προέρχεται από την εμπειρία της εγκατάλειψης της θέσης «επιβάτη» στη ζωή και από την αίσθηση ότι μπορεί κανείς να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση της δικής του ζωής. Απορρέει από το να μπορεί κάποιος να επηρεάσει τις εξελίξεις στη ζωή του σύμφωνα με τους σκοπούς του. Αυτή η αίσθηση της προσωπικής αυτενέργειας εδραιώνεται μέσω της ανάπτυξης κάποιας επίγνωσης του βαθμού στον οποίο ορισμένοι τρόποι ζωής και σκέψης διαμορφώνουν την ύπαρξή μας, κι επίσης, μέσω της εμπειρίας κάποιας δυνατότητας επιλογής των τρόπων ζωής και σκέψης στα πλαίσια των οποίων θα μπορούσαμε να ζήσουμε. Εξηγεί ότι οι πρακτικές τις οποίες αναφέρει ως αποδομητικές «βοηθούν τα άτομα να διαχωρίσουν τον εαυτό τους από εκείνους τους τρόπους ζωής και σκέψης που κρίνουν ότι εξαθλιώνουν τη δική τους ζωή και τη ζωή των άλλων. Και προκαλούν στους θεραπευτές, και στα άτομα που αναζητούν θεραπεία, μια περιέργεια σχετικά με αυτές τις εναλλακτικές εκδοχές για το ποιοι θα μπορούσαν να είναι. Δεν είναι απλώς οποιαδήποτε περιέργεια. Είναι μια περιέργεια για το πώς τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά, μια περιέργεια για αυτό που υπάρχει έξω από τις αθροιστικές ιστορίες που έχουν οι άνθρωποι για τη ζωή τους και έξω από τις κυρίαρχες πρακτικές του εαυτού και της σχέσης».

Τέλος, θα ήθελα να αναφέρω ότι μάλλον θα επιστρέψω στο βιβλίο σε επόμενη ανάρτηση γιατί υπάρχουν μερικά ακόμη θέματα που νομίζω ότι έχουν αξία και ενδιαφέρον.